Ελλάδα και Τουρκία ετοιμάζονται να καθίσουν ξανά στο τραπέζι του διαλόγου, αυτή τη φορά στο περιθώριο της 80ής Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, που θα διεξαχθεί στη Νέα Υόρκη από τις 23 έως τις 29 Σεπτεμβρίου.
Η προγραμματισμένη συνάντηση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον πρόεδρο της γείτονος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έρχεται σε μια περίοδο έντονης ρευστότητας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με αρκετές διαφωνίες σε εκκρεμότητα, ευρύτερες γεωπολιτικές εξελίξεις να επηρεάζουν το κλίμα, και τις δύο χώρες να επιδιώκουν ταυτόχρονα την αποκλιμάκωση και τη διατήρηση των «κόκκινων γραμμών» τους.
Ένα από τα θέματα που ήδη σκιάζουν το κλίμα της συνάντησης πριν καν αυτή πραγματοποιηθεί είναι το παλαιστινιακό ζήτημα. Το φθινόπωρο αναμένεται ότι αρκετές χώρες, ανάμεσά τους και η Γαλλία, θα αναγνωρίσουν επίσημα το κράτος της Παλαιστίνης εντός των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης, ενώ στην ίδια γραμμή κινείται ήδη και η Μεγάλη Βρετανία. Η Τουρκία, από την άλλη, έχει προ πολλού προχωρήσει σε αυτή την αναγνώριση και στηρίζει ανοιχτά την παλαιστινιακή υπόθεση. Αντίθετα, η Ελλάδα –αν και δηλώνει υπέρ της λύσης δύο κρατών– δεν φαίνεται διατεθειμένη να κινηθεί προς την επίσημη αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους τον Σεπτέμβριο, κυρίως λόγω της στενής της πολυεπίπεδης συνεργασίας με το Ισραήλ. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ένα εμφανές σημείο διαφοροποίησης μεταξύ των δύο πλευρών, που θα μπορούσε να επηρεάσει, όπως σημειώνουν διπλωμάτες από το υπουργείο Εξωτερικών, το γενικότερο κλίμα της συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν.
Παράλληλα, η Αθήνα ετοιμάζεται να βάλει στο τραπέζι δύο πάγια αιτήματα που για την ίδια αποτελούν ουσιώδη προαπαιτούμενα για την εξομάλυνση των σχέσεων: την αποκήρυξη του casus belli (σ.σ. της απειλής πολέμου εάν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα) από την τουρκική πλευρά και την εγκατάλειψη της θεωρίας περί «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο. Ο πρωθυπουργός έχει κάνει σαφές, μέσα από δηλώσεις του, ότι θα θέσει αυτά τα ζητήματα ευθέως στον κ. Ερντογάν, συνδέοντάς τα μάλιστα με την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και τη δυνατότητά της να λάβει οικονομική ενίσχυση μέσω προγραμμάτων όπως το SAFE. Από την τουρκική πλευρά, οι απαντήσεις μέχρι τώρα είναι έμμεσες και φτάνουν κυρίως μέσω διαρροών στον Τύπο, με το αίτημα για κατάργηση του casus belli να χαρακτηρίζεται «υπερβολικό» ή ακόμα και «σκανδαλώδες».
Ωστόσο, ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στον πρόσφατο χάρτη των τουρκικών θαλάσσιων πάρκων δεν περιλαμβάνονται οι περιοχές που παραδοσιακά αναφέρονται ως «γκρίζες ζώνες», γεγονός που πολλοί αναλυτές θεωρούν ως ένδειξη ότι η Τουρκία προσπαθεί να εμφανιστεί πιο μετριοπαθής, τουλάχιστον όσο βρίσκεται σε φάση διαπραγμάτευσης με τη Δύση για εξοπλιστικά προγράμματα όπως την απόκτηση αμερικανικών μαχητικών F-35 και τη χρηματοδότηση από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SAFE.
Παράλληλα, υπάρχει μια εκκρεμότητα που παραμένει άλυτη εδώ και μήνες: ο προσδιορισμός ημερομηνίας για τη διεξαγωγή του 6ου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας. Αν και έχει ανακοινωθεί πολλές φορές στο παρελθόν, από τον Ιανουάριο έως σήμερα συνεχώς αναβάλλεται, με διαφορετικές αιτίες ή αφορμές κάθε φορά. Η πιθανότητα να οριστεί επιτέλους ημερομηνία για τη σύγκληση του Συμβουλίου ίσως αποτελέσει έναν από τους στόχους της συνάντησης στη Νέα Υόρκη, ως ένδειξη συνέχισης του διαλόγου σε υψηλό επίπεδο.
Ένα άλλο ζήτημα που προκαλεί ανησυχία είναι η αυξημένη τουρκική δραστηριότητα στη Λιβύη. Η πρόσφατη τριμερής συνάντηση Ιταλίας – Τουρκίας – Λιβύης στην Κωνσταντινούπολη δείχνει ότι η Άγκυρα όχι μόνο δεν σκοπεύει να αποσυρθεί από τη λιβυκή εξίσωση, αλλά αντίθετα ενισχύει τη θέση της. Αυτό επηρεάζει άμεσα και την Ανατολική Μεσόγειο, καθώς η Τουρκία φαίνεται να αξιοποιεί και το Μεταναστευτικό για να ενισχύσει την παρουσία της στην περιοχή. Η Αθήνα βλέπει αυτή τη στάση ως εμπόδιο στη σταθερότητα και ανησυχεί ότι μια νέα τουρκική στρατηγική παρουσία στη Λιβύη θα μπορούσε να περιπλέξει περαιτέρω την ήδη δύσκολη κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στο μεταξύ, θυμίζουμε ότι η Αθήνα ανακοίνωσε σχέδιο Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού που περιλαμβάνει τη δημιουργία θαλάσσιων πάρκων στο Ιόνιο και στο Αιγαίο, με στόχο την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος αλλά και την ενίσχυση του ενεργειακού σχεδιασμού. Η Τουρκία απάντησε σχεδόν άμεσα, παρουσιάζοντας τον δικό της σχεδιασμό για θαλάσσια πάρκα, τα οποία φτάνουν μέχρι τα διεθνή ύδατα μεταξύ Λήμνου και Σαμοθράκης και «κόβουν» το Αιγαίο σε δύο τμήματα. Η ελληνική κυβέρνηση εξέφρασε επίσημα τη διαφωνία της, τονίζοντας ότι τέτοιες ενέργειες απειλούν τις σχέσεις καλής γειτονίας και παραβιάζουν βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Αυτό το νέο επεισόδιο έρχεται να επιβεβαιώσει πως η μοναδική διαφορά που η Ελλάδα αναγνωρίζει ότι υπάρχει με την Τουρκία –δηλαδή η υφαλοκρηπίδα και οι θαλάσσιες ζώνες– εξακολουθεί να αποτελεί την πηγή μεγάλων εντάσεων.
Ένα ακόμα στοιχείο που ίσως πυροδοτήσει αντιδράσεις από την τουρκική πλευρά είναι η πιθανή επανεκκίνηση του έργου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου. Αν μέχρι τον Σεπτέμβριο προχωρήσουν οι διαδικασίες και ανακοινωθούν περισσότερες λεπτομέρειες, τότε η Άγκυρα ενδέχεται να θέσει το ζήτημα στο τραπέζι, καθώς αντιλαμβάνεται τέτοια έργα ως εμβάθυνση της ενεργειακής και στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα σε Αθήνα και Λευκωσία, χωρίς τη συμμετοχή της ίδιας.
Την ίδια ώρα τέλος, ο Τούρκος πρόεδρος ανακοίνωσε σημαντικές αλλαγές στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο μέχρι πρότινος αρχηγός Γενικού Επιτελείου αντικαταστάθηκε από τον αρχηγό των Χερσαίων Δυνάμεων, ενώ επικεφαλής του στρατού τοποθετήθηκε ο διοικητής της Α’ Στρατιάς. Οι αρχηγοί του ναυτικού και της αεροπορίας από την άλλη παρέμειναν στις θέσεις τους, αλλά με παράταση της θητείας τους. Οι κινήσεις αυτές ερμηνεύονται ως προσπάθεια ανανέωσης της στρατιωτικής ηγεσίας, σε μια περίοδο όπου η Άγκυρα επιδιώκει να αυξήσει την επιρροή της σε πολλά μέτωπα.
newsbeast.gr