Το πιο περίεργο είναι πως οι 200 γιατροί δεν μπορούσαν να συνταγογραφήσουν με ψηφιακό τρόπο, όπως λένε τα πορίσματα των ελεγκτικών αρχών καθώς το επίμαχο διάστημα μεταξύ 2018 και 2021, στα ΤΕΠ του Νοσοκομείου Αγρινίου δεν υπήρχε ο κατάλληλος ηλεκτρονικός εξοπλισμός και τα πληροφοριακά συστήματα, ώστε οι συνταγές για φάρμακα και παραπεμπτικά να εκδίδονται ηλεκτρονικά.
Για “κατάφωρη αδικία” κάνει λόγο η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Νομού Αιτωλοακαρνανίας (ΕΙΝΝΑΑ):
“Θα το ζήσουμε και αυτό! Όλοι οι γιατροί του Γ.Ν. Αγρινίου παραβίασαν το υπηρεσιακό τους καθήκον, για να ζημιώσουν το νοσοκομείο. Αυτή είναι η κατηγορία. Παραπεμφθήκαμε να δικαστούμε για παράβαση καθήκοντος. Αν είχαμε αρνηθεί να παράσχουμε υπηρεσίες στους ασθενείς εξαιτίας των ελλείψεων και ειδικότερα του συστήματος που θα επέτρεπε το ηλεκτρονικό παραπεμπτικό, θα είχαμε θέσει σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή των ασθενών. Πάλι θα ήμασταν κατηγορούμενοι”, σημειώνουν.
Οι 200 γιατροί θα δικαστούν στις 11.01.2024 στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αγρινίου. Την ημέρα της δίκης όλοι οι γιατροί θα είναι στο δικαστήριο και το νοσοκομείο δεν θα λειτουργήσει, όπως λένε:
“Ας μεριμνήσουν οι αρμόδιοι να εξασφαλιστεί η νοσηλεία των ασθενών. Καλή αντάμωση στο ακροατήριο. Μέχρι τότε όλοι οι κατηγορούμενοι θα συνεχίσουν να είναι πραγματικοί γιατροί, θα παρέχουν με ευθύνη τις ιατρικές τους υπηρεσίες, χωρίς να τους επηρεάζει η οργή, η αγανάκτηση, η πικρία τους. Η εμπιστοσύνη των ασθενών δεν πρόκειται να διαψευστεί από τους γιατρούς, παρ’ όλη, επαναλαμβάνουμε την πικρία τους”, σημειώνουν οι γιατροί με αγανάκτηση.
Τι έχει συμβεί
Σύμφωνα με την Ένωση Νοσοκομειακών Γιατρών η υπόθεση αυτή ξεκίνησε μετά την αποπομπή από την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ του πρώην Διοικητή του Νοσοκομείου Αγρινίου, Δημήτρη Μιχάλη, ο οποίος κατήγγειλε μεταξύ άλλων ότι οι γιατροί στα ΤΕΠ δεν συνταγογραφούσαν ηλεκτρονικά κι αυτό είχε μια ενδεχόμενη απώλεια εσόδων για το Νοσοκομείο από τα ασφαλιστικά ταμεία.
Ωστόσο, πρόσφατα και με αφορμή τη συζήτηση, ο πρώην διοικητής κ. Μιχάλης προχώρησε σε διευκρινιστική ανάρτηση στα social media υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων πως στην τότε δήλωσή του, δεν αναφερόταν στους γιατρούς των ΤΕΠ αλλά στους “μεγαλογιατρούς”:
“Το μόνο που προσωπικά κατήγγειλα είναι ότι κάποιοι μεγαλογιατροί στα γραφεία τους βλέπανε «πελατάκια» και τα έστελναν για εξετάσεις, χωρίς να εκδίδουν παραπεμπτικό, για να μην αφήνουν ίχνη. Αφορά απειροελάχιστους – πού όλοι τους ξέρουν αλλά κανείς δεν τους “δίνει”. Γι’ αυτό ζήτησα έρευνα, γιατί το θεωρώ ασέβεια στον πολίτη και απέναντι στους υπόλοιπους συναδέλφους τους. Από ότι βλέπω όμως, με αυτό, δεν ασχολήθηκε κανείς. Βρήκαν το εύκολο θύμα, την ομογενοποίηση και πολτοποίηση όλων των γιατρών που εργάστηκαν στα ΤΕΠ, αδικώντας ακραία μάλιστα τον διαρκή – και πέραν των αντοχών τους- αγώνα που δίδουν καθημερινά για να κρατιέται ανοιχτό και το ΤΕΠ και το νοσοκομείο”, εξήγησε ο ίδιος.
Μετά τις αρχικές δημόσιες καταγγελίες του κ. Μιχάλη διενεργήθηκε εισαγγελική έρευνα «προς διερεύνηση των αδικημάτων της απιστίας (390 ΠΚ), άλλως της παράβασης καθήκοντος (259 ΠΚ) και ενδεχόμενη απώλεια εσόδων του Νοσοκομείου από τα ασφαλιστικά ταμεία», για συνολικά 200 γιατρούς που υπηρέτησαν στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών την εξεταζόμενη περίοδο από τον 8/2018 έως τον 1/2021.
Νοσοκομείο Αγρινίου: Τι έδειξαν οι έρευνες
Στη συνέχεια διενεργήθηκε έλεγχος από το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ) καθώς και από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας.
Στις εκθέσεις τους, ωστόσο, οι αρμόδιοι υπάλληλοι αποτύπωναν ξεκάθαρα τις ανεπάρκειες και τις ελλείψεις του νοσοκομείου, τόσο σε υποδομές και εξοπλισμό, όσο και στα πληροφοριακά συστήματα που θα έπρεπε να διασυνδέουν τα τμήματα και τις κλινικές με τα εργαστήρια.
Εντοπίστηκε επίσης, ότι το Τμήμα Οργάνωσης και Πληροφορικής ήταν “άκρως υποστελεχωμένο”, πως υπήρχε “παντελής απουσία γραμματειακής υποστήριξης σε 24ωρη βάση στα ΤΕΠ”, καθώς επίσης και “μη ύπαρξη και λειτουργία ανεξάρτητου και αυτόνομου ΤΕΠ, σημαντική υποστελέχωση σε ειδικευμένους γιατρούς, καθώς και παντελής έλλειψη ειδικευομένων”.
Στη συνέχεια, όμως, διατάχθηκε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ) από την 6η Υπε, την οποία ανέλαβε ο Διοικητής του ΓΝ «Χατζηκώστα» κ. Δερδεμέζης.
Στο πόρισμά, ωστόσο, σύμφωνα με τους γιατρούς της ΕΙΝΝΑΑ, παρότι όλα τα στοιχεία των προηγούμενων ελεγκτικών αρχών συντριπτικά συνέτειναν στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν προϋποθέσεις ηλεκτρονικής συνταγογράφησης παραπεμπτικών στα ΤΕΠ έως τον Ιανουάριο του 2021 και δεν υπήρξε ούτε ένα στοιχείο ότι οι 200 γιατροί στα ΤΕΠ αρνούνται να εφαρμόσουν την ηλεκτρονική συνταγογράφηση παραπεμπτικών εξετάσεων.
“Ο κ. Δερδεμέζης παίρνοντας ως δεδομένο ότι υπήρχε η δυνατότητα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης των παραπεμπτικών εξετάσεων στο ΤΕΠ, χωρίς να το τεκμηριώνει συγκεκριμένα, καταλήγει αδίκως και χωρίς να το αποδεικνύει, να μετακυλίσει τις ευθύνες και τις ανεπάρκειες της Διοίκησης για τη μη εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και την απώλεια εσόδων από τα ασφαλιστικά ταμεία, δια της διάχυσης, σε όλους τους ΓΙΑΤΡΟΥΣ και στη Διευθύντρια Ιατρικής Υπηρεσίας ως τελικούς αποδέκτες, αντιστρέφοντας τα δεδομένα”.
«Αδιανόητο» και «εξοργιστικό!»
Οι γιατροί δηλώνουν εξοργισμένοι:
“Αυτή είναι η «αναγνώριση» της προσφοράς στους συναδέλφους από όλους τους Διοικούντες; Να διασύρονται στα Δικαστήρια και να διώκονται ποινικά με βάση τα δικά τους καταδικαστικά πορίσματα, καλύπτοντας τις δικές τους ανεπάρκειες; Ποιους γιατρούς; Τους γιατρούς του Νοσοκομείου και των ΚΥ που όλα αυτά τα χρόνια έχουν βάλει πλάτη, δουλεύουν ακατάπαυστα, με υπερεφημέρευση, «εντέλλεσθε» και μετακινήσεις, βγάζοντας ο κάθε γιατρός τη δουλειά που αντιστοιχεί σε 3, λόγω της ακραίας υποστελέχωσης, κάτω του ελάχιστου ορίου ασφάλειας, σχεδόν σε όλα τα τμήματα του Νοσοκομείου προκειμένου να μένουν ανοιχτά και να λειτουργούν;”, σημειώνουν μεταξύ άλλων στην ξέχειλη από αγανάκτηση ανακοίνωσή τους.
Το παράδοξο στην υπόθεση είναι όπως προσθέτουν, πως η αρμόδια Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών με την 333/07.08.2023 διάταξή της έκρινε «ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνηση δίωξης και ως εκ τούτου» και έθεσε «την υπό κρίση δικογραφία στο αρχείο».
Η Αντιεισαγγελέας Εφετών, ωστόσο, στην οποία υποβλήθηκε η διάταξη, έκρινε ότι «προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης του αδικήματος (…) για την πλημμεληματική πράξη της παράβασης καθήκοντος».
“Όσο κι’ αν διαβάσει κανείς την με α.π. 716/16.08.2023 διάταξη της, δεν θα βρει στοιχείο αιτιολογίας της παραδοχής του ότι «προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις»”, λένε οι γιατροί και καταλήγουν πως δεν μπορεί κανείς να τους εκφοβίσει:
“Τους διαβεβαιώνουμε ότι οι προσπάθειές τους θα πέσουν στο κενό. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε και να διεκδικούμε, να αναδεικνύουμε τα προβλήματα και τις ευθύνες τους, που με την πολιτική τους έχουν φτάσει τα Νοσοκομεία της χώρας και το δικό μας στα πρόθυρα της κατάρρευσης”, καταλήγουν.
Της Γιάννας Σουλάκη / Πηγή: iatropedia.gr