Βήματα για την απεξάρτηση από τη Ρωσία στο κρίσιμο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας κάνει η Βουλγαρία, η οποία έχει ζητήσει τη βοήθεια των ΗΠΑ για τον πυρηνικό σταθμό του Κοζλοντούι.
Κληρονομία της εποχής του Συμφώνου της Βαρσοβίας ο πυρηνικός σταθμός που απειλεί ολόκληρα τα Βαλκάνια φτάνει τα 60 χρόνια λειτουργίας.
Την περασμένη εβδομάδα ο Τσάνκο Μπασίσκι, πρόεδρος της Βουλγαρικής Ρυθμιστικής Αρχής για τις Πυρηνικές Εγκαταστάσεις, δήλωσε ότι η χώρα του περιμένει νέες ράβδους πυρηνικού καυσίμου αμερικανικής προέλευσης.
Οι ράβδοι που κατασκευάζονται από την αμερικανική εταιρεία Westinghouse, πρόκειται να αποσταλούν τον Απρίλιο από τη Σουηδία στη Βουλγαρία και θα μπορούσαν να φορτωθούν στη μονάδα 5 του Κοζλοντούι τον Μάιο. Παράλληλα, η Westinghouse συνεργάζεται με τη Βουλγαρία για την κατασκευή δύο νέων αντιδραστήρων με κόστος περίπου 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η κίνηση αυτή είναι συμβολικό βήμα απεξάρτησης για τη Βουλγαρία, σημειώνει το Politico, η οποία διατηρεί ιστορικά στενούς δεσμούς με τη Ρωσία σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Θα μπορούσε επίσης να σημαίνει απώλεια εσόδων για τη Μόσχα, η οποία στηρίζεται και στο εμπόριο πυρηνικών καυσίμων αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η Βουλγαρία έχει επίσης «φιλορωσικά ολιγαρχικά δίκτυα» που επί χρόνια υποστήριζαν ότι τα πυρηνικά σχέδια της χώρας θα μπορούσαν να λειτουργήσουν μόνο με ρωσικά καύσιμα, προσθέτει στο Politco ειδικός. Οι αρμόδιες αρχές τονίζουν ότι οι ισχυρισμοί είναι υπερβολικοί και δεν αναμένουν σοβαρά προβλήματα μεταξύ των ρωσικών και των αμερικανικών καυσίμων.
Εκτός από τη δημιουργία νέων αντιδραστήρων και την τεχνική βοήθεια, αμερικανικές χώρες επιδιώκουν να λειτουργήσουν εκ νέου ορυχεία ουρανίου, οδηγώντας προς τα πάνω τις τιμές των πυρηνικών καυσίμων.
Σε ένα παρόμοιο καθεστώς εξάρτησης από τα ρωσικά πυρηνικά καύσιμα βρίσκονται, πέρα από τη Βουλγαρία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία και η Φινλανδία. Ανάλυση από τη δεξαμενή σκέψης Bellona, δείχνει ότι οι χώρες της ΕΕ διπλασίασαν πέρυσι τις αγορές ρωσικών πυρηνικών καυσίμων, καταβάλλοντας συνολικά 686 εκατ. ευρώ, έναντι 280 εκατ. ευρώ το 2021.
Οι αντιδραστήρες είναι κατά κανόνα κληρονομιά της σοβιετικής περιόδου, κατά την οποία η Μόσχα είχε κατασκευάσει 19 μονάδες σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Αντίθετο δρόμο έχει πάρει η Ουγγαρία που εξακολουθεί να έχει πολύ στενές πολιτικές σχέσεις με τη Ρωσία.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν έχει ορκιστεί μάλιστα να ασκήσει βέτο σε κυρώσεις κατά του μη στρατιωτικού πυρηνικού τομέα της Ρωσίας. Παράλληλα, η ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom εργάζεται για την επέκταση του ουγγρικού πυρηνικού σταθμού Paks II, που αναμένεται να ξεκινήσει το 2025.