Η ίδια αίσθηση τώρα ακούγοντας ένα ρετσιτατίβο του ράπερ ΛΕΞ που υποδεχόμαστε την ερχόμενη εβδομάδα και στο Βερολίνο. Αυτή η άδολη φωνή κι αυτοί οι στίχοι που έχουν τη μυρωδιά της αντάρας και τη γεύση της πέτρας:
Τρέμει το βλέφαρο του αριστερού μου ματιού
Σαν κάποιο αρχέγονο κακό να μας γυρεύει παντού
Ως το μέλλον στον καιρό του μολυσμένου ουρανού
Που αλλάζει χρώμα με το πάτημα ενός μόνο κουμπιού
Ταμπέλες neon, διαφημίσεις ψηφιακού οργασμού
Στρατοί φονιάδων στην υπηρεσία του νέου Θεού
Τα ίδια κόζια όπως τα ξες, ανασφάλεια και stress
Κι η φωνή ενός μαλάκα να φωνάζει εντολές
Σκλαβοπάζαρα που κάποιοι ονόμασαν δουλειές
Με το κεφάλι σου σκυφτό τηρείς τις περγαμηνές
Είδα ένα φίλο μου στον ύπνο μου να πέφτει απ’ αυτές
Είδα την έτσι στην πλατεία μ’ ένα φλώρο προχθές
Γιατί ο πόνος είναι αόρατος μα οι ουλές φανερές
Το όραμα μου, πανικός, 40+ πυρετός
Παραλήρημα, λιακάδα και δε βλέπω το φως
Όσοι δε βλέπουν ό,τι βλέπω, λένε «Τι βλέπει αυτός;»
Μα είναι τιμή μου να είμ’ αυτός που τα βλέπει αλλιώς
Λέξεις άστεγες, λέξεις σκλάβες
Στην Ελλάδα γράφεται λοιπόν και μια ποίηση που δεν ξέρει από καλολογικά στοιχεία, μια ποίηση διακεκαυμένη, πυριφλεγέθουσα. Η ίδια αίσθηση και στους στίχους ενός άλλου αποδιοπομπαίου βάρδου, του Έλληνα ποιητή με τσετσενική καταγωγή Γιάζρα Χαλίντ:
Δε χρειαζόμαστε άλλους ποιητικούς κύκλους,
δε χρειαζόμαστε άλλους σεφέρηδες,
στη γειτονιά μου θυσιάζουν τους παρθένους ποιητές·
ράπερς αντιφασίστες στην πλατεία
μαθαίνουν στα πιτσιρίκια να εκπαιδεύουν λέξεις.
Να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι: η τέχνη του ποιητή.
Ζαν Ζενέ, μ’ ακούς;
Οι λέξεις μου είναι άστεγες,
κοιμούνται στα παγκάκια της Κλαυθμώνος
σκεπασμένες με χαρτόκουτα απ’ το Ikea.
Οι λέξεις μου δεν μιλάνε στις ειδήσεις,
κάνουν πεζοδρόμιο κάθε βράδυ.
Οι λέξεις μου είναι προλετάρισσες, σκλάβες όπως εγώ,
δουλεύουν στα φασονάδικα μέρα νύχτα.
Δε θέλω άλλα μοιρολόγια,
δε θέλω άλλα ρήματα που ν’ ανήκουν στον άμαχο πληθυσμό·
χρειάζομαι μια καινούργια γλώσσα, όχι νταβατζιλίκια.
Περιμένω μια επανάσταση να με εφεύρει·
ποθώ τη γλώσσα του ταξικού ανταγωνισμού,
μια γλώσσα που ’χει γευτεί την εξέγερση.
Καμία λέξη δε θα μείνει αιχμάλωτη πίσω·
αναζητώ ένα πέρασμα.
πηγή: dw