Με την απόφαση του δικαστηρίου, απορρίπτεται το αίτημα του 9οχρονου Αρχιεπισκόπου Σινά Δαμιανού να αναγνωριστεί ως νόμιμος ιδιοκτήτης του κτιριακού συγκροτήματος της Μονής – καθώς το μοναστήρι δεν είναι νομικό πρόσωπο – με το επιχείρημα ότι δεν διαθέτει… τίτλους ιδιοκτησίας, είτε επειδή τα έγγραφα που επικαλέστηκε δεν θεωρήθηκαν νόμιμα!
Μάλιστα, στην απόφαση αναφέρεται ότι υπήρξε παρέμβαση (κατά των συμφερόντων της Μονής) από το αιγυπτιακό υπουργείο Πολιτισμού, όπως και του προέδρου του Ανωτάτου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων.
Δείτε την απόφαση του αιγυπτιακού δικαστηρίου (σε ανεπίσημη μετάφραση)
Ωστόσο, δημοσίευμα της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Al Ahram υπό τον τίτλο «Τελική απόφαση για αμφισβητούμενες εκτάσεις στο Νότιο Σινά» δίνει διαφορετική εκδοχή στην ανάγνωση της δικαστικής απόφασης και κατά συνέπεια στα έννομα αποτελέσματά της. Ειδικότερα, σύμφωνα με το δημοσίευμα οι μοναχοί θα επωφεληθούν να είναι φιλοξενούμενοι στη Μονή για να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και παράλληλα ότι όσα οικόπεδα και κτίρια χρησιμοποιούσε η Μονή και είχε σχετικά έγγραφα, δεν μπορούν να καταπατηθούν από άλλους- και συνεπώς μπορούν να συνεχίσουν να τα χρησιμοποιούν, ενώ όσα ήταν «αμφισβητούμενα», περνούν όλα στο Αιγυπτιακό Δημόσιο.
Το δημοσίευμα της Al Ahram αναφέρει, ειδικότερα ότι «Το Εφετείο Ισμαηλίας, στο Κυβερνείο του Σινά, εξέδωσε χθες την απόφασή του σχετικά με την αγωγή που κατατέθηκε σχετικά με αμφισβητούμενα οικόπεδα στο Κυβερνείο του Νότιου Σινά. Η απόφαση εκδόθηκε υπό την προεδρία του Συμβούλου Alaa Mustafa Abdel Razek και τη συμμετοχή των Συμβούλων Hassanein Ahmed Al-Wasif και Amir Hassan Abu Al-Leil. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι μοναχοί της Μονής της Αγίας Αικατερίνης δικαιούνται να επωφεληθούν από το μοναστήρι και τους θρησκευτικούς αρχαιολογικούς χώρους στην περιοχή της Αγίας Αικατερίνης, με το κράτος να κατέχει αυτούς τους χώρους ως δημόσια περιουσία. Αυτό λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι μοναχοί διαμένουν εκεί με τη θρησκευτική τους ιδιότητα και ασκούν τις θρησκευτικές τους τελετουργίες υπό την ηγεσία του επισκόπου της μονής, ο οποίος διορίστηκε με το Προεδρικό Διάταγμα Αρ. 306 του 1974. Το Ανώτατο Συμβούλιο Αρχαιοτήτων επιβλέπει αυτούς τους αρχαιολογικούς χώρους. Το δικαστήριο έκρινε επίσης ότι οι συμβάσεις που έχουν υπογραφεί μεταξύ της Τοπικής Μονάδας της Πόλης της Αγίας Αικατερίνης και της μονής σχετικά με ορισμένα οικόπεδα που χρησιμοποιούνται από τους πιστούς της μονής πρέπει να γίνονται σεβαστές, ακυρώνοντας έτσι οποιαδήποτε καταπάτηση αυτών των εκτάσεων. Το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα υπόλοιπα αμφισβητούμενα οικόπεδα αποτελούν φυσικά καταφύγια, τα οποία αποτελούν όλα δημόσια κρατική περιουσία και δεν μπορούν να διατεθούν ή να αποκτηθούν με παραγραφή. Δεν έχουν εκδοθεί συμβάσεις σχετικά με αυτά από την αρμόδια αρχή.