Η συνεχιζόμενη ακρίβεια στην Ελλάδα είναι εισαγόμενη ή σχετίζεται κατά κύριο λόγο με τις μονοπωλιακές πρακτικές που επικρατούν στην ελληνική οικονομία; Από την αρχή της πληθωριστικής κρίσης η κυβέρνηση επιμένει ότι η ακρίβεια είναι εισαγόμενη και όχι ελληνικό φαινόμενο.
Στις 20 Μαΐου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης δήλωνε: «Η εισαγόμενη ακρίβεια είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά. Η κυβέρνηση αναλαμβάνει διαρκώς πρωτοβουλίες για να μειώσει τις επιπτώσεις του και να προστατεύσει τους καταναλωτές».
Η επιστολή στην Ούρσουλα βον ντερ Λάιεν
Στην αρχή η κυβέρνηση απέδιδε την έκρηξη των τιμών στις παρενέργειες της καραντίνας. Στη συνέχεια, υπεύθυνη ήταν η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Προεκλογικά, κατήγγειλε τις πρακτικές των πολυεθνικών.
Μάλιστα, 20 μέρες πριν τις ευρωεκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης απέστειλε επιστολή στην πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα βον ντερ Λάιεν στην οποία έκανε λόγο για «διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική που ακολουθούν έναντι μεμονωμένων κρατών μελών οι πολυεθνικοί κολοσσοί». Ο πρωθυπουργός υποστήριζε ότι «ένας από τους βασικούς λόγους που προκαλούν την ανεπιθύμητη αυτή κατάσταση είναι οι Γεωγραφικοί Εφοδιαστικοί Περιορισμοί (Territorial Supply Constraints – TSCs) που επιβάλλουν οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις μεταξύ των αγορών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να αξιοποιήσουν τη δεσπόζουσα θέση που έχουν στις αγορές, κυρίως, των μικρότερων από αυτά».
Η έρευνα της ΤτΕ
Η έρευνα της Τραπέζης της Ελλάδος όμως που δημοσιεύει σήμερα η Καθημερινή, διαψεύδει το αφήγημα Μητσοτάκη. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η Ελλάδα είναι η δεύτερη ακριβότερη χώρα στην ευρωζώνη στα στα επώνυμα τυποποιημένα προϊόντα. Το γεγονός ότι τα ίδια προϊόντα στα ελληνικά σούπερ μάρκετ κοστίζουν περισσότερο από ό,τι στη Γαλλία ή την Γερμανία, είναι κάτι ήδη γνωστό -είναι εκατοντάδες τα σχετικά δημοσιεύματα και οι αναρτήσεις στα social media. Τώρα έχουμε στα χέρια μας και την ερευνητική τεκμηρίωση.
Συγκρίνοντας τις τιμές 41 επώνυμων προϊόντων, οι ερευνητές της ΤτΕ διαπίστωσαν ότι η Ελλάδα είναι κατά 10% πιο ακριβή από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο αλεσμένος καφές είναι 50% ακριβότερος, το βούτυρο 54%, η μαργαρίνη 60%, οι χαρτοπετσέτες 100%, ο στιγμιαίος καφές 17%, τα δημητριακά 15% , τα ανθρακούχα αναψυκτικά 15% , το ουίσκι 7%. Πιο φτηνά είναι στην Ελλάδα το ελαιόλαδο κατά 24% , το σαμπουάν 13%, το φρέσκο γάλα 8% και οι βρεφικές πάνες 4%.
Το πολύ ενδιαφέρον όμως είναι ότι κατά τους ερευνητές της ΤτΕ, η ακρίβεια δεν είναι εισαγόμενη αλλά οφείλεται σε εγχώριους παράγοντες. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «ο ανταγωνισμός στην αγορά των παραγωγών, η συγκέντρωση της αγοράς λιανικής και οι συνήθειες των καταναλωτών εξηγούν σημαντικό μέρος των διαφορών στις τιμές μεταξύ των χωρών».
Είναι ενδεικτικό άλλωστε ότι μια η Πορτογαλία που ούτε πλούσια είναι ούτε στο ευρωπαϊκό κέντρο βρίσκεται, είναι κατά 11% φθηνότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η ανάγκη παρεμβάσεων
Η έρευνα της ΤτΕ πιστοποιεί την ανάγκη παρεμβάσεων για να δοθεί τέλος στις ολιγοπωλιακές πρακτικές που τροφοδοτούν την ακρίβεια. Από την έναρξη της πληθωριστικής κρίσης, η κυβέρνηση δεν έχει κάνει τίποτα για να σπάσει τα καρτέλ που φαλκιδεύουν τον ανταγωνισμό και κανιβαλίζουν την ελληνική οικονομία. Αντιθέτως, ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του επιχειρούν διαρκώς να αντιμετωπίσουν την ακρίβεια με εμβαλωματικές επιδοματικές παρεμβάσεις και επικοινωνιακά πυροτεχνήματα. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε στο… ράφι.