Kόκκινη κάρτα σε Unilever, P&G από την Επιτροπή Ανταγωνισμού – Τα απορρυπαντικά τους πωλούνται έως και 361% ακριβότερα στην Ελλάδα
«Στη σέντρα», κατά το κοινώς λεγόμενον, βγάζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού τις δύο πολυεθνικές, Unilever και P&G, οι οποίες κατέχουν τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς στην κατηγορία των απορρυπαντικών για ρούχα, καθώς, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας τιμών στην Ελλάδα και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες που πραγματοποίησε η Αρχή, προκύπτει ότι τα προϊόντα των δύο παραπάνω εταιρειών πωλούνται στην Ελλάδα κατά 113,92% έως 361% ακριβότερα σε σύγκριση με τη φθηνότερη χώρα στην Ε.Ε. που είναι η Ιρλανδία, με φθηνές επίσης χώρες –με βάση και την αγοραστική δύναμη– να είναι η Σουηδία και η Γερμανία.
Για ποιους λόγους προχώρησε η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην εν λόγω έρευνα τιμών και κυρίως στη δημοσιοποίηση των ευρημάτων στο ενημερωτικό δελτίο που εξέδωσε χθες;
Κατ’ αρχάς, διότι από τον Ιούλιο κι έπειτα καταγράφηκε σημαντική αύξηση του πληθωρισμού τής ευρύτερης κατηγορίας «προϊόντα καθαρισμού σπιτιού» στην Ελλάδα έναντι της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ενώ μέχρι τον Ιούνιο η απόκλιση ήταν μικρή (5,7% αύξηση στην Ευρωζώνη και 5,8% στην Ελλάδα), τον Ιούλιο έφτασε σε 7,3% για την Ευρωζώνη και 8,1% στην Ελλάδα, για να διευρυνθεί ακόμη περισσότερο τους επόμενους μήνες (8,2% και 11,4%, αντιστοίχως, τον Αύγουστο κ.ο.κ.).
Επίσης, τον Δεκέμβριο ο εν λόγω δείκτης αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τον Νοέμβριο, με τις αυξήσεις τιμών στα απορρυπαντικά να είναι 15,9% τον Δεκέμβριο έναντι 13,4% τον Νοέμβριο του 2022. Δεύτερον, με τη δημοσιοποίηση των στοιχείων η Επιτροπή Ανταγωνισμού (Ε.Α.) στοχεύει κυρίως στο να προκαλέσει μείωση των τιμών από την πλευρά των εταιρειών, καθώς, αν μη τι άλλο, η δημοσιοποίηση στοιχείων περί υψηλών τιμών και μάλιστα σε σύγκριση με χώρες με υψηλότερη αγοραστική δύναμη ενδέχεται να επηρεάσει την πολιτική τιμολόγησης από την πλευρά των πολυεθνικών.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι αν και η Ε.Α. αποφεύγει να δημοσιοποιήσει τα συμπεράσματά της ως προς τις αιτίες των υψηλών τιμών στην Ελλάδα, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο έρευνας για αντιανταγωνιστικές πρακτικές σε επόμενο χρόνο.
Σύμφωνα, πάντως, με αρμόδιες πηγές αλλά και με αναλυτές της αγοράς, τρεις από τις κύριες αιτίες είναι το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς, που στην ουσία δεν δημιουργεί κίνητρο για μεγάλο ανταγωνισμό στις τιμές, η χαμηλή διείσδυση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στην κατηγορία των απορρυπαντικών για ρούχα, καθώς και η πολύ μικρή εγχώρια παραγωγή.
Ακόμη πάντως και αν η Ε.Α. δεν προχωράει στη δημοσιοποίηση της ερμηνείας των υψηλών τιμών, οι παρατηρήσεις στις οποίες προβαίνει είναι αρκετά αποκαλυπτικές:
- Η Ελλάδα κατατάσσεται στην ομάδα χωρών που έχουν υψηλές τιμές ανεξαρτήτως του μεγέθους της συσκευασίας. Το γεγονός αυτό δεν φαίνεται να επηρεάζεται από τον γεωγραφικό παράγοντα, καθώς η Ελλάδα με την Κύπρο έχουν μεγάλη διαφορά στις τιμές τους (η Κύπρος έχει φθηνότερες τιμές) παρόλο που για τη μεταφορά του προϊόντος στην Κύπρο πιθανώς να χρειάζεται επιπλέον κόστος, λόγω γεωγραφικής τοποθεσίας.
- Στην Ελλάδα, όσο πιο μικρή είναι η συσκευασία τόσο υψηλότερη είναι η τιμή ανά τεμάχιο (στις κάψουλες). Στη συσκευασία των 14 τεμαχίων η τιμή ανά τεμάχιο είναι 0,66 ευρώ, ενώ σε αυτή των 54 τεμαχίων, 0,44 ευρώ. Στην Ολλανδία, για παράδειγμα, η τιμή ανά τεμάχιο δεν διαφοροποιείται.
Στο πλαίσιο της έρευνας εξετάστηκαν προϊόντα σε κάψουλες και σκόνη πλυντηρίου των σημάτων Skip και Ariel.
Στο μικροσκόπιο τέσσερα ακόμη βασικά προϊόντα
Οχι μόνο τα απορρυπαντικά πλυντηρίου ρούχων, αλλά και τέσσερα ακόμη βασικά προϊόντα βρίσκονται στο μικροσκόπιο της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Συγκεκριμένα, η Αρχή αποφάσισε να χαρτογραφήσει τις συνθήκες ανταγωνισμού στην εν λόγω αγορά, καθώς επίσης και στις αγορές του φρέσκου γάλακτος, του βρεφικού γάλακτος, του τυριού και του αγελαδινού γιαουρτιού.
Σκοπός της χαρτογράφησης στα συγκεκριμένα προϊόντα είναι να εμβαθύνει την έρευνα της Ε.Α., που ξεκίνησε σε σειρά προϊόντων κατόπιν και της σύστασης ομάδας κρούσης σούπερ μάρκετ με την κλαδική έρευνα στα βασικά καταναλωτικά είδη, που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο 2021, λαμβάνοντας υπόψη και τις τελευταίες εξελίξεις στην αγορά λόγω της σημαντικής αύξησης τιμών σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, μεταβολή στις συνήθειες των καταναλωτών και μέτρων που έχουν υιοθετηθεί από την Πολιτεία.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την εν λόγω κλαδική έρευνα και μάλιστα με βάση τα επικαιροποιημένα στοιχεία αυτής, στον κλάδο των απορρυπαντικών τη μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ έχουν δύο προμηθευτές, στα γιαούρτια κυρίως ένα σούπερ μάρκετ και ένας προμηθευτής, στα τυριά κυρίως ένας προμηθευτής.
Γενικότερα, πάντως, πέραν των παραπάνω, καθοριστικής σημασίας για τον εντοπισμό αντιανταγωνιστικών πρακτικών, αποδεικνύεται η πλατφόρμα ανώνυμης πληροφόρησης (whistleblowing) την οποία εγκαινίασε η Επιτροπή Ανταγωνισμού το 2021. Σύμφωνα με την Ε.Α. η αύξηση των προς έναρξη υποθέσεων (68 τον Δεκέμβριο του 2022) οφείλεται κυρίως στη λειτουργία της εν λόγω πλατφόρμας. Την ίδια ώρα οι υποθέσεις που είχαν ανοίξει ήταν 15 και οι υποθέσεις που είχαν κληρωθεί σε εισηγητή 2. Σημειώνεται ότι οι κληρωμένες υποθέσεις σε εισηγητή έχουν χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης τους 5 μήνες με δυνατότητα παράτασης 2 μηνών.
Συνολικά το 39% των υποθέσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο τέλος του 2022 αφορούσε καταγγελίες (σε αυτές συμπεριλαμβάνονται και αυτεπάγγελτες έρευνες που ξεκίνησαν ύστερα από καταγγελίες), το 37% αυτεπάγγελτες έρευνες και έρευνες, το 7% συγκεντρώσεις, το 3% κλαδικές μελέτες και το 14% λοιπές κατηγορίες (σε αυτές συμπεριλαμβάνονται και τα μηνύματα στην πλατφόρμα ανώνυμης πληροφόρησης, καθώς και οι κανονιστικές παρεμβάσεις). Ο μέσος όρος ηλικίας των υποθέσεων ήταν το 2022 1 έτος και 8 μήνες, από 1 έτος και 2 μήνες το 2021, ενώ το 2019 ο μέσος όρος ηλικίας των υποθέσεων ήταν τα 8 έτη.