Οκόσμος είναι -δυστυχώς- απροετοίμαστος για μία τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη, που δεν είναι καθόλου απίθανη μέσα στις επόμενες δεκαετίες, όπως κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου Βρετανοί ειδικοί του Κέντρου Μελέτης Υπαρξιακού Κινδύνου (CSER) του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ. Οι έμμεσες επιπτώσεις από κάτι τέτοιο -πέρα από την άμεση καταστροφή- θα ήσαν σοβαρές για το κλίμα και τη διατροφική αλυσίδα.
Η πιθανότητα για μία γιγάντια έκρηξη ηφαιστείου (μεγέθους 7 στη σχετική κλίμακα εκρηκτικότητας «Volcano Explosivity Index-VOI») κάπου στη Γη μέσα στα επόμενα χρόνια εκτιμάται σε μία στις έξι. Κάτι που οι επιστήμονες, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», χαρακτηρίζουν «ρίξιμο του ζαριού» για να δείξουν ότι το ζήτημα πρέπει να αρχίσει να λαμβάνεται πιο σοβαρά από ό,τι μέχρι σήμερα που η προσοχή στρέφεται σε άλλους μεγάλους κινδύνους για την ανθρωπότητα (κλιματική κρίση, πρόσκρουση αστεροειδούς κ.ά.).
Οι ειδικοί τονίζουν πως «υπάρχει μία ευρεία παρανόηση ότι οι κίνδυνοι μείζονος ηφαιστειακής έκρηξης είναι χαμηλοί» και επισημαίνουν πως είναι «απερίσκεπτη» η τωρινή έλλειψη κυβερνητικών επενδύσεων για επιτήρηση και απόκριση σε περίπτωση ηφαιστειακής καταστροφής. Γι’ αυτό καλούν να ληφθούν έγκαιρα μέτρα, όπως η καλύτερη ενημέρωση του κοινού για τους ηφαιστειακούς κινδύνους, αλλά και πιο τολμηρές πρωτοβουλίες, όπως η βελτιωμένη διαχείριση του μάγματος σε επικίνδυνα ηφαίστεια.
«Τα δεδομένα που έχουν συλλεχθεί από πυρήνες πάγου σχετικά με τη συχνότητα των ηφαιστειακών εκρήξεων σε μεγάλο βάθος χρόνου δείχνουν ότι υπάρχει πιθανότητα μία στις έξι για μία έκρηξη μεγέθους επτά μέσα στα επόμενα 100 χρόνια. Αυτό ισοδυναμεί με ρίξιμο του ζαριού. Τέτοιες γιγάντιες εκρήξεις έχουν προκαλέσει απότομη κλιματική αλλαγή και κατάρρευση πολιτισμών στο μακρινό παρελθόν», δήλωσε η ερευνήτρια δρ Λάρα Μάνι του CSER.
O κίνδυνος μίας γιγάντιας ηφαιστειακής έκρηξης είναι εκατοντάδες φορές μεγαλύτερος σε σχέση με τον κίνδυνο να πέσει στη Γη ένας αστεροειδής
Όπως ανέφερε, ο κίνδυνος μίας γιγάντιας ηφαιστειακής έκρηξης είναι εκατοντάδες φορές μεγαλύτερος σε σχέση με τον κίνδυνο να πέσει στη Γη ένας αστεροειδής ή κομήτης διαμέτρου ενός χιλιομέτρου. «Εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια αφιερώνονται στις απειλές των αστεροειδών κάθε χρόνο, όμως υπάρχει σοβαρή έλλειψη παγκόσμιας χρηματοδότησης και συντονισμού όσον αφορά την προετοιμασία μίας ηφαιστειακής έκρηξης. Αυτό είναι κάτι που πρέπει -επειγόντως- να αλλάξει. Υποτιμούμε τελείως τον κίνδυνο που συνιστούν τα ηφαίστεια για τις κοινωνίες μας», πρόσθεσε.
Η τελευταία μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη στη Γη συνέβη στην Τόνγκα φέτος τον Ιανουάριο. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι αν είχε διαρκέσει περισσότερο, είχε απελευθερώσει περισσότερες στάχτες και αέρια ή αν είχε συμβεί σε μία περιοχή με ζωτικές υποδομές, όπως η Μεσόγειος, οι τοπικές και παγκόσμιες επιπτώσεις της θα ήταν καταστροφικές. «Η έκρηξη της Τόνγκα ήταν το ηφαιστειακό ισοδύναμο ενός αστεροειδούς που περνάει ξυστά από τη Γη και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως κλήση αφύπνισης», σημείωσε η Μάνι.
Οι ερευνητές εκτιμούν, με βάση τη μελέτη των ιχνών θείου στους αρχαίους πυρήνες πάγου, ότι μία ηφαιστειακή έκρηξη δέκα έως 100 φορές ισχυρότερη από εκείνη της Τόνγκα συμβαίνει κάθε περίπου 625 χρόνια, μία συχνότητα διπλάσια της εκτιμώμενης μέχρι σήμερα.
Ο ηφαιστειολόγος δρ Μάικ Κάσιντι του Μπέρμιγχαμ υπογράμμισε ότι «η τελευταία έκρηξη μεγέθους 7 συνέβη το 1815 στην Ινδονησία. Εκτιμάται ότι 100.000 άνθρωποι πέθαναν επί τόπου και οι παγκόσμιες θερμοκρασίες υποχώρησαν κατά έναν βαθμό κατά μέσο όρο, προκαλώντας μαζικές καταστροφές στις γεωργικές καλλιέργειες, οι οποίες οδήγησαν σε πείνα, βίαιες εξεγέρσεις και επιδημίες στη διάρκεια της περιόδου που έμεινε γνωστή ως το “έτος χωρίς καλοκαίρι”. Ζούμε πια σε έναν κόσμο με οκταπλάσιο πληθυσμό και τουλάχιστον 40 φορές μεγαλύτερο επίπεδο εμπορικών συναλλαγών. Τα πολύπλοκα παγκόσμια δίκτυά μας μάς καθιστούν ακόμη πιο ευάλωτους στα σοκ μίας μείζονος έκρηξης».
Οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι οικονομικές ζημιές από μία τεράστια ηφαιστειακή έκρηξη θα είναι της τάξης των πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σε μία κλίμακα ανάλογη μίας μεγάλης πανδημίας.
Μέχρι στιγμής, οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει την τοποθεσία μόνο μερικών από τις συνολικά 97 μεγάλες ηφαιστειακές εκρήξεις που εκτιμάται ότι συνέβησαν κατά τα τελευταία 60.000 χρόνια με βάση τις ενδείξεις του γεωλογικού «αρχείου». Αυτό σημαίνει ότι στον πλανήτη μας μπορεί να υπάρχουν δεκάδες ηφαίστεια ικανά να προκαλέσουν πολύ καταστροφικές εκρήξεις, τα οποία όμως δεν έχουν ακόμη εντοπιστεί.
«Μπορεί να μη γνωρίζουμε ούτε καν για σχετικά πρόσφατες εκρήξεις λόγω της έλλειψης ερευνών σε πυρήνες θαλασσών και λιμνών, ιδίως σε παραμελημένες περιοχές της ΝΑ Ασίας. Τα ηφαίστεια μπορούν να μείνουν “κοιμισμένα” για πολύ καιρό, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι ικανά για αιφνίδια και ασυνήθιστη καταστροφή», τόνισε ο Κάσιντι.
Οι Βρετανοί ειδικοί επισημαίνουν ότι υπάρχουν περιθώρια για τη βελτίωση της επιτήρησης των ηφαιστείων, καθώς από το 1950 μέχρι σήμερα μόνο περίπου μία στις τέσσερις εκρήξεις (27%) είχαν κάποιον σεισμογράφο εγκατεστημένο κοντά τους, ενώ μόνο το ένα τρίτο ακόμη και αυτών των στοιχείων από τα όργανα έχουν εισαχθεί σε παγκόσμια ηφαιστειακή βάση δεδομένων.
Οι επιστήμονες καλούν, μεταξύ άλλων, να αυξηθούν οι έρευνες για άμεσες γεω-επεμβάσεις («geoengineering») στα δυνητικά επικίνδυνα ηφαίστεια. «Ο άμεσος επηρεασμός της ηφαιστειακής συμπεριφοράς μπορεί να φαίνεται αδιανόητος, αλλά έτσι φαινόταν και η αποτροπή των αστεροειδών μέχρι το 2016 που η NASA δημιούργησε το Γραφείο Συντονισμού Πλανητικής Άμυνας», υπογράμμισε η Μάνι.