Οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) βρίσκονται το τελευταίο διάστημα σε «τεντωμένο σχοινί». Ένα παρόμοιο γεωπολιτικό «παιχνίδι» έγινε το 2014 όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία και η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία.
Αυτό ήταν το χαμηλότερο σημείο στις σχέσεις των δύο εταίρων από την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Ωστόσο, οι πρόσφατες εξελίξεις δείχνουν πως οι σχέσεις Ρωσίας και ΕΕ, περνάνε την μεγαλύτερη κρίση από ποτέ άλλοτε. Έτσι, δημιουργούνται κάποια ερωτήματα όπως: Πώς θα αντιδράσει η ΕΕ στις ολοένα αυξανόμενες εχθρικές ενέργειες της Ρωσίας; Θα ενισχυθεί η δύναμη της Ένωσης; Γιατί η ΕΕ ήταν ήπια με τη Ρωσία μέχρι σήμερα;
Είναι δύσκολο 27 κράτη να έχουν την ίδια στάση απέναντι σε ένα πρόβλημα, ιδιαίτερα απέναντι στη Ρωσία, με την οποία το κάθε κράτος έχει διαφορετικές σχέσεις και διαφορετικά συμφέροντα. Η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία έχουν στενές εμπορικές, οικονομικές και ενεργειακές σχέσεις με την Ρωσία, οπότε μία σύγκρουση μεταξύ τους δεν συμφέρει τα κράτη αυτά. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, όπως οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία, επιθμούν να απαλλάξουν πλέον τους εαυτούς τους από το βάρος της ρωσικής πίεσης.
Η Ρωσία παίρνει αποφάσεις πολύ γρηγορότερα από την ΕΕ
Επίσης, η θεσμική σύνθεση της ΕΕ δεν κατασκευάστηκε για την ταχεία λήψη αποφάσεων ούτε για την εφαρμογή σθεναρών απαντήσεων έναντι της επιθετικότητας. Για παράδειγμα, η υποστήριξη της Ρωσίας στο καθεστώς του Άσαντ στη Συρία έλαβε τη μορφή πολυάριθμων συναντήσεων στην ΕΕ που είχαν ως αποτέλεσμα την αναταραχή και την καθυστέρηση.
Σε αντίθεση με τη Ρωσία, όπου ο Πούτιν βρίσκεται στο τιμόνι των στρατιωτικών, οικονομικών πόρων και των θεσμών της. Η έλλειψη πολυδιάστατων θεσμών για τη λήψη αποφάσεων σημαίνει ότι η Ρωσία είναι σε θέση να λάβει αποφασιστικές δράσεις πολύ πιο γρήγορα.
Ωστόσο, παρ’ όλα τα ελαττώματα της ΕΕ, απέναντι στη Ρωσία κατά τη διάρκεια των γεγονότων στην Κριμαία το 2014, σχημάτισε μια ενιαία και δυνατή στάση. Οι οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία ομόφωνα έκτοτε συνεχίζουν να κυρώνονται ακόμη και σήμερα μετά την αποτυχία της Ρωσίας να συμμορφωθεί με τη συμφωνία του Μινσκ, δείχνοντας στον κόσμο ότι η ΕΕ «κρατάει τον λόγο της».
Μπορούν οι οικονομικές κυρώσεις να επηρεάσουν την ρωσική πολιτική;
Η επιβολή οικονομικών κυρώσεων μπορεί και πάλι να είναι ένα ισχυρό εργαλείο στην αποτροπή της ρωσικής συγκέντρωσης στρατευμάτων στα σύνορα με την Ουκρανία. Το πρόσφατο πακέτο βοήθειας της ΕΕ για την Ουκρανία αξίας 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων και οι συνομιλίες μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ για περαιτέρω οικονομικές κυρώσεις που στοχεύουν τον ρωσικό τραπεζικό τομέα θα μπορούσαν πιθανότατα να είναι άλλο ένα εργαλείο με το οποίο μπορεί η Δύση να «χτυπήσει» τη Ρωσία.
Η Πολωνία, η Μολδαβία και η Γεωργία μαζί με άλλα κράτη της Βαλτικής έχουν επιτύχει πολλά με την υποστήριξη της ΕΕ, από την οικοδόμηση μιας ισχυρότερης οικονομίας, τη δημιουργία γερών δημοκρατικών θεμελίων και το κράτος δικαίου. Παράλληλα,η Βρετανία έχει την ευκαιρία να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο στην περιοχή τόσο οικονομικά όσο και σε τομείς στρατηγικού ενδιαφέροντος όπως η τεχνολογία. Στον τομέα της άμυνας, η Βρετανία παίζει ήδη σημαντικό ρόλο μέσω της παρουσίας του ΝΑΤΟ, συμβάλλοντας στις προσπάθειες αποτροπής και ικανότητας της Συμμαχίας στη Βαλτική.
Εν ολίγοις, οι σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας έχουν για άλλη μια φορά «παγώσει». Η έλλειψη ενιαίας αντιμετώπισης των προβλημάτων στην ΕΕ παραμένουν εμπόδιο για μια σθεναρή απάντηση στην προκλητικότητα της Ρωσίας. Η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού Υπουργείου Εξωτερικών της Ένωσης και η ταχύτερη ανταπόκριση είναι η μόνη ευκαιρία που έχει η ΕΕ να καταφέρει να αντιμετωπίσει μια ολοένα και πιο επιθετική Ρωσία.
Με πληροφορίες από: UK Defence Journal / Φωτογραφία αρχείου Reuters