Η αύξηση του μεγέθους του θυρεοειδούς αδένα πέραν των φυσιολογικών διαστάσεων, ορίζεται ως βρογχοκήλη.
Για να θεωρηθεί κάποιος θυρεοειδής αδένας ως διογκωμένος και να ονομασθεί βρογχοκήλη, το μέγεθός του πρέπει να υπερβαίνει το φυσιολογικό μέγεθος του κατά τουλάχιστον 50%.
Υπάρχουν διάφοροι τύποι βρογχοκήλης, ανάλογα με την αιτία που την προκαλεί, την παρουσία ή την απουσία όζων του θυρεοειδούς εντός της βρογχοκήλης, καθώς και το το βαθμό επέκτασής της εντός του θώρακα.
Η σποραδική βρογχοκήλη αποτελεί τον συχνότερο τύπο και εμφανίζεται σε περίπου 5% των ενηλίκων, κυρίως σε περιοχές με επαρκή πρόσληψη ιωδίου από τη διατροφή. Η αιτία της σποραδικής βρογχοκήλης συνδέεται με γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Σπανιότερα, η βρογχοκήλη μπορεί να είναι κληρονομική, ονομάζεται οικογενής βρογχοκήλη, και οφείλεται σε κληρονομικές διαταραχές των θυρεοειδικών ορμονών. Η οικογενής βρογχοκήλη εμφανίζεται συνήθως στα πρώτα χρόνια της ζωής και μπορεί να έχει διάφορα επίπεδα σοβαρότητας, από ελαφρύ υποθυρεοειδισμό έως σοβαρότερες περιπτώσεις με κατανομή των θυρεοειδικών ορμονών και καταστάσεις όπως ο κρετινισμός.
Όσον αφορά στην επέκταση της βρογχοκήλης εντός του θώρακα, η πλειονότητα των περιπτώσεων περιορίζεται στην περιοχή του τραχήλου. Σε σπάνιες περιπτώσεις, μια μεγάλη βρογχοκήλη ενδέχεται να επεκταθεί πίσω από το στέρνο εντός του θώρακα και ονομάζεται οπισθοστερνική ή καταδυόμενη βρογχοκήλη.
Η βρογχοκήλη παρουσιάζεται σαν μια ομαλή και διογκωμένη περιοχή στο μπροστινό μέρος του λαιμού του ασθενούς, συνήθως αντιλαμβανόμενη από τον ίδιο τον ασθενή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η βρογχοκήλη μπορεί να συνδυάζεται με πολλαπλούς όζους του θυρεοειδούς αδένα (πολυοζώδης βρογχοκήλη), οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι ψηλαφητοί από τον ίδιο τον ασθενή.
Η διάγνωση της βρογχοκήλης ακολουθεί παρόμοια λογική με αυτή των όζων του θυρεοειδούς αδένα. Η κλινική εξέταση του ασθενούς και η λήψη λεπτομερούς ιστορικού αποτελούν τα θεμέλια βήματα της διάγνωσης, ακολουθούμενα από την αξιολόγηση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα και την υπερηχογραφική εξέταση του θυρεοειδούς αδένα και του τραχήλου.
Από πλευράς απεικονιστικής διάγνωσης, η βρογχοκήλη συνήθως ξεκινά ως διάχυτη (χωρίς όζους), ενώ στη συνέχεια μπορεί να εμφανιστούν όζοι του θυρεοειδούς (πολυοζώδης βρογχοκήλη), σε διαφορετικές χρονικές περιόδους για κάθε ασθενή.
Η θεραπεία της βρογχοκήλης εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και περιλαμβάνει την χειρουργική επέμβαση (θυρεοειδεκτομή) και τη θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο. Ωστόσο, πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η χειρουργική θεραπεία είναι ανώτερη σε σχέση με το ραδιενεργό ιώδιο, όταν πραγματοποιείται από έμπειρο χειρουργό θυρεοειδούς και θεωρείται η προτιμώμενη θεραπεία.
Οι ενδείξεις για τη χειρουργική αντιμετώπιση της βρογχοκήλης περιλαμβάνουν την παρουσία τοπικών πιεστικών συμπτωμάτων (όπως δύσπνοια και δυσκαταποσία), την ύπαρξη οπισθοστερνικής βρογχοκήλης (λόγω του αυξημένου κινδύνου καρκίνου του θυρεοειδούς), την ύπαρξη τοξικής βρογχοκήλης (που προκαλεί υπερθυρεοειδισμό), την παρουσία πολυοζώδους βρογχοκήλης με ύποπτες όζους, την παρουσία βρογχοκήλης με επιβεβαιωμένο καρκίνο του θυρεοειδούς (μετά από βιοψία διά βελόνης υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση) και τους αισθητικούς λόγους.
Για την επίτευξη των καλύτερων θεραπευτικών αποτελεσμάτων, είναι εξαιρετικά σημαντικό η χειρουργική αντιμετώπιση να πραγματοποιείται από έμπειρο χειρουργό ενδοκρινών αδένων (θυρεοειδούς, παραθυρεοειδών και επινεφριδίων) που μπορεί να επιλέξει την κατάλληλη χειρουργική προσέγγιση και να την εκτελέσει με μέγιστη ασφάλεια.
Κωνσταντίνος Αποστόλου, MD, MSc, PhD Εξειδικευμένος Χειρουργός Θυρεοειδούς.