Μιλώντας σε πορτογαλική εφημερίδα περιέγραψε όσα βίωσε στις τουρκικές φυλακές και πρόσθεσε ότι δεν αποκλείεται να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Ο λόγος για τον Μιγκέλ Αλβάρο ο οποίος μιλώντας στην πορτογαλική Público υποστήριξε ότι πιθανόν ο λόγος της σύλληψής του να οφείλεται στο ότι το σορτσάκι που φορούσε ήταν «κοντύτερο από το συνηθισμένο για άνδρα». Όπως τονίζει όλα ξεκίνησαν όταν έφυγε από το διαμέρισμα που νοίκιαζε στη συνοικία Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη και συνάντησε μία ομάδα αστυνομικών. Κατευθύνθηκε προς το μέρος τους ζητώντας οδηγίες για το πώς θα πήγαινε στην τουριστική συνοικία Balat. Αμέσως περικυκλώθηκε από αστυνομικούς οι οποίοι του άρπαξαν τα χέρια.
«Ένας από αυτούς με χτύπησε στα πλευρά, με έσπρωξε πάνω σε ένα βαν, με χτύπησε στον ώμο, ο οποίος αιμορραγούσε», θυμάται ο νεαρός άνδρας. «Μετά από πέντε ώρες στο βαν της αστυνομίας, όπου απλώς μου έλεγαν να το βουλώσω και να κάνω ησυχία, ένας από αυτούς μου εξήγησε ότι με είχαν συλλάβει λόγω της εμφάνισής μου. Νόμιζαν ότι επρόκειτο να συμμετάσχω σε μια μη εξουσιοδοτημένη πορεία ΛΟΑΤΚΙ+ που γινόταν σε κοντινή απόσταση, επειδή έμοιαζα με ομοφυλόφιλο. Βρισκόμουν στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή».
«Αυτό ήταν η αρχή του εφιάλτη μου. Συνέχισα να βρίσκομαι μέσα στο αστυνομικό βαν καθώς οι αστυνομικοί προχωρούσαν σε συλλήψεις ατόμων που είχαν συμμετάσχει στην πορεία. Μαζί μου βρέθηκαν ένας Ιρανός και ένας Ρώσος. Μας οδήγησαν σε ένα κέντρο κράτησης όπου παραμείναμε για άλλες 17 ώρες. Κατά τη διάρκεια της κράτησης δεν είχαμε πρόσβαση στο μπάνιο ενώ δεν μας άφησαν να φάμε ή να πιούμε νερό», πρόσθεσε.
Και στους τρεις οι αστυνομικοί τους έλεγαν ότι θα αφεθούν ελεύθεροι και θα απελαθούν στις χώρες τους υπό την προϋπόθεση να «συνεργαστούν». Κάτι τέτοιο δεν συνέβη και έτσι οδηγήθηκαν σε μία φυλακή «λίγα χιλιόμετρα από τα συριακά σύνορα». Σύμφωνα με τον νεαρό άνδρα δεν είχε πρόσβαση ούτε στο κινητό του τηλέφωνο και ως εκ τούτου δεν είχε την ευκαιρία να μιλήσει με συγγενικά του πρόσωπα.
Ρώσοι και Τσετσένοι απειλούσαν τις ζωές μας
Όπως λέει ο 34χρονος στην ίδια φυλακή βρίσκονταν Ρώσοι και Τσετσένοι που «απειλούσαν να τους σκοτώσουν». Οι τρεις άνδρες κοιμόντουσαν με βάρδιες ώστε να υπάρχει πάντα κάποιος που θα «παρακολουθούσε» τι γινόταν. Στις 2 Ιουλίου του επέτρεψαν να κάνει ένα τηλεφώνημα. Έτσι λοιπόν επικοινώνησε με τον πατέρα του ο οποίος αποτάθηκε στην πορτογαλική πρεσβεία στην Τουρκία.
Όπως αναφέρει η Público, κανείς από την πρεσβεία δεν επισκέφθηκε τον Μιγκέλ, ούτε του προσφέρθηκε βοήθεια. Μάλιστα, όπως αναφέρει η πορτογαλική εφημερίδα αυτό επιβεβαιώθηκε και από διπλωματικές πηγές. Εν τέλει στις 12 Ιουλίου αφέθηκε ελεύθερος μαζί με τον Ρώσο πολίτη. Ωστόσο ο Ιρανός συγκρατούμενός τους που είναι ακτιβιστής ΛΟΑΤΚΙ + και ζούσε στην Τουρκία ως πρόσφυγας παρέμεινε στη φυλακή. Μάλιστα παραμένει ασαφές τι έγινε με την περίπτώσή του ενώ σύμφωνα με την οικογένειά του φέρεται να ξυλοκοπήθηκε. Ο Μιγκέλ πλέον βρίσκεται με την οικογένειά του και δεν αποκλείεται να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.