Όλα ξεκίνησαν όταν ο αδερφός του ξεκίνησε να κάνει χρήση ναρκωτικών σε ηλικία 19 ετών. Η εξάρτησή του από τα ναρκωτικά, σύμφωνα με τους γιατρούς, πυροδότησε ψυχιατρικά προβλήματα που ήδη αντιμετώπιζε ο αδερφός του. Η πρώτη του κίνηση ήταν να τον εντάξει σε προγράμματα απεξάρτησης, να μπει σε συμβουλευτικές κοινότητες και να πάρει βοήθεια από ειδικούς γιατρούς, ψυχολόγους και ψυχιάτρους.
«Δυστυχώς δεν απέδωσε. Η δεύτερη σοβαρή και οργανωμένη μου προσπάθεια ήταν το 2009 όταν αποφάσισα να εγκαταλείψω την Αθήνα παίρνοντας μαζί τον αδερφό μου στην Κρήτη. Εκεί τα πράγματα περιπλέχτηκαν γιατί παρότι είχα τη στήριξη ενός αδελφικού μου φίλου και της τότε συντρόφου μου όπως κι άλλων φίλων μας το Πανεπιστημιακό νοσοκομείο Ηρακλείου δεν μας βοήθησε. Για έναν ολόκληρο χρόνο καταφέραμε και κρατήσαμε τον αδερφό μου μακριά από κάθε ουσία ελπίζοντας πως οι ψυχίατροι του νοσοκομείου θα είχαν τη λύση. Αλλά δυστυχώς εκτός μιας μέτριας καταστολής της επιθετικότητας του δεν κατάφεραν κάτι άλλο».
Ο αδερφός του αποτάθηκε σε όλους τους αρμόδιους φορείς της Κρήτης και τελικά υπό την παρότρυνση των θεραπευτών επέστρεψαν στην Αθήνα με σκοπό να ενταχθεί ο τοξικομανής συγγενής του σε πρόγραμμα που δέχεται πρώην τοξικομανείς για απεξάρτηση (ενώ ήταν ήδη καθαρός για ένα χρόνο) το οποίο όμως θα μπορούσε να του εξασφαλίζει και την φαρμακευτική αγωγή του, πράγμα που υπήρχε μόνο στην Αθήνα.
«Μετά την επιστροφή μας λοιπόν στην Αθήνα εντάχθηκε σε προγράμματα τα οποίο δυστυχώς είτε δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν είτε δεν ήθελε ο ίδιος να βοηθηθεί. Εγώ έπειτα έφυγα για να εκπληρώσω τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις, κοντά στο σπίτι για να μπορώ να βοηθάω. Ακολούθησαν κι άλλες εντάξεις σε προγράμματα. πολλές εισαγγελικές εντολές με αποτέλεσμα τον εγκλεισμό του πάρα πολλές φορές σε ψυχιατρικά ιδρύματα της Αθήνας και σιγά σιγά την απομάκρυνση του από κάθε πρόγραμμα βοήθειας. Σε μεγάλο βαθμό όπως έχουν πει πολλοί θεραπευτές του μέχρι σήμερα επειδή δεν ήθελε ο ίδιος να βοηθηθεί, δεν είχαμε κάποιο αποτέλεσμα. Εν μέρει πιστεύω και εγώ σε αυτό, αλλά το γεγονός ότι οι ίδιοι οι επιστήμονες φασκουν και αντιφάσκουν μεταξύ ψυχιατρικής νόσου και εξάρτησης από ουσίες μου αφήνει αρκετές αμφιβολίες».
Πλέον, σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, η κατάσταση του αδερφού του είχε χειροτερέψει καθώς ασκεί σωματική και ψυχολογική βία στους γονείς του.
«Ο αδερφός μου έχει γίνει αγνώριστος. Για να διαφυλάξω τη δική ψυχική μου υγεία έχω αποστασιοποιηθεί από τον ίδιο και προσπαθώ να ασχολούμαι μόνο με τους γονείς μου με τους οποίους διαμένει ο αδερφός μου και τους έχει μετατρέψει τη ζωή σε καθημερινό μαρτύριο. Να τονίσω σε αυτό το σημείο πως και οι δυο γονείς από την αρχή όλης αυτής της ιστορίας αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας. Ο πατέρας μου έχει συμπληρώσει σχεδόν κάθε παθολογική ασθένεια και επεισόδιο με χειρότερο το εγκεφαλικό όταν ήμουν σε ηλικία 15 ετών. Η μητέρα μου έχει ψυχιατρικές παθήσεις τις οποίες όμως με φαρμακευτική αγωγή καταφέρνει και ρυθμίζει σε βαθμό που να είναι λειτουργική. Για την οικονομική τους κατάσταση θα αναφέρω μόνο πως με δύο πενιχρές συντάξεις ίσα που καταφέρνουν να ανταποκριθούν στα βασικά έξοδα λαμβάνοντας βοήθεια από την εκκλησία, και τα παιδιά τους».
Η εισαγγελική εντολή για το Αττικόν
Στις 10/2/2024 ο τοξικομανής αδερφός του καταγγέλλοντα αντιμετώπισε ένα ακόμα βαρύ περιστατικό κρίσης με αποτέλεσμα οι γονείς του οι γονείς του να ζητήσουν με εισαγγελική την μεταφορά του από την αστυνομία στο νοσοκομείο Αττικόν για εξέταση. «Όμως την ίδια μέρα τον άφησαν ελεύθερο και όπως μας είπαν οι γιατροί στα εξωτερικά ιατρεία “μας έδωσε το λόγο του πως δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα”. Έτσι οι γιατροί δίνοντας του χρήματα για ταξί επέστρεψε στο σπίτι και χειροδίκησε εναντίον του πατέρα μου».
Την επόμενη ημέρα, σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς του καταγγέλλοντα, Απόστολου Βλάχου, οι γονείς του ζήτησαν εκ νέου εισαγγελική παρέμβαση με αποτέλεσμα να αφεθεί ξανά ελεύθερος την ίδια μέρα της εξέτασης του ο τοξικομανής αδερφός του.
«Αυτό δυστυχώς είχε φοβερά αρνητική επιρροή στους γονείς μου και εμένα, καθώς χάσαμε κάθε ελπίδα. Ο φόβος πλέον μας είχε καταβάλει όλους αφού η επιθετικότητα του αδερφού μου απειλούσε και απειλεί τις ζωές μας. Την τελευταία εβδομάδα σε μια έκρηξη βίας του αδερφού μου ο πατέρας μου ίσα που κατάφερε και δραπετεύσει από το σπίτι και να καλέσει σε βοήθεια. Εκεί αποφάσισα πως πρέπει να ξαναβάλω τον εαυτό μου μέσα σε όλες τις ψυχοφθόρες διαδικασίες του συστήματος και να προσπαθήσω με νύχια και με δόντια αυτή τη φορά να εγκλειστεί σε κάποιο ψυχιατρικό ίδρυμα για να αποφύγουμε τα χειρότερα. Το μόνο θετικό στην υπόθεση αυτή είναι πως όλοι οι αστυνομικοί στους οποίους αποτάθηκα μπόρεσαν και με καθοδήγησαν και με βοήθησαν ουσιαστικά. Το αποτέλεσμα είναι ο αδερφός μου να νοσηλεύεται στο Δρομοκαΐτειο από το βράδυ της περασμένης Πέμπτης ελπίζοντας να γίνει κάποιο θαύμα και η νοσηλεία του να μην κρατήσει ημέρες μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού και να καταφέρουν για αρχή να του ρυθμίσουν τη φαρμακευτική του αγωγή που ο ίδιος δεν τηρούσε. Οι γονείς μου τρέμουν πλέον στο ενδεχόμενο να επιστρέψει ο αδερφός μου ξανά στο σπίτι…».
Μάλιστα, ο κ. Απόστολος Βλάχος, έστειλε την Πέμπτη (25/4) και μία επιστολή προς τον υπουργό Υγείας, Άδωνι Γεωργιάδη στην οποία τον ενημέρωσε για τη μη εκτέλεση της εισαγγελικής εντολής.
Αναλυτικά όσα έγραψε στην επιστολή του:
«Προς υπουργό Υγείας κ. Άδωνι Γεωργιάδη
Βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να σας ενημερώσω, για ένα σοβαρότατο συμβάν, που έλαβε χώρα στο Αττικό νοσοκομείο και παραλίγο να εξελιχθεί σε τραγωδία.
Σας ενημερώνω για παράβαση καθηκόντων ιατρών, μια και όπως φαίνεται δεν εφαρμόστηκε τίποτα στην πράξη, για την ακούσια ψυχιατρική νοσηλεία του αδελφού μου, μετά από εισαγγελική εντολή, ο οποίος αντιμετωπίζει και έχει νοσηλευθεί στο παρελθόν με σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα και η ασθένεια του τον κάνει, άκρως επικίνδυνο.
Γνωρίζετε καλά ότι στην ακούσια εισαγγελική εντολή, η εξέταση/συνέντευξη γίνεται στο χώρο του Τμήματος Επειγόντων της εκάστοτε Δημόσιας ψυχιατρικής κλινικής (είτε Δημόσιου ψυχιατρικού νοσοκομείου είτε Δημόσιου γενικού νοσοκομείου) τουλάχιστον από 2 ψυχιάτρους, με την συμμετοχή, συνήθως, ολιγομελούς ομάδας ψυχιατρικών λειτουργών που συν εφημερεύουν (π.χ. ειδικευομένων ψυχιατρικής και ψυχολόγων).
Σε αυτό το στάδιο μελετούνται από τους υπεύθυνους ψυχιάτρους οι έγγραφες μαρτυρικές καταθέσεις (για το περιεχόμενο των οποίων, πολύ συχνά, συμβαίνει να μην λαμβάνει γνώση ο προσαγόμενος για εξέταση) και αφού ζητηθεί από τον εξεταζόμενο να παράσχει κάποιες πληροφορίες ή και να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις ζητείται και από τους συνοδούς του (συγγενείς κλπ) να δώσουν όσες πληροφορίες μπορούν προκειμένου να διευκολύνουν τη διαδικασία της εξέτασης και την λήψη μίας απόφασης για την αναγκαιότητα ή όχι αναγκαστικής νοσηλείας με τα κριτήρια που ορίζονται στο Νόμο (ΒΛ. Ν.2071/92, άρθρο 95, παρ 2).
Τι γίνεται μετά την εξέταση;
Μετά την εξέταση, οι 2 ψυχίατροι, πρέπει να απαντήσουν στον εισαγγελέα μέσα σε διάστημα 48 ωρών το ανώτατο για το αν προτείνουν για το άτομο που εξετάστηκε (i) αναγκαστική νοσηλεία, ή (ii) μη νοσηλεία συνδυαζόμενη πιθανόν με εναλλακτική θεραπευτική πρόταση στην κοινότητα. Δηλαδή, οι ψυχίατροι πρέπει να απαντήσουν στον εισαγγελέα που διέταξε την εξέταση, εγγράφως και τεκμηριωμένα για το εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος για την ακούσια νοσηλεία (ΒΛ. Ν.2071/92, άρθρο 95, παρ 2). Δηλαδή αν το άτομο που φέρεται ότι πάσχει από ψυχιατρική διαταραχή ή και έχει λάβει διάγνωση στο παρελθόν, κρίνεται ότι «δεν είναι ικανό να κρίνει για το συμφέρον της υγείας του» αναμένεται ότι αν δεν νοσηλευτεί «θα επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του» ή κρίνεται ότι η νοσηλεία του είναι απαραίτητη «για να αποτραπούν πράξεις βίας κατά του ίδιου ή τρίτων».
Στις 10/2/2024 ο αδελφός μου Βλάχος Αλέξανδρος του Νικολάου γεννημένος το 1989 κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας μου, οδηγήθηκε στα εξωτερικά ιατρεία του ψυχιατρικού τμήματος του Αττικού νοσοκομείου.
Παραβλέποντας κάθε προβλεπόμενη ενέργεια, δεν του έγινε εισαγωγή στο νοσοκομείο, τον χαρτζιλίκωσαν τον έβαλαν σε ταξί και τον έστειλαν σπίτι του, όπου ξυλοκόπησε βάναυσα τους γονείς μας, οι οποίοι και νοσηλεύθηκαν.
Σήμερα 25/04/2024 κρατείτε στο Αστυνομικό τμήμα Ακροπόλεως αφού έχει ξυλοκοπήσει άγρια για μια ακόμα φορά τους γονείς μας και απλά αναρωτιέμαι ποια θα είναι η εξέλιξη. Μήπως ένα ακόμα περιστατικό βίας, το βλέπουμε να εξελίσσεται μπροστά μας και αδιαφορούμε; Μήπως θα είμαστε οι επόμενοι συγγενείς θυμάτων, που θα βρούμε τρόπο και μέσο να αναζητήσουμε το δίκιο μας στα ΜΜΕ;
Μήπως οφείλετε να σκύψετε με περισσότερη αλήθεια, νοιάξιμο και ενδιαφέρον σε ζητήματα που ταλανίζουν;
Μήπως ως πολίτες αυτού του κράτους οφείλετε να μας δώσετε μεγαλύτερη σημασία και να δοθεί μεγαλύτερη σοβαρότητα στις καταγγελίες μας;
Μήπως οι γιατροί του Αττικού νοσοκομείου, οφείλουν να λογοδοτήσουν για το ότι αρκέστηκαν στην υπόσχεση ενός ψυχιατρικά ασθενή, ότι δεν θα το ξανακάνει και τον έστειλαν σπίτι με τραγικές συνέπειες;
Ευελπιστώ ότι θα λάβετε σοβαρά υπόψιν σας την εν λόγω επιστολή, πριν να είναι πολύ αργά και θρηνήσουμε νέα θύματα»