«Ένα παλικάρι δύο μέτρα. Ένα παλικάρι δύο μέτρα μου πήραν. Ένα παλικάρι δύο μέτρα. Οι σκύλοι», είπε η Μαρία στο MEGA. «Δεν σηκώθηκε κανείς από τους δικούς μας επειδή καταλάβαμε. Λέγαμε “εντάξει, τους έχουν διαλύσει το σπίτι. Εντάξει. Άσε τους να ηρεμήσουν και βλέπουμε”. Και αντί να ηρεμήσουν οι (…) στάθηκαν στους δρόμους και “παίζανε” (σ.σ. πυροβολισμοί) στους ξένους ανθρώπους. Αυτοί σκοτώνονταν μεταξύ τους. Αλλά έτυχε και πέρναγε ο άνδρας μου να πάει στα ζώα. Τα ζώα μας είναι από την Λοχριά και ευτυχώς δεν είχα τα κοπέλια μου μέσα γιατί τα παίρνει κάθε Σαββατοκύριακο. Τα παίρνει μαζί και τον βοηθούν και ευτυχώς είχε πυρετό ο μεγάλος μου γιος. Αλλιώς θα μου είχαν σκοτώσει και τους γιους μου», ανέφερε.
«Άκουγα τις μπαλωθιές. Γιατί ήταν 5 λεπτά και ήμουν έξω και άπλωνα ρούχα. Βγήκα και ακούω μπαλωθιές και λέω “Παναγία μου”. Και έπαιρνα τηλέφωνα και λέω “πάρτε τον Φανούρη μου”. Μην τον βλάψει άνθρωπος. Και έφτασα εκεί πέρα με τα πόδια και πήγα εκεί στο μνημείο και ήθελαν να μου “παίξουν” (σ.σ. πυροβολισμοί) και εμένα. Εγώ φώναζα “Φανούρη μου, Φανούρη μου” και εξαφανίστηκαν. Και πήγα και του φώναζα και φώναζα και τον γύρευα και κάνω έτσι και τον βλέπω μέσα στο αμάξι τελειωμένο. Τελειωμένο. Φώναζα “βοήθεια”. Νεκρό, νεκρό. Εγώ, εγώ τον βρήκα νεκρό στο αμάξι, τελειωμένο. Τελειωμένο και φώναζα “βοήθεια, βοήθεια, βοηθήστε με. Βοήθησέ με. Ασθενοφόρα. Ούτε ασθενοφόρο δεν ήρθε», είπε η χήρα.
«Γύρισαν τα πιστόλια στη μούρη μου»
Σε ερώτηση για το αν είδε μέλη της οικογένειας Φραγκιαδάκη απάντησε: «ναι τους είδα όλους. Έφτανα στο μνημείο και με βλέπουν και εγώ φώναζα “Φανούρη”. Και γύρισαν τα πιστόλια να μου “παίξουν” (σ.σ. πυροβολισμοί) όλοι. Μα δεν τους κατέχω ποιος Θεός τους έβαλε κάτω από τα σπίτια τους και άλλα γίναμε και εμείς σκοτωμένοι. Και έχω ένα κοπέλι 10 ετών, ένα κοπέλι 6, ένα κοπέλι 3, ένα κοπέλι 1,5 και ένα 5 μηνών. Το καταλαβαίνετε; Και θέλανε να μας σκοτώσουν και τους δύο. Και τους δύο θέλανε να μας σκοτώσουν και να αφήσουν τα κοπέλια μας στους δρόμους. Και ήταν 50 νοματαίοι και ο άνδρας μου σκοτωμένος μέσα στο αμάξι. Και δεν έφτανε που ήταν σκοτωμένος, μου τον “παίζανε” γύρω γύρω από το αμάξι και τον χλευάζανε», συμπλήρωσε η κυρία Καργάκη.
Για το αν της είπαν κάτι όταν τους είδε απάντησε: «δεν μου είπαν πράμα. Μόνο όταν έφτασα και φώναζα “Φανούρη” γύρισαν όλοι τα πιστόλια στη μούρη μου. Ωχ Παναγία μου».
«Ούτε ένα λεπτό δεν έζησε»
«Ο Φανούρης δεν κατέβηκε ποτέ από το αμάξι. Την ώρα που έφτανε εκεί τον εκτέλεσαν. Μου είπε ο ιατροδικαστής πως τον χτυπήσανε και με Καλάσνικοφ και με πιστόλι. Τον διαλύσανε στο σώμα του. Τον διαλύσανε. Δεν πρόλαβε να κάνει… Ούτε το χέρι του να κουνήσει ούτε το κεφάλι του. Αφού το αμάξι ήταν στο πλάι, γιατί σκοτώθηκε και του έφυγε το αμάξι στο πλάι. Μακάρι να είχε προλάβει ο κακομοίρης μου να είχε φύγει από εκεί. Να είχε φύγει, να είχε γλυτώσει. Μου τον σκότωσαν. Ούτε ένα λεπτό δεν έζησε μου είπε ο ιατροδικαστής. Ούτε ένα λεπτό», είπε.
Η χήρα υποστηρίζει πως γνώρισαν ότι ο 39χρονος θα περνούσε από το συγκεκριμένο σημείο, αφού «κάθε πρωί πάει στα ζώα». «Είδαν ότι πέρναγε ο Φανούρης. Όπως κατέβαιναν τον είδαν και τον “ντακάρανε” (ξεκίνησαν να τον πυροβολούν). Γιατί μου είπαν ότι ρίχνανε και από τις ταράτσες και από τις σκάλες», συμπλήρωσε.
«Ο άνδρας μου τη σκότωσε μέσα από το αμάξι που ήταν νεκρός;»
Υποστήριξε ότι η 56χρονη «πέθανε από ψηλά που κατεβαίνανε και τους σκότωσαν τη θεία τους. Αυτοί. Ο άνδρας μου τη σκότωσε μέσα από το αμάξι που ήταν νεκρός; Ο άνδρας μου ήταν στο αμάξι μέσα, όχι στις ταράτσες. Τον εκτέλεσαν. Αφού σέρνανε γυναίκες. Οι γυναίκες μπορεί να βγήκαν από αλλού. Πάνω σου λέω μπαλωθιάζανε στο σπίτι. Κρατούσαν όλοι Καλάσνικοφ, πιστόλια».
«Δεν είχε καμία δουλειά με τις βόμβες»
Η χήρα ισχυρίζεται ότι ο Φανούρης Καργάκης δεν είχε καμία σχέση με την βόμβα στο σπίτι μέλους της οικογένειας Φραγκιαδάκη, υποστηρίζοντας πως ο 39χρονος ήταν σε διπλανό χωριό: «Να μην λένε ψέματα στα κανάλια και να έρθουν να μάθουν την αλήθεια. Να μάθουν που ήταν ο άνδρας μου. Ο άνδρας μου ήταν στις Μοίρες και τον πήρα εγώ και του είπα “κακομοίρη τι πράγμα γίνεται στο χωριό. Τα δικά μου κοπέλια γυρίζανε στο χωριό και δεν ήξερα τι έχει γίνει. Είχε άλλοθι. Ήταν στις Μοίρες. Δεν είχε καμία δουλειά με τις βόμβες. Και μετά γύρισε στο σπίτι, στα Βορίζια. Στο σπίτι και ούτε έφυγε ξανά με το αμάξι. Πήρε τα κοπέλια μας στο σπίτι και κλειστήκαμε μέσα, δεν βγήκαμε ξανά. Μόνο το πρωί».
«Τον πήρα τηλέφωνο ενώ ήταν στις Μοίρες και του είπα “Φανούρη άκουσα ένα δυνατό μπουμ, που είσαι; Έλα γιατί τα κοπέλια είναι στο χωριό”. Και ούτε τα παιδιά μου είναι μεγάλα, 10 και 6 ετών. Μου είπε “Μαρία έρχομαι” και πήρε τα κοπέλια και ήρθαν σπίτι», ανέφερε.
«Αντί να σεβαστούν ότι μας “παίζανε” και δεν βγήκαν οι άνδρες μας να τους σκοτώσουν, στήσανε ενέδρα»
Όσο για το πώς κατάλαβαν ότι η έκρηξη είχε γίνει στο συγκεκριμένο σπίτι, απάντησε: «γιατί βγήκανε και “παίζανε” (σ.σ. πυροβολισμοί) πάνω στης κουνιάδας μου το σπίτι. Τους παίρνω και τους λέω “πού είναι οι μπαλωθιές;” και μου λέει η κουνιάδα μου “μας σκοτώνουν, κλείσε να πάρω την αστυνομία”. Έπαιρνε η κουνιάδα μου την αστυνομία και δεν ήρθανε».
«Στις αδερφές του “παίζανε” αλλά δεν βγήκε ούτε ο άνδρας μου, ούτε οι κουνιάδοι μου να τους πουν τίποτα. Σεβαστήκαμε ότι κάτι έχει το σπίτι τους μέχρι να βρούνε ποιος είναι. Αλλά να βρείτε ποιος είναι γιατί μας έκαψε. Έκλεισε το σπίτι μου. Και αντί να σεβαστούν ότι μας “παίζανε” και δεν βγήκαν οι άνδρες μας να τους σκοτώσουν, σηκώθηκαν το πρωί και του στήσανε ενέδρα την ώρα που έτρεχε στα ζώα, τον εκτέλεσαν με Καλάσνικοφ και με πιστόλι», συνέχισε.
«Πέρυσι μαχαίρωσαν τον γιο της αδερφής μου»
«Δεν μιλιόμασταν, δεν είχαμε σχέσεις. Δεν θέλαμε σχέσεις με αυτούς τους ανθρώπους. Πέρυσι πήγαν πάλι και μαχαίρωσαν τον γιο της αδερφής μου. Πήγανε και του “παίζανε” με τα πιστόλια και αυτού στο αμάξι. Έπιασε το Καλάσνικοφ ένας πρώτος ξάδερφος ο (…). Που να φανταστείτε ο ανιψιός μου δεν είχε να φάει και του δίνανε και έτρωγε. Του δίνανε ρούχα. Και εκείνο εκείνη τη μέρα πήγε σπίτι και πήρε το Καλάσνικοφ και “έπαιζε” του ανιψιού μου. Και αν δεν ήταν η μάνα του για να τον ρίξει κάτω, θα το είχε σκοτωμένο και με αυτό», είπε η κυρία Καργάκη.
«Άμα θέλαμε εμείς να τους ρίξουμε το σπίτι θα τους το ρίχναμε όλο, όχι μόνο τα παράθυρα»
Όταν μάθανε για το σπίτι της οικογένειας Φραγκιαδάκη, «είπαμε ότι αφού είχαμε προβλήματα “δεν έπρεπε να έρθετε στη γειτονιά μας”. Είναι οικογενειακά. Είναι δίπλα στης κουνιάδας μου. Είναι ένα μεγάλο χωριό. Είπαμε αυτό. Ότι είχε μυαλό ρε παιδί μου να κάνει τι; Να έχουμε συνέχεια προβλήματα; Αυτό. Ούτε τους απειλήσαμε, ούτε τίποτα. Άμα θέλαμε εμείς να τους ρίξουμε το σπίτι θα τους το ρίχναμε όλο, όχι μόνο τα παράθυρα. Ή αυτοί το έκαναν για να πάρουν λεφτά από ασφάλεια ή κάποιος κερατάς το έκανε για να κλείσουν τα σπίτια μας. Εμείς δεν είχαμε καμία δουλειά».
«Άρχοντας ήταν»
«Έλα να δεις τι έχει κάνει των κοπελιών του, να μην μας λείψει πράγμα. Άρχοντας ήταν ο άνδρας μου. Δεν μου έλειψε στο σπίτι ποτέ τίποτα. Ένας άρχοντας. Δεν υπήρξε φέτος γάμος και βάφτιση να μην πάει να εμφανιστεί να κάνει το καλό του κάθε ανθρώπου. Όποιος ήθελε βοήθεια ήταν εκεί ο άνδρας μου πρώτος. Πάρε τους φίλους του να λένε “κυπαρίσσι είναι δίπλα σου, μην φοβάσαι”. Και εμένα το κυπαρίσσι το δικό μου το σκότωσαν, αυτή είναι η αλήθεια», είπε η κυρία Καργάκη.
«Δεν ξέρω πώς θα το πω στα παιδιά»
Η Μαρία είπε πως θα μεγαλώσει τα πέντε παιδιά, «εκείνος που τους τάιζε έφυγε. Εγώ, ελάτε να δείτε τι θα γίνω». Υποστήριξε πως δεν έχει ενημερώσει τα παιδιά: «δεν ξέρω πως θα τους το πω, δεν ξέρω. Μόνο στους μεγάλους θα το πω όταν έρθει η ώρα. Τον πατέρα τους τον λατρεύανε. Δεν ξέρω πώς θα το διαχειριστώ. Με παίρνουν και μου λένε “πού είναι ο πατέρας μου και δεν μας δίνεις το τηλέφωνο”. Εγώ τι να του πω;».
Τέλος, τα παιδιά άκουσα τους πυροβολισμούς, σύμφωνα με τη μητέρα τους: «ο μεγάλος μου ο γιος είχε αγκαλιάσει όλα τα κοπέλια μέσα στο δωμάτιο να μην μου τα σκοτώσουν. Τρία λεπτά είναι από εδώ», ενώ όταν τον εντόπισε πυροβολημένο στο αυτοκίνητο «δεν πήγα σπίτι, τον βάλαμε στην καρότσα και φύγαμε να τον σώσουμε».














