Απόφαση με άμεσες πολιτικές συνέπειες εξέδωσε το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, ακυρώνοντας την εκλογή των τριών βουλευτών των Σπαρτιατών — Βασίλη Στίγκα, Πέτρου Δημητριάδη και Αλέξανδρου Ζερβέα — κάνοντας δεκτές τις προσφυγές που είχαν ασκηθεί εις βάρος τους.
Πρόκειται για τη δεύτερη φορά μεταπολιτευτικά που ελληνικό δικαστήριο παρεμβαίνει τόσο καθοριστικά στον σχηματισμό της Βουλής, και την πρώτη φορά που η εθνική αντιπροσωπεία θα λειτουργήσει με 297 μέλη, εφόσον δεν προβλέπεται αντικατάσταση των εκπεσόντων βουλευτών.
Η απόφαση του Εκλογοδικείου στηρίζεται στο σκεπτικό ότι η εκλογή των τριών ανδρών έγινε με παραπλάνηση του εκλογικού σώματος, καθώς υποκρυπτόμενος αρχηγός και καθοδηγητής του κόμματος ήταν ο Ηλίας Κασιδιάρης, καταδικασμένος σε πολυετή κάθειρξη για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.


Παράλληλα, το Εκλογοδικείο έκρινε ότι ο άρθρο 29 παράγραφος 1 του Συντάγματος παρέχει την ευχέρεια στο νομοθέτη να απαγορεύει την ανακήρυξη κόμματος που έχει καταδικαστεί έστω και σε πρώτο βαθμό (Πρωτοδικείο), χωρίς να αναμένει την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.
Σε άλλο σημείο των αποφάσεων αναφέρεται ότι ο κ. Στίγκας ενώ ήταν αρχηγός κόμματος (Σπαρτιατών) στην πραγματικότητα ήταν υπαρχηγός, καθώς ενεργούσε για λογαριασμό του Ηλία Κασιδιάρη, δηλαδή ήταν μέλος ενός μορφώματος που είχε υποκρυπτόμενο αρχηγό.
Ακόμη, έκρινε το Εκλογοδικείο ότι οι υπόλοιπες βουλευτικές έδρες που είχαν οι Σπαρτιάτες ανά την επικράτεια παραμένουν στο κόμμα καθώς δεν είχαν κατατεθεί σε βάρος τους εκλογικές ενστάσεις και εκ των πραγμάτων έχουν καταστεί αμετάκλητες.
Ειδικότερα, το Εκλογοδικείο, μεταξύ των άλλων έκρινε τα εξής:
Ένσταση περί ακύρωσης απόφασης ανακήρυξης βουλευτών και αναπληρωματικής βουλευτή σε συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια λόγω εκλογικής παράβασης που συνίσταται σε εξαπάτηση των εκλογέων υπό την έννοια ότι αυτή συμμετείχαν σε πολιτικό κόμμα με υποκρυπτόμενο αρχηγό ο οποίος έχει ήδη καταδικαστεί για την κακουργηματική πράξη της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης.
Η περίπτωση της εξαπάτησης των εκλογέων από τους εκλογικούς συνδυασμούς πολιτικού κόμματος με υποκρυπτόμενο αρχηγό αφορά το σύνολο της επικράτειας και ειδικότερα της εκλογικές περιφέρειες στις οποίες ανακηρύχθηκαν βουλευτές του εν λόγω πολιτικού κόμματος.
Αν όμως με την ένσταση αμφισβητούνται τα αποτελέσματα μόνο ορισμένης ή ορισμένων εκλογικών περιφερειών για τις λοιπές εκλογικές περιφέρειες για τις οποίες δεν ασκήθηκαν ενστάσεις οι εκλογές έχουν καταστεί οριστικές και αμετάκλητες.
Συνεπώς το δικαστήριο κρίνει ότι εν όψει της φύσης της συγκεκριμένης εκλογικής παράβασης που συνίσταται σε εξαπάτηση των εκλογέων με συμμετοχή στις εκλογές πολιτικού κόμματος με υποκρυπτόμενο αρχηγό σε όλη την επικράτεια η επανάληψη της ψηφοφορίας στη συγκεκριμένες εκλογικές περιφέρειες καθίσταται περιττή.
Η ανακήρυξη της αναπληρωματικής βουλευτή του ιδίου κόμματος στην εκλογική περιφέρεια της Β΄Θεσσαλονίκης δεν είναι επιτρεπτή ενόψει της ιδιαιτερότητας της συγκεκριμένης εκλογικής παράβασης που αφορά συνολικά το πολιτικό κόμμα στο οποίο συμμετείχε ο βουλευτής η εκλογή του οποίου ακυρώνεται όπως επίσης και της αναπληρωματικής βουλευτή.
Περαιτέρω η διατάξεις του νόμου 345 /1976 δεν προβλέπουν σε περίπτωση ακύρωσης ανακήρυξης βουλευτή λόγω συμμετοχής του σε πολιτικό κόμμα με υποκρυπτόμενο αρχηγό που συνιστά την εκλογική παράβαση της εξαπάτησης του εκλογικού σώματος την ανακατανομή της βουλευτικής έδρας σε υποψήφιους βουλευτές άλλων πολιτικών κομμάτων. Οι επίμαχες έδρες των καθών οι ένσταση βουλευτών παραμένουν κενές.