Η είδηση έπεσε σαν κεραυνός για τους περισσότερους, φέρνοντας στο φως μια ιστορία που μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από σκοτεινό μυθιστόρημα. Στο επίκεντρο, ένας 46χρονος παλαιοημερολογίτης ιερέας, με παρουσία στο YouTube να μετρά πάνω από 200.000 ακολούθους, γνωστός για τις «παραδοσιακές μοναστηριακές συνταγές» του και τις φιλανθρωπικές εκκλήσεις, βρέθηκε πρωταγωνιστής σε ένα μεγάλο κύκλωμα διακίνησης κοκαΐνης και κάνναβης.
Η Δίωξη Ναρκωτικών, μετά από δύο μήνες έρευνας, προχώρησε σε 8 συλλήψεις, κατάσχοντας τεράστιες ποσότητες ναρκωτικών. Ο 46χρονος, φερόμενος ως άμεσος συνεργός της αρχηγού του κυκλώματος, φαίνεται να εκμεταλλεύτηκε την ιερατική του ιδιότητα -μαζί με έναν ακόμη κληρικό- φτάνοντας στο σημείο να αποθηκεύει ναρκωτικά εντός Ιερού Ναού στην Αττική. Η «επαγγελματική» τους δράση, με ιεραρχική δομή, απέφερε παράνομα κέρδη άνω των 100.000 ευρώ.

Όμως, το προσωπικό υπόβαθρο του 46χρονου, με καταγωγή από τη Μεσσηνία, αποκαλύπτει μια διαδρομή γεμάτη εντάσεις και ρήξεις με τον επίσημο εκκλησιαστικό χώρο και για αυτό μερικοί κύκλοι δεν φάνηκαν να εκπλήσσονται από την κατάληξη του ρασοφόρου.
Ήδη από τη δεκαετία του ’90, ως φοιτητής στο εκκλησιαστικό φροντιστήριο της Καλαμάτας, δημιούργησε προβλήματα. Πληροφορίες τον θέλουν εριστικό στην συμπεριφορά του απέναντι στους συμμαθητές και καθηγητές του και προβλήματα γενικότερης συμπεριφοράς που δεν αρμόζει στο ήθος φοιτούντων εκκλησιαστικών σχολών. Η αντίδραση του τότε Μητροπολίτη, Μακαριστού Χρυσόστομου Θέμελη, ήταν άμεση: τον εκδίωξε και φρόντισε να αποκλειστεί από άλλες σχολές.
Αυτό τον οδήγησε στο Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας, όπου χειροτονήθηκε διάκονος από τον μακαριστό Μητροπολίτη Καρθαγένης Χρυσόστομο Παπαδόπουλο. Όμως, η παραμονή του ήταν βραχεία. Το 2002 αποχώρησε, για να ακολουθήσει λίγο αργότερα ο αυτοαποσχηματισμός του και το 2004 η καθαίρεση από την επίσημη Εκκλησία.
Εκεί, σε αυτή τη φάση της καθαίρεσης, η ιστορία παίρνει μια απροσδόκητη στροφή: σύμφωνα με εκκλησιαστικούς κύκλους, ο 46χρονος φέρεται να ήταν υπεύθυνος ή ιδιοκτήτης ενός bar στο οποίο σύχναζαν ομοφυλόφιλοι.

Ορισμένοι τον θυμούνται ακόμη με τα ράσα κάποιες φορές, πίσω από τον πάγκο ενός μικρού bar στο κέντρο της Αθήνας. Ήταν μια εποχή που οι νύχτες μύριζαν αλκοόλ, ιδρώτα και θυμίαμα. Το μαγαζί είχε φήμη στους κύκλους των ομοφυλόφιλων – όχι για τη διακόσμηση ή τη μουσική, αλλά για τον «παπά» που συχνά σέρβιρε ποτά. Κάποιοι έλεγαν πως ήταν απλώς ένας ιδιόρρυθμος πρώην κληρικός· άλλοι ήξεραν πως, πίσω από εκείνη τη φιγούρα, υπήρχε μια ολόκληρη διαδρομή εκκλησιαστικών αποπομπών και αυτοανακηρύξεων.
Στο ίδιο bar, που λειτουργούσε με «πόρτα», φέρεται να δούλευε τότε ένας από τους συγκατηγορούμενους κληρικούς της υπόθεσης των ναρκωτικών.
Η επιστροφή του στον εκκλησιαστικό χώρο έγινε μέσω μιας αμφισβητούμενης παράταξης παλαιοημερολογιτών. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και στη συνέχεια επίσκοπος από τον καθαιρεμένο Σεραφείμ Μίχο, ο οποίος αυτοαποκαλούνταν Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Μετά τον θάνατο του Μίχου, ο 46χρονος αυτοανακηρύχθηκε Αρχιεπίσκοπος των παλαιοημερολογιτών, χωρίς να ανήκει σε καμία επίσημη παράταξη του Πατρώου ημερολογίου.
Τέλος, η συνεργασία του για μεγάλο διάστημα με έναν ακόμη καθαιρεμένο κληρικό της Μητροπόλεως Γλυφάδας, τον Τ. Λ., ο οποίος δεν τελούσε κανονικά Ιερά Μυστήρια, ολοκληρώνει το παζλ μιας διαδρομής που κινήθηκε διαρκώς στα όρια του κανόνα, της νομιμότητας και της ηθικής, μέχρι την κατάληξη στα χέρια της Δίωξης Ναρκωτικών.













