Η μουσική, αν και σημαίνει διαφορετικά πράγματα για τον καθένα από εμάς, μετατρέπεται εδώ και αιώνες σε μια παγκόσμια γλώσσα που ξεπερνά τα σύνορα και συνδέει τους ανθρώπους, τους πολιτισμούς και τις γενιές τους. Αυτός είναι ο λόγος που ακούμε ακόμα τις μελωδίες του Βαμβακάρη, εκείνες που άκουγαν οι παππούδες μας και νιώθουμε την ίδια ευχαρίστηση και σύνδεση, όπως εκείνοι. Ο λόγος που ο μπαμπάς μας ως έφηβος έβαζε στο πικάπ του τον δίσκο του Bob Marley και αν και δεν καταλάβαινε ακριβώς τα λόγια του “Redemption Song” κινούνταν μελωδικά στον ρυθμό του και ένιωθε μια βαθιά συγκίνηση που τον ξεπερνούσε. Ο ίδιος λόγος που όταν κυκλοφόρησε το τραγούδι “Let it be” των Beatles, το κοινό στην Αμερική, την Ευρώπη και την Ασία, ένιωσε την ίδια ανυπέρβλητη ανάγκη να το ακούει σε επανάληψη.
Το μοτίβο αυτό της καθολικής απόλαυσης της ίδιας μουσικής εμφανίζεται ξανά και ξανά μέσα στα χρόνια της ανθρωπότητας. Ωστόσο, για να το κατανοήσουμε δεν πρέπει να εστιάσουμε στου τι είδους είναι τα τραγούδια, αλλά στο πώς αυτά μας κάνουν να αισθανόμαστε. Ορμώμενη από αυτό, μια επιστημονική ομάδα από διάφορα Πανεπιστήμια του κόσμου, μελέτησε τις σωματικές αντιδράσεις σχεδόν 2.000 συμμετεχόντων από το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, στα ίδια τραγούδια, ανακαλύπτοντας ότι όλοι είχαν σχεδόν πανομοιότυπες σωματικές αισθήσεις.
Η μουσική στην ανθρώπινη εξέλιξη
Για να κατανοήσουμε όμως πρώτα το γιατί η μουσική μπορεί να είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, είναι απαραίτητο να εμβαθύνουμε στον ρόλο της στην ανθρώπινη εξέλιξη. Η μουσική πιστεύεται ότι είναι βαθιά ριζωμένη στην ιστορία του είδους μας, καθώς χρονολογείται από τους προϊστορικούς χρόνους, όταν οι πρόγονοί μας, πριν 43.000 χρόνια, επικοινωνούσαν μέσω ρυθμικών ήχων και φωνητικών εκφράσεων. Αυτό έγινε γνωστό μετά τις ανακαλύψεις προϊστορικών φλάουτων φτιαγμένων από οστά και ελεφαντόδοντο σε σπήλαια που βρίσκονται μέσα σε μια οροσειρά στη νοτιοδυτική Γερμανία. Η ανακάλυψη αυτή μάλιστα υποδηλώνει ότι οι άνθρωποι εξελίσσονταν παράλληλα με τον ρυθμό και τη μελωδία για τουλάχιστον δεκάδες χιλιάδες χρόνια, ενδεχομένως και πολύ περισσότερο.
Μια επικρατούσα θεωρία μάλιστα είναι ότι η μουσική έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον κοινωνικό δεσμό και τη συνοχή των ομάδων. Καθώς λοιπόν οι πρώτοι άνθρωποι συγκεντρώνονταν γύρω από τις φωτιές, το ρυθμικό χτύπημα των τυμπάνων, οι μελωδικοί τόνοι των φωνητικών και η κοινή συμμετοχή σε μουσικές δραστηριότητες ενίσχυαν την αίσθηση της ενότητας και του ανήκειν. Αυτή η κοινή μουσική εμπειρία θα μπορούσε να έχει τονώσει τους κοινωνικούς δεσμούς, ενισχύοντας τη συνεργασία και την επικοινωνία μέσα στην ομάδα. Επιπλέον, η ικανότητα αναγνώρισης και ερμηνείας μουσικών στοιχείων, όπως ο τόνος και ο ρυθμός, μπορεί να παρείχε ένα εξελικτικό πλεονέκτημα, καθώς αυτές οι δεξιότητες μπορεί να ήταν απαραίτητες για την επικοινωνία, τη συναισθηματική έκφραση και το συντονισμό των ομαδικών δραστηριοτήτων. Με την πάροδο του χρόνου, ο ανθρώπινος εγκέφαλος εξελίχθηκε ώστε να εκτιμά και να δημιουργεί σύνθετες μουσικές δομές, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη των ποικίλων μουσικών παραδόσεων που βλέπουμε σήμερα.
Το γεγονός λοιπόν ότι η μουσική υπάρχει μαζί μας για τόσο πολύ καιρό, εξηγεί γιατί μας επηρεάζει τόσο βαθιά – τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Τα δάκρυά μας μπορεί να κυλήσουν ανεξέλεγκτα, όταν οι Led Zeppelin τραγουδάνε το “Stairway to heaven”. Είναι δύσκολο να μην κουνήσουμε το κεφάλι μας στον ρυθμό του “I Love Rock ‘N Roll” της Joan Jett, ενώ μπορεί να μην θεωρούμαστε καν άνθρωπος αν δεν νιώθουμε τουλάχιστον την ανάγκη να χορέψουμε ακούγοντας το “Shake It Off” της Taylor Swift. Ο λόγος είναι ότι πολύ απλά εξελιχθήκαμε για να νιώθουμε τη μουσική.
Δείτε περισσότερα ΕΔΩ