Μεγάλη Δευτέρα των Καθολικών έμελλε η εκκλησία σύμβολο του Παρισιού, ο καθεδρικός που άντεξε 800 χρόνια, πολέμους και καταστροφές, να ζήσει το απόλυτο δράμα. Μαζί με την Παναγία των Παρισίων, το δράμα τους ζουν οι Παριζιάνοι αλλά και οι τουρίστες που έτυχε να βρίσκονται στην Πόλη του Φωτός.
«Ω, Θεέ μου» η φράση που ακούγεται περισσότερο απ’ όλες. Στις όχθες του Σηκουάνα, κόσμος μαζεμένος, συγκλονισμένος και σοκαρισμένοςπαρακολουθεί την τραγωδία να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του. Άλλοι κλαίνε. Άλλοι προσεύχονται. Είναι πολλοί. Όλοι τους, αδυνατούν να συλλάβουν το μέγεθος της καταστροφής.
Κραυγές κατάπληξης και λυγμοί ακούστηκαν από το πεζοδρόμιο, όταν το βέλος του καμπαναριού, του ιστορικού μνημείου, κατέρρευσε ενώ η φωτιά κατέτρωγε τον ξύλινο σκελετό του.
Έχοντας σαστίσει, δείχνοντας να μην πιστεύουν τα μάτια τους, οι θεατές βιντεοσκοπούσαν την τραγωδία με τα κινητά τηλέφωνά τους. «Το Παρίσι παραμορφώθηκε. Αυτή η πόλη δεν θα ξαναγίνει ποτέ όπως ήταν«, δηλώνει συντετριμμένος ο Φιλίπ, ένας 30χρονος άνδρας που έσπευσε στην περιοχή όταν τον ειδοποίησε ένας φίλος του. «Είναι τραγωδία. Αν πιστεύετε στον Θεό, τώρα είναι η ώρα για να προσευχηθείτε«, πρόσθεσε.
Ενώ οι δυνάμεις ασφαλείας προσπαθούσαν να διευρύνουν την περίμετρο ασφαλείας γύρω από το κτίριο, τουρίστες και κάτοικοι εξακολουθούσαν να μαζεύονται στο νησί μέσα στον Σηκουάνα, συρρέοντας στις γέφυρες του Ιλ ντε λα Σιτέ.
Μια γυναίκα, με δάκρυα να κυλούν από τα μάτια της, προσπαθούσε να βρει λόγια για να εκφράσει την οδύνη της. Όμως δεν έβγαινε φωνή από το στόμα της… «Τελείωσε, δεν θα την ξαναδούμε, ένας χώρος αποκάλυψης καταρρέει μπροστά στα μάτια μας. Θα ήθελα να ξέρω το γιατί. Με όσα συμβαίνουν στον κόσμο, γιατί έγινε αυτό στη Notre Dame; Είναι ίσως θεϊκό σημάδι«, σχολίασε ένας 37χρονος άνδρας.
Ένας αξιωματικός της αστυνομίας, ακριβώς δίπλα του, αναφωνεί: «Ω, Θεέ μου«. «Είναι φρικτό, η ιστορία μας γίνεται στάχτη«, είπε ο Μπενουά, που έφτασε με το ποδήλατό του, απηχώντας το γενικό αίσθημα απελπισίας και αδυναμίας.
«Είμαι συντετριμμένη«, είπε απλά μια γυναίκα, η Ναταλί Καντβαλάντερ, που έφτασε στο Παρίσι πριν από δύο ημέρες για τουρισμό, μαζί με τον σύζυγό και τα δύο παιδιά τους.
Στάχτες έπεφταν πάνω στο πλήθος, ενώ ακούγονταν οι σειρήνες των περιπολικών και των πυροσβεστικών οχημάτων. Κάποιοι τραβούσαν φωτογραφίες, άλλοι περιέγραφαν από το τηλέφωνο στους φίλους τους τον κιτρινόμαυρο καπνό, τις στάχτες, την απόγνωση, τη θλίψη. «Είναι χιλίων ετών«, εξηγεί ένας άνδρας στη 10χρονη κόρη του.
Ένα κορίτσι, στην εφηβεία, λέει διστακτικά: «Μπορεί και να μην είναι τόσο σοβαρό«. Σαν να μην θέλει να πιστέψει. «Πρόκειται για την Παναγία των Παρισίων«, της απάντησε η μητέρα της, χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα από τις φλόγες που αγκαλιάζουν τη στέγη του καθεδρικού ναού.