Στην Ελλάδα καταγράφηκε τον Ιούνιο η υψηλότερη μηνιαία αύξηση τιμών, 3,3%, στην κατηγορία των τροφίμων
Μια ανησυχητική «πρωτιά» της Ελλάδας έδειξαν τα οριστικά στοιχεία της Eurostat για τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή του Ιουνίου: Στην Ελλάδα καταγράφηκε τον Ιούνιο η υψηλότερη μηνιαία αύξηση τιμών, 3,3%, στην κατηγορία των τροφίμων, όχι μόνο στην Ευρωζώνη αλλά συνολικά στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Μάλιστα η αύξηση που καταγράφηκε στις τιμές των τροφίμων τον Ιούνιο του 2023 σε σύγκριση με τον Μάιο του 2023 ήταν υψηλότερη ακόμη και από αυτή στην Τουρκία… Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), η μηνιαία μεταβολή στις τιμές των τροφίμων ήταν 2,10%, αύξηση χαμηλότερη μεν από αυτή που δίνει η Eurostat, αλλά το ίδιο ανησυχητική, καθώς είναι η δεύτερη υψηλότερη που καταγράφεται μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία (2,50% τον Μάρτιο του 2022). Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι μετά τον Απρίλιο, που για πρώτη φορά – και μοναδική, όπως αποδείχθηκε τελικά– καταγράφηκε μείωση στις τιμές των τροφίμων (έστω και 0,1%), οι τιμές αυξήθηκαν τον Ιούνιο για δεύτερο συνεχόμενο μήνα. Αν μη τι άλλο η αποκλιμάκωση των τιμών στην ενέργεια δεν στάθηκε ικανή για να προκαλέσει την πολυπόθητη μείωση των τιμών και στα τρόφιμα.
Ετσι, τα τυροκομικά προϊόντα και κυρίως όσα παράγονται από αιγοπρόβειο γάλα, όπως η φέτα, αλλά και η γραβιέρα, μοιάζουν πλέον με είδη πολυτελείας, με τις τιμές τους, ακόμη και στο σούπερ μάρκετ και όχι σε κάποιο ντελικατέσεν, να φτάνoυν τα 13 και τα 15 ευρώ το κιλό αντιστοίχως, η τιμή στο φρέσκο γάλα να είναι σταθερά υψηλή από πέρυσι, ενώ ένα από τα πιο φθηνά φρούτα του καλοκαιριού, το καρπούζι, πωλείται φέτος προς 1 ευρώ το κιλό.
Να σημειωθεί ότι η τιμή του γάλακτος παραμένει στα ίδια υψηλά επίπεδα με πέρυσι, παρά το γεγονός ότι η τιμή παραγωγού υποχώρησε, χωρίς να έχει φτάσει βεβαίως στα προ ουκρανικής κρίσης επίπεδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, η μέση τιμή για το αγελαδινό γάλα τον Απρίλιο του 2023 ήταν περίπου 0,52 ευρώ/κιλό έναντι 0,57 ευρώ/κιλό στις αρχές του χρόνου και 0,60 ευρώ/κιλό που είχε φτάσει το περυσινό καλοκαίρι. Στο 1,55 ευρώ/κιλό έχει διαμορφωθεί η μέση τιμή παραγωγού του πρόβειου γάλακτος, παρουσιάζοντας μόνο οριακή μείωση σε σύγκριση με το 1,57 ευρώ/κιλό. Στις αρχές του 2022 η μέση τιμή παραγωγού ήταν 1,17 ευρώ/κιλό. Ακόμη και η τιμή χονδρικής στη φέτα, αυτή για παράδειγμα που προμηθεύονται οι φούρνοι για να φτιάξουν τις τυρόπιτες, έχει αυξηθεί στα 8,5 ευρώ/κιλό, από 5 ευρώ, ενώ νέοι τιμοκατάλογοι με αυξήσεις στη λιανική και στη χονδρική καταφθάνουν από τους προμηθευτές, όπως για παράδειγμα στα αλλαντικά (7% ανατιμήσεις), στα πουλερικά και στα αυγά.
Ωστόσο, ακόμη και στις περιπτώσεις που καταγράφεται σημαντική αποκλιμάκωση τιμών σε βασικές πρώτες ύλες, δεν ακολουθεί ανάλογη μείωση σε προϊόντα που σχετίζονται με αυτές. Ενα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι αυτό των αλεύρων. Η τιμή του μαλακού σιταριού, η οποία όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεπέρασε τα 400 ευρώ/τόνο στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων στο Παρίσι, αποκλιμακώθηκε σημαντικά τους επόμενους μήνες και έφτασε ακόμη και στο επίπεδο των 220 ευρώ/τόνο. Με βάση δε τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η μέση τιμή του μαλακού σιταριού, από 412 ευρώ/τόνο που έφτασε στην Ε.Ε. τον Μάιο του 2022, ένα χρόνο μετά ήταν στα 231 ευρώ/τόνο, χαμηλότερα δηλαδή κατά 44% περίπου. Η τιμή των αλεύρων, ωστόσο, όπως τονίζει στην «Καθημερινή» τόσο ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος κ. Μιχάλης Μούσιος όσο και ο κ. Γιώργος Μαυρομαράς, ιδρυτής και συνιδιοκτήτης της αρτοβιομηχανίας Bakehellas, έχει μειωθεί μόλις κατά 5% περίπου σε σύγκριση με πέρυσι, με συνέπεια να παραμένει σε επίπεδα 80% υψηλότερα σε σύγκριση με την προ του πολέμου περίοδο.
Εκπτωση της τάξεως του 10% παρέχεται στις περιπτώσεις που οι αρτοποιοί εξοφλούν άμεσα, τοις μετρητοίς, τα άλευρα που αγοράζουν, με τις σχετικές προμήθειες να γίνονται σε εβδομαδιαία βάση.
Η αύξηση των διεθνών τιμών των σιτηρών, μετά την απόφαση της Ρωσίας να αποχωρήσει από τη σχετική συμφωνία που επέτρεπε την εξαγωγή ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας, ευτυχώς δεν έχει αποτυπωθεί ακόμη στις εγχώριες τιμές των αλεύρων, με τη σχετική ανησυχία, ωστόσο, εύλογα να υπάρχει. Αυτό που αναμένει τώρα η αγορά είναι τη νέα σοδειά σιταριού και καλαμποκιού το προσεχές διάστημα, ενώ την ίδια ώρα παρακολουθεί με αγωνία την εξέλιξη των τιμών σε σειρά άλλων βασικών πρώτων υλών, όπως είναι η ζάχαρη και το κακάο.
Νέο κύμα ανατιμήσεων στα τρόφιμα προκαλεί ο Πούτιν
Φόβους για νέα επισιτιστική κρίση, αλλά και κατακόρυφη αύξηση στις τιμές των σιτηρών, προκαλεί η απόφαση της Ρωσίας να αποχωρήσει από τη συμφωνία για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας, μία συμφωνία που βοήθησε να μετριαστούν οι επιπτώσεις του πολέμου στις φτωχότερες χώρες που εισάγουν δημητριακά αλλά και στις χώρες της Δύσης που αντιμετωπίζουν επίμονα υψηλό πληθωρισμό.
Το άμεσο αποτέλεσμα της αναστολής είναι ότι εκατομμύρια τόνοι σιταριού που προορίζονται για την Αφρική και τη Δυτική Ασία έχουν αποκλειστεί, με τη Μόσχα να κλιμακώνει την κρίση, στοχοποιώντας τα τελευταία 24ωρα τερματικούς σταθμούς σιτηρών και λιμενικές υποδομές της Ουκρανίας. Εχει διαμηνύσει ότι θα επιστρέψει στη συμφωνία μόνο εάν ικανοποιηθούν βασικά της αιτήματα, όπως είναι μεταξύ άλλων η επανασύνδεση της αγροτικής τράπεζας Rosselchosbank με το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT, καθώς και η αποδέσμευση των «παγωμένων» περιουσιακών στοιχείων ρωσικών εταιρειών.
Μετά το μεγαλύτερο ημερήσιο άλμα εδώ και μία δεκαετία, οι διεθνείς τιμές του σιταριού αυξήθηκαν χθες για τρίτη συνεχόμενη ημέρα. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης στο Σικάγο σημείωσαν άνοδο κατά 1,79%, αφού είχαν σημειώσει αύξηση της τάξεως του 9%, τη μεγαλύτερη αύξηση από το 2012.
Οι τιμές για άλλα γεωργικά προϊόντα όπως η ελαιοκράμβη και η ζάχαρη εκτοξεύθηκαν επίσης σε όλο τον κόσμο, καθώς η Ουκρανία είναι ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς δημητριακών, όπως το σιτάρι και το καλαμπόκι, και έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στα προγράμματα επισιτιστικής βοήθειας του ΟΗΕ. Ως εκ τούτου, όταν η Ρωσία εισέβαλε και απέκλεισε τα ουκρανικά λιμάνια, οι τιμές των σιτηρών εκτοξεύτηκαν στα ύψη σε πολλά μέρη του κόσμου. Επειτα από μήνες επισιτιστικής ανασφάλειας η συμφωνία που επιτεύχθηκε με τη μεσολάβηση της Τουρκίας και των Ηνωμένων Εθνών τον Ιούλιο του 2022 ήρε τον ρωσικό ναυτικό αποκλεισμό της Μαύρης Θάλασσας και έθεσε όρους ώστε εκατομμύρια τόνοι σιτηρών να αρχίσουν να ρέουν από τα σιλό της Ουκρανίας.
Εκτοτε, η ημερομηνία λήξης της συμφωνίας παρατάθηκε πολλές φορές, με τη Μόσχα να περιμένει μέχρι την ενδέκατη ώρα για να δώσει παράταση, πράγμα που έκανε πάντοτε απρόθυμα καθώς οι απαιτήσεις του προέδρου Πούτιν δεν ικανοποιήθηκαν από τη Δύση. Η συμφωνία για τα σιτηρά στη Μαύρη Θάλασσα επέτρεψε στο Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (WFP) να στείλει περισσότερους από 725.000 τόνους σιταριού από την Ουκρανία σε χώρες που αντιμετωπίζουν πείνα, συμπεριλαμβανομένης της Αιθιοπίας, της Υεμένης και του Αφγανιστάν.
Στο εξής και μέχρι νεωτέρας, η Ρωσία προειδοποίησε ότι όλα τα πλοία στη Μαύρη Θάλασσα που κατευθύνονται προς τα ουκρανικά λιμάνια θα θεωρούνται πιθανοί φορείς στρατιωτικού φορτίου, ενώ τις τελευταίες ημέρες εξαπέλυσε εκτεταμένες επιθέσεις με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη εναντίον νευραλγικών υποδομών στη νότια Ουκρανία, καταστρέφοντας, σύμφωνα με το Κίεβο, τουλάχιστον 60.000 τόνους σιτηρών.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου – μια δεξαμενή σκέψης με έδρα τις ΗΠΑ–, οι πρόσφατες επιθέσεις είναι πιθανό να επιβεβαιώσουν εκ νέου τις αντιρρήσεις της Ρωσίας για την ανανέωση της συμφωνίας για τα σιτηρά και να εμποδίσουν την ικανότητα του Κιέβου να εξάγει γεωργικά προϊόντα.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο του «ντόμινο» θα έχει αντανάκλαση στον παγκόσμιο πληθωρισμό που είχε αρχίσει να «φρενάρει» έπειτα από καιρό. Ο γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες δήλωσε ότι λυπάται «βαθιά» για την απόφαση της Ρωσίας, η οποία αφαίρεσε ένα «σωσίβιο» για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο που αντιμετωπίζουν το φάσμα της πείνας, καθώς και για όσους παλεύουν ήδη με το αυξανόμενο κόστος τροφίμων, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος ο επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. Ζοζέπ Μπορέλ προειδοποίησε ότι η Ρωσία θέτει σε κίνδυνο την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια.
Πηγή moneyreview.gr