Οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν για τα ρούχα του, την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του και το πρόβλημα στην ομιλία του – Δείτε βίντεο με τη στιγμή της εισβολής στο σχολείο
Ο πρώην συμμαθητής του μακελάρη του Τέξας, που μίλησε στο αμερικανικό δίκτυο υπό καθεστώς ανωνυμίας, αποκάλυψε ότι ο Ράμος δεχόταν bullying στο σχολείο για τα ρούχα του, και για το γεγονός ότι η οικογένειά του ήταν φτωχή. «Απέφευγε να πηγαίνει σχολείο και σιγά σιγά σταμάτησε τελείως. Ερχόταν πολύ σπάνια», ανέφερε χαρακτηριστικά. Με τον καιρό οι δύο φίλοι απομακρύνθηκαν, αλλά ο Ράμος του έστελνε κατά καιρούς μηνύματα, λέγοντάς του τα νέα του. Τέσσερις μέρες πριν το μακελειό της Τρίτης, ο Ράμος του έστειλε μια φωτογραφία με τα όπλα του και με ένα σακίδιο γεμάτο πυρομαχικά. «Είχε περίπου εφτά γεμιστήρες. Του είπα “φίλε, γιατί τα έχεις αυτά;”, και εκείνος μου απάντησε “μην ανησυχείς”», είπε ο νεαρός.
Υπενθυμίζεται ότι ο Σαλβαδόρ Ράμος είχε δημοσιεύσει, σύμφωνα με την Daily Mail, φωτογραφίες των όπλων του στο Instagram μερικές μέρες πριν τη σφαγή στο σχολείο, κάνοντας μάλιστα tag μια κοπέλα που γνώριζε ελάχιστα. Ο έφηβος που έμελλε να βυθίσει στο πένθος την πόλη Ουβάλντε φέρεται να είχε αγοράσει τα δύο όπλα με τα οποία διέπραξε την αποτρόπαια πράξη του (δύο τουφέκια εφόδου) για τα 18α γενέθλιά του, μόλις λίγες μέρες πριν.
Ήταν μοναχικός και με τον καιρό γινόταν όλο και πιο βίαιος
Ακόμα περισσότερα στοιχεία για το προφίλ του δράστη αποκαλύπτει η Washington Post, μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων που τον γνώριζαν. Φίλοι και συγγενείς μιλούν για ένα μοναχικό έφηβο με δύσκολη οικογενειακή ζωή, που σε όλη την παιδική του ηλικία δεχόταν bullying για ένα πρόβλημα που είχε στην ομιλία. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, ο Ράμος ξεσπούσε με ολοένα και περισσότερη βιαιότητα σε συνομήλικούς του ή αγνώστους.
Στην εφημερίδα μίλησε, μεταξύ άλλων, ο 18χρονος Σάντος Βαλντέζ Τζούνιορ, που ήξερε τον Ράμος από το δημοτικό και «ήταν φίλος μαζί του» μέχρι που χειροτέρεψε η συμπεριφορά του. Οι δυο νεαροί έπαιζαν μαζί video games όπως το Fortnite και το Call of Duty. Έπειτα όμως ο Ράμος άλλαξε. Μια φορά, όπως αφηγείται ο νεαρός, ο Ράμος πέρασε από ένα πάρκο όπου παλιά έπαιζαν μπάσκετ και το πρόσωπό του ήταν γεμάτο κοψίματα. Αρχικά είπε ότι μια γάτα τον είχε γρατσουνίσει, μετά όμως παραδέχτηκε την αλήθεια στον φίλο του. «Είπε ότι είχε κόψει το πρόσωπό του με μαχαίρια ξανά και ξανά» θυμάται ο Βαλντέζ Τζούνιορ. Όταν τον ρώτησε «Είσαι τρελός; Γιατί το έκανες αυτό;» εκείνος απάντησε ότι το έκανε για πλάκα.
Στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού και τις πρώτες του Γυμνασίου, ο Ράμος δεχόταν κοροϊδίες από τους συμμαθητές του επειδή τραύλιζε αρκετά έντονα, σύμφωνα με ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Ο Στίβεν Γκαρσία, που θεωρούσε τον εαυτό του «κολλητό» του Ράμος στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, παραδέχτηκε ότι ο τότε φίλος του περνούσε άσχημα. «Δεχόταν πολύ σκληρό bullying από πολλά άτομα… Στα social media, στο gaming, παντού». «Ήταν το καλύτερο παιδί, το πιο ντροπαλό. Απλώς χρειαζόταν να βγει από το καβούκι του» λέει σήμερα για τον Ράμος ο πρώην φίλος του.
Μια φορά, είχε ποστάρει μια φωτογραφία του εαυτού του με μαύρο eyeliner, γεγονός που προκάλεσε πολλές κοροϊδίες online από άτομα που χρησιμοποιούσαν υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς για ομοφυλόφιλα άτομα. Ο Γκαρσία εξήγησε στην εφημερίδα ότι προσπάθησε να τον υπερασπιστεί, όμως αργότερα μετακόμισαν με τους δικούς του σε άλλη περιοχή του Τέξας. Εκείνη την περίοδο ο Ράμος «άρχισε να φέρεται σαν διαφορετικός άνθρωπος… συνεχώς χειροτερευε», σημειώνει ο νεαρός. Μετά τη μετακόμιση του φίλου του, ο Ράμος σταμάτησε να πηγαίνει σχολείο και άρχισε να φορά μόνο μαύρα και στρατιωτικές μπότες. Τότε ήταν που άρχισε να μακραίνει και τα μαλλιά του.
Το ιστορικό της επίθεσης
Παραμένει ακόμη άγνωστο στις αρχές τι οδήγησε τον 18χρονο Σαλβαδόρ Ράμος, μαθητή λυκείου στην Ουβάλντε, να δολοφονήσει 19 μικρούς μαθητές και δύο δασκάλες, τουλάχιστον ο ένας εκ των οποίων ήταν εκπαιδευτικός, ανοίγοντας πυρ μέσα στις αίθουσες του πρωτοβάθμιου σχολείου Ρομπ της μικρής πόλης της πολιτείας Τέξας, κάπου 130 χιλιόμετρα από το Σαν Αντόνιο.
Ο νεαρός –εικονίζεται με μαλλιά περίπου ως τους ώμους και ανέκφραστο ύφος σε σέλφι που είχε ανεβάσει στον λογαριασμό του στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Instagram, ενώ σε άλλη φωτογραφία του διακρίνονται δυο τουφέκια εφόδου πάνω σε χαλί– διέπραξε τη σφαγή αφού πρώτα πυροβόλησε τη γιαγιά του. Δεν είναι καθαρό αν τα δύο γεγονότα συνδέονται. Σύμφωνα με τον υπαξιωματικό των υπηρεσιών επιβολής του νόμου στο Τέξας Έρικ Εστράντα, που μίλησε στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN, η γιαγιά εισήχθη στο νοσοκομείο University Health, όπου νοσηλεύεται σε «κρίσιμη κατάσταση».
Η στιγμή της εισβολής:
Φορώντας αλεξίσφαιρο, εφοδιασμένος τουλάχιστον με ένα τουφέκι εφόδου, ο νεαρός αρχικά διέφυγε με ημιφορτηγό, που ενεπλάκη σε «θεαματικό τροχαίο», προτού το εγκαταλείψει και πάει στο πρωτοβάθμιο σχολείο Ρομπ περί τις 11:30 (19:30 ώρα Ελλάδας), προσπαθώντας κατά τα φαινόμενα να ξεφύγει από αστυνομικούς.
Για τους μαθητές –ηλικίας το πολύ δέκα ετών– και τους εκπαιδευτικούς σε αυτό το σχολείο με περίπου 500 παιδιά, στην πλειονότητά τους με καταγωγή από τη Λατινική Αμερική, τα μαθήματα ολοκληρώνονταν αύριο Πέμπτη. Το σχολείο, με σύνθημα «Live. Learn. Love. Lead» («Ζήσε. Μάθε. Αγάπησε. Ηγήσου», θα παραμείνει κλειστό σήμερα και αύριο, τελευταίες ημέρες της σχολικής χρονιάς. Ο νεαρός δράστης σκοτώθηκε στην ανταλλαγή πυρών με αστυνομικούς που ακολούθησε. Δύο αστυνομικοί τραυματίστηκαν ελαφρά, δήλωσε νωρίτερα ο κυβερνήτης του Τέξας, ο Γκρεγκ Άμποτ.
Σύμφωνα με τον Πιτ Αρεντόντο, αξιωματικό της αστυνομίας που ανέλαβε να διενεργήσει την έρευνα, ο έφηβος έδρασε μόνος. Ο υπαξιωματικός Εστράντα είπε πως δεν ξέρει αν ήταν γνωστός στις αρχές. Οι αρχές προσπαθούν ακόμη να συλλέξουν στοιχεία «για το προφίλ του», «τα κίνητρά του», «τους τύπους των όπλων που χρησιμοποίησε και αν τα κατείχε νόμιμα», σύμφωνα με τον κυβερνήτη Άμποτ.
Παιδιά κάτω των 10 ετών
Η σφαγή, η χειρότερη του είδους έπειτα από αυτή στο πρωτοβάθμιο σχολείο Σάντι Χουκ (2012), αναγκάζει πολλούς στις ΗΠΑ να ξαναζήσουν το μαρτύριο των επιθέσεων σε σχολεία, που επαναλαμβάνεται αέναα τα τελευταία χρόνια, με σοκαριστικές εικόνες παιδιών τραυματισμένων σωματικά και ψυχικά, υποχρεωμένων να κλειδώνονται στις τάξεις προτού τα απομακρύνουν δυνάμεις επιβολής του νόμου, γονιών σε κατάσταση αλλοφροσύνης που εκλιπαρούν απελπισμένοι να μάθουν την τύχη των βλασταριών τους…
Παρεμβαίνοντας με διάγγελμά του αμέσως μετά την επιστροφή του από την περιοδεία του στην Ασία, ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αξίωσε χθες να αναληφθεί «δράση» για να αντιμετωπιστεί η μάστιγα των επιθέσεων με τη χρήση πυροβόλων όπλων, καλώντας τα μέλη του Κογκρέσου να αψηφήσουν το λόμπι της οπλοκατοχής.
«Πόσες ακόμα δεκάδες μικρά παιδιά, που είδαν τι συνέβη, θα υποχρεωθούν να δουν τους φίλους τους να πεθαίνουν λες και βρίσκονται σε πεδίο μάχης», ενώ είναι στο σχολείο, «για τ’ όνομα του Θεού;» ρώτησε ο αρχηγός του κράτους. «Πότε, για τ’ όνομα του Θεού, θα ορθώσουμε το ανάστημά μας στο λόμπι των όπλων;» διερωτήθηκε ο 78χρονος Δημοκρατικός αρχηγός του κράτους. «Είμαι αποκαρδιωμένος και κουρασμένος», πρόσθεσε.
Τόνισε πως θεωρεί «απλά λάθος» οποιοσδήποτε 18χρονος να είναι σε θέση να αγοράζει τουφέκια εφόδου. «Αυτού του είδους τα mass shootings σπανίως συμβαίνουν αλλού στον κόσμο — γιατί; Έχουν κι αλλού προβλήματα ψυχικής υγείας, έχουν κι άλλες χώρες στον κόσμο διαλυμένες οικογένειες, ανθρώπους χαμένους. Αλλά αυτού του είδους τα mass shootings δεν γίνονται πουθενά με τη συχνότητα που γίνονται στην Αμερική», πρόσθεσε, χρησιμοποιώντας τον όρο των αμερικανικών υπηρεσιών επιβολής της τάξης για τις επιθέσεις με χρήση πυροβόλων όπλων που έχουν τέσσερα ή περισσότερα θύματα.
«Γιατί είμαστε διατεθειμένοι να βιώνουμε αυτό το μακελειό;», επέμεινε, θυμίζοντας την ατελείωτη λιτανεία τέτοιων περιστατικών, τις περίπου 900 περιπτώσεις χρήσης πυροβόλων όπλων μέσα σε σχολεία αφότου διαπράχθηκε η σφαγή του Σάντι Χουκ.
Είπε ακόμα πως ούτε ο ίδιος ούτε οι άλλοι Αμερικανοί θα ξεχάσουν όσους παρεμποδίζουν ή καθυστερούν την προώθηση νομοθεσίας για την οπλοκατοχή βασισμένης στην «κοινή λογική». Δεν θα αποτραπούν όλα τα εγκλήματα με τη χρήση όπλων αν περάσουν πιο αυστηροί νόμοι, όμως η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί, πρόσθεσε. «Είναι καιρός να δράσουμε», διατράνωσε ο κ. Μπάιντεν. «Μπορούμε να κάνουμε πολλά περισσότερα», να «μεταμορφώσουμε αυτή την οδύνη σε δράση».
«Παραπάει», έκρινε από τη δική της πλευρά η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις, καλώντας επίσης να αναληφθεί «δράση» για τη μάστιγα των όπλων. Λέγοντας πως «οι καρδιές μας συνεχίζουν να ραγίζουν» κάθε φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο, τόνισε πως ως έθνος οι Αμερικανοί πρέπει να βρουν το θάρρος να αναλάβουν δράση για να μην ξαναγίνει «ποτέ» σφαγή σε σχολείο.
Το μακελειό διαπράχθηκε 10 ημέρες έπειτα από εκείνο στο Μπάφαλο, την πολιτεία της Νέας Υόρκης, όπου νεαρός ρατσιστής επιτέθηκε σε σούπερ μάρκετ και δολοφόνησε 10 ανθρώπους, κυρίως Αφροαμερικανούς.
Στείρος διάλογος
Η χθεσινή τραγωδία έχει ομοιότητες με εκείνη στο Σάντι Χουκ, στην πολιτεία Κονέτικατ, όπου 20χρονος με προβλήματα ψυχικής υγείας σκότωσε 26 ανθρώπους, ανάμεσά τους είκοσι παιδιά 6 ως 7 ετών, προτού αυτοκτονήσει. Ο Κρις Μέρφι, Δημοκρατικός γερουσιαστής αυτής της πολιτείας, «ικέτευσε» χθες απευθυνόμενος στους συναδέλφους του στο ημικύκλιο να αναλάβουν δράση, διαβεβαιώνοντας ότι οι τραγωδίες του είδους αυτού δεν είναι «αναπόφευκτες». Τέτοιες σφαγές συμβαίνουν «μόνο σε ετούτη τη χώρα — σε καμία άλλη. Σε καμία άλλη χώρα παιδιά που πάνε σχολείο δεν διανοούνται πως μπορεί να τα πυροβολήσουν», είπε, προσθέτοντας πως τα μέλη του Κογκρέσου «δεν είναι ανίσχυρα», και υπενθυμίζοντας πως στις ΗΠΑ, «τα όπλα ρέουν σαν νεράκι», εξ ου η μια σφαγή διαδέχεται την άλλη.
Το 2018, μετά την επίθεση μαθητή που είχε αποβληθεί στο λύκειο της Πάρκλαντ, στη Φλόριντα (17 νεκροί, στην πλειονότητά τους έφηβοι και έφηβες), οργανώθηκαν ογκώδεις διαδηλώσεις, ιδίως νέων, που είχαν απαιτήσει από τους πολιτικούς να νομοθετήσουν. Όμως ο διάλογος για το ζήτημα παρέμεινε στείρος.
Δεν θεωρείται παρά την παρέμβαση του προέδρου Μπάιντεν πως υπάρχει πραγματικά πιθανότητα το Κογκρέσο –στο οποίο το λόμπι των όπλων διατηρεί ισχυρή επιρροή για δεκαετίες– να ψηφίσει οποιαδήποτε φιλόδοξη μεταρρύθμιση για την οπλοκατοχή, ζήτημα που διχάζει διαχρονικά τους Αμερικανούς.
Σύμφωνα με το ινστιτούτο έρευνας Small Arms Survey, το 2017 υπήρχαν στη χώρα 393 εκατομμύρια πυροβόλα όπλα, περισσότερα απ’ ό,τι κάτοικοι.