Πολλές φορές έχουμε κάνει λόγο για εθνική τραγωδία. Πολλές φορές γράψαμε, ακούσαμε και διαβάσαμε τις λέξεις συλλογικό πένθος. Πολύ αμφιβάλλω αν έχουμε βιώσει ποτέ κάποια ανάλογη περίσταση που να εμπίπτει πιο εμφατικά και σπαρακτικά στους παραπάνω ορισμούς. Η τραγωδία των Τεμπών αποπνέει κάτι βαθιά οικείο, κάτι ανατριχιαστικά κοντινό. Κάτι δικό μας. Κάτι αβάσταχτα προσωπικό. Είναι ότι όλοι μας έχουμε κάνει το συγκεκριμένο δρομολόγιο αμέτρητες φορές. Είναι οι συνθήκες του δυστυχήματος: δύο τρένα που συγκρούονται μετωπικά μπορούν να νοηθούν μόνο στην εικόνα ενός μικρού παιδιού που παίζει με τρενάκια, όχι στην πραγματικότητα, όχι στην αληθινή ζωή. Είναι οι σπαραξικάρδιες ηλικίες των θυμάτων. Είναι ότι αδυνατούμε να συναισθανθούμε έστω και αμυδρά το μαρτύριο των ανθρώπων που περιμένουν στωικά όχι κάποια χαρμόσυνα νέα, αλλά μια μακάβρια επιβεβαίωση πως τα παιδιά τους έχουν γίνει στάχτη.
Είναι και πολλά ακόμη, όμως. Η εξοργιστική σκέψη ότι λειτουργίες και ενέργειες από τις οποίες εξαρτώνται εκατοντάδες ζωές εκτελούνται χειροκίνητα, από έναν άνθρωπο, χωρίς την παραμικρή ηλεκτρονική παρακολούθηση, δίχως δικλείδες ασφαλείας, με υποδομές είτε ανύπαρκτες είτε ανενεργές. Οι συνεχείς προειδοποιήσεις των μηχανοδηγών για τα ελλιπή μέτρα ασφαλείας που αγνοήθηκαν επιδεικτικά, επανειλημμένα, χυδαία, επαίσχυντα. Τα δημοσιεύματα έγκυρων ξένων μέσων που στηλίτευαν τις τραγελαφικές συνθήκες λειτουργίας του σιδηροδρομικού δικτύου και είχαν παρόμοια τύχη. Η κατά κυριολεξία τραγική ειρωνεία των πρόσφατων λογυδρίων από το βήμα της Βουλής για την ασφάλεια των επιβατών στα τρένα, τα φανφαρόνικα εγκαίνια συστημάτων και υποδομών που στην πραγματικότητα βρίσκονται σε αχρησία. Ακόμη οι πιο αφανείς λεπτομέρειες, που ρίχνουν κι άλλο νερό στον μύλο του εκνευρισμού. Η υποδοχή των πρώτων επιζώντων επιβατών στη Θεσσαλονίκη με μόνη συνοδεία τα ΜΑΤ για να μη γίνουν επεισόδια. Κανένας υπεύθυνος από την πολιτική εξουσία, από τον ιδιωτικό φορέα, από τον αρμόδιο κρατικό φορέα, καμία κουβέντα παρηγοριάς ή συμπαράστασης. Ευτυχώς, λοιπόν, γλιτώσαμε τα επεισόδια την Τετάρτη τα ξημερώματα. Λίγο πριν είδαμε δεκάδες νέα παιδιά να γίνονται χίλια κομμάτια, αλλά είχαμε προνοήσει για τις τζαμαρίες.
Είναι απολύτως βέβαιο πως το προσεχές διάστημα η κουβέντα θα μετατοπιστεί από την οποιαδήποτε ουσιώδη συζήτηση στις μικροπολιτικές σκοπιμότητες, στην επικοινωνιακή διαχείριση, στις υπεκφυγές ευθύνης, στις αντεγκλήσεις, σε χίλια δυο θλιβερά και ποταπά, τα οποία όχι μόνο θα αποσπάσουν την προσοχή μας από το ζουμί της υπόθεσης, αλλά και θα προσβάλλουν ανερυθρίαστα τη μνήμη των αδικοχαμένων θυμάτων. Όσο για το τι μέλλει γενέσθαι, πέρα από τον όποιο καταλογισμό ευθυνών αντιστοιχεί σε φυσικά πρόσωπα, είναι αυτονόητο (ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι) πως θα πρέπει να μπει ένα προσωρινό λουκέτο στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο όχι για να εξυπηρετηθεί το θεαθήναι αλλά με την ελπίδα και την προσμονή ότι θα δρομολογηθούν όλες οι απαραίτητες αλλαγές, βελτιώσεις, αναβαθμίσεις.
Όπως είναι προφανές στη σκιά της τραγωδίας των Τεμπών οι πρότερες κοροϊδίες και αστειότητες ηχούν ακόμη πιο φαιδρά και ξεδιάντροπα. Τι να πρωτοθυμηθούμε, άλλωστε; Το φιάσκο του Βέλους; Την αύξηση των τιμών χωρίς την αντίστοιχη αναβάθμιση των υπηρεσιών; Το γεγονός ότι τα τρένα που θεωρήθηκαν σαράβαλα στην Ελβετία κατέληξαν να θεωρούνται εκσυγχρονιστική κίνηση στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας; Ούτως ή άλλως, το σιδηροδρομικό δίκτυο της Ελλάδας είναι μια σκέτη παρωδία, καμία δεύτερη σκέψη λοιπόν όσον αφορά την αυτονόητη κίνηση. Λουκέτο κλείσιμο, μπας και η απώλεια εσόδων για τη Hellenic Train και για τον ΟΣΕ (αλλά και το πολιτικό κόστος για την όποια κυβέρνηση προκύψει) παρακινήσει όλους τους εμπλεκόμενους να κάνουν αυτό που τους αναλογεί. Να αναλάβουν ευθύνες, να βρουν λύσεις, να τις εφαρμόσουν και να τις υλοποιήσουν. Για να το θέσουμε αλλιώς: μπορείτε να φανταστείτε τον εαυτό σας να κλείνει εισιτήριο και να επιβιβάζεται στο τρένο με τις υπάρχουσες συνθήκες και στον απόηχο της φρίκης που μας σκοτείνιασε όλους; Μέχρι να γίνουν όλα φυσιολογικά και αξιοπρεπή, καλύτερα να μην υπάρχει τίποτα.