Ο Σωτήρης Τσιόδρας αναμένεται να συμμετάσχει στη σύσκεψη της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων την Παρασκευή.
Η συμμετοχή του κ. Τσιόδρα έρχεται σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά ο νέος κίνδυνος περαιτέρω έξαρσης της επιδημίας του κορωνοϊού, σύμφωνα με το iefimerida.gr.
Συναγερμός έχει σημάνει ταυτόχρονα στη χώρα μας για τις μεταλλάξεις του κορωνοιού μετά και τη χθεσινή «έκρηξη» των κρουσμάτων παρά το γεγονός ότι η Αττική και άλλοι «κόκκινοι» δήμοι βρίσκονται σε δεύτερη εβδομάδα lockdown με κλειστά τα σχολεία και το λιανεμπόριο.
Ενδοοικογενειακές μεταδόσεις αυξάνουν τα κρούσματα στα παιδιά
Μια προς το παρόν λελογισμένη αυξητική τάση στα κρούσματα κορωνοϊού στα παιδιά και κατά συνέπεια στις νοσηλείες σε ορισμένες περιοχές, χωρίς όμως να προκύπτει βαρύτερη νόσηση στις μικρές ηλικίες, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του τρίτου επιδημικού κύματος.
Οπως φαίνεται από τα δεδομένα του ΕΟΔΥ, τις 23 ημέρες του Φεβρουαρίου έχουν καταγραφεί 2783 κρούσματα σε παιδιά και εφήβους 0-17 ετών, με τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα να αντιπροσωπεύει σήμερα το 6,9% του συνόλου των περιστατικών κορωνοϊού στην Ελλάδα, σε σχέση με 6,3% την 1η Φεβρουαρίου. Το αντίστοιχο ποσοστό για την ομάδα 0-17 ετών επί του συνόλου των κρουσμάτων την 1η Ιανουαρίου ήταν 6%.
Η μικρή αυτή αύξηση οφείλεται κατά τους ειδικούς της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων στην αυξημένη ενδοοικογενειακή μετάδοση όπως και στην κυκλοφορία του «βρετανικού» μεταλλαγμένου στελέχους. Ειδικότερα, η γνώμη των περισσότερων μελών της Επιτροπής είναι ότι η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται κυρίως στην κινητικότητα των γονέων.
«Όταν οι γονείς στέλνουν τα παιδιά στο σχολείο, έχουν πιο μεγάλη δυνατότητα και να γυρίσουν στην εργασία τους, αλλά και γενικά να κινηθούν εκτός σπιτιού», είχε αναφέρει η καθηγήτρια Παιδιατρικής, Βάνα Παπαευαγγέλου, σε πρόσφατη ενημέρωση. Η αυξημένη κινητικότητα γύρω από το άνοιγμα της εκπαίδευσης είναι και αυτή που ενδεχομένως οδηγήσει τους επιστήμονες να μην εισηγηθούν πρώτη την επανεκκίνηση λειτουργίας των σχολείων, αλλά να προηγηθεί το λιανεμπόριο μέσω του click-away.
H κυκλοφορία του «βρετανικού» μεταλλαγμένου στελέχους, επίσης, «ενοχοποιείται» για αυξημένη μεταδοτικότητα στα παιδιά, παρόλο που τα νεότερα διεθνή επιστημονικά δεδομένα διευκρινίζουν ότι η επίπτωση της μετάλλαξης είναι η ίδια σε παιδιά και ενήλικες, έχοντας καταρριφθεί η αρχική υπόθεση που ήθελε το «βρετανικό» στέλεχος να αγγίζει περισσότερο τους ανήλικους.
Η έντονη κυκλοφορία της μετάλλαξης σε περιοχές, πάντως, έχει αλλάξει τα δεδομένα που ίσχυαν έως σήμερα. Στην Πάτρα, για παράδειγμα, έχει φανεί επίπτωση και στις νοσηλείες παιδιών, όπως επισημαίνει η πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Πατρών και Α΄αντιπρόεδρος του Πανελλήνου Ιατρικού Συλλόγου, Αννα Μαστοράκου. «Είδαμε πέντε νοσηλείες σε διάστημα δέκα ημερών, κάτι που δεν είχαμε δει στα προηγούμενα κύματα», εξηγεί στο eleftherostypos.gr. Πρόκειται όμως για παιδιά που αντιμετωπίστηκαν μέσα στα νοσοκομεία. Η ίδια εξηγεί ότι «από το κλείσιμο των σχολείων επικρατεί ησυχία όσον αφορά στα παιδιά».
Η εικόνα στα παιδιατρικά νοσοκομεία της Αθήνας δε διαφέρει κατά πολύ σε σχέση με αυτή που υπάρχει από την αρχή της πανδημίας, με τις διαφορές στις εισαγωγές και νοσηλείες των παιδιών να «ανεβοκατεβαίνουν» κατά πολύ μικρό αριθμό παιδιών. Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες, σήμερα στο Παίδων «Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού» νοσηλεύονται εννέα παιδιά και στο «Αγία Σοφία» τρία με τέσσερα. Ενα παιδί, βρέφος 20 ημερών νοσηλεύεται σε σοβαρή κατάσταση και διασωληνωμένο.
Τα παραπάνω δεδομένα δείχνουν ότι δεν αλλάζουν πολλά σε αυτά που είναι γνωστά από την αρχή της πανδημίας για την επίπτωση της Covid-19 στην παιδική ηλικία. Οι ενδοοικογενειακές μεταδόσεις, όμως, είναι αυξημένες επηρεάζοντας και τα μικρότερα μέλη των οικογενειών. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις των επιστημόνων της Επιτροπής, δημιουργείται μια «ανακύκλωση» κρουσμάτων από εργασιακούς χώρους και οικογένειες.
«Η κοινωνία έχει κουραστεί, με αποτέλεσμα να μην τηρεί πάντα τα μέτρα. Στην Πάτρα για παράδειγμα είχαμε κρούσματα σε δύο κλειστές δομές, στην Κιβωτό Αγάπης και στις φυλακές του Αγίου Στεφάνου και υπάρχει έντονο άγχος “εξαγωγής” των κρουσμάτων στις οικογένειες των εργαζόμενων», σημειώνει η κα Μαστοράκου