Η νέα μελέτη δείχνει ότι η περίοδος επώασης του κοροναϊού ποικίλει ανάλογα με τον ασθενή. Αυτό ανέφεραν Κινέζοι ερευνητές που έκαναν μια από τις πιο εκτεταμένες μελέτες για την επιδημία ιογενούς πνευμονίας που έχει δημοσιευθεί μέχρι σήμερα.
Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εκτίμηση είναι ακόμη προκαταρκτική και «ανακριβής» και παρουσιάζει σημαντικές αυξομειώσεις δικαιολογεί «μια περίοδο παρακολούθησης ή καραντίνας διάρκειας 14 ημερών για τα πρόσωπα που έχουν εκτεθεί», κατά τη μελέτη, που αναρτήθηκε στο site της ιατρικής επιθεώρησης New England Journal of Medicine (NEJM).
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφέρθηκε σε δελτίο του που δημοσιοποιήθηκε τη Δευτέρα σε ένα φάσμα 2 ως 10 ημερών για την εμφάνιση συμπτωμάτων (πυρετός, βήχας, δυσκολία στην αναπνοή ως και οξεία αναπνευστική δυσχέρεια).
Η εκτίμηση των Κινέζων επιστημόνων για την περίοδο επώασης του 2019-nCoV βασίζεται στην παρατήρηση 10 ασθενών. Πάντως, οι δώδεκα ερευνητές μελέτησαν τα 425 πρώτα κρούσματα για να εξακριβώσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της επιδημίας.
Αφότου ξέσπασε στην Γουχάν τον Δεκέμβριο, ο αριθμός των κρουσμάτων της επιδημίας διπλασιάζεται ανά 7,4 ημέρες, υποδεικνύουν τα δεδομένα τους.
Υπολογίζουν επίσης ότι κάθε ασθενής μολύνει κατά μέσον όρο 2,2 ανθρώπους, το μέγεθος αυτό αποκαλείται ρυθμός αναπαραγωγής ή R0. Δεν αποτελεί καθ’ εαυτού πρόβλεψη για το εύρος μιας επιδημίας, πάντως είναι χρήσιμη παράμετρος. Εν προκειμένω, είναι συγκριτικά χαμηλό, πιο κοντά στην απλή χειμωνιάτικη γρίπη (≈1,3) από ό,τι για παράδειγμα στην εξαιρετικά μολυσματική ιλαρά (≈12+), και συγκρίσιμο με τον κοροναϊό που προκάλεσε την επιδημία του Σοβαρού Οξέος Αναπνευστικού Συνδρόμου (SARS), από το 2002 (≈3).
Οι κινέζοι επιστήμονες επισημαίνουν στην ανάλυσή τους ότι η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο «άρχισε μεταξύ στενών επαφών στα μέσα Δεκεμβρίου 2019».
Δύο άλλες αναλύσεις που δημοσιοποιήθηκαν την Τρίτη κάνουν λόγο για περίοδο επώασης μόλις μερικών ημερών: 5,8 ημερών με βάση την παρατήρηση των δεδομένων 34 ασθενών από ερευνητές στην Ολλανδία και τριών επιπλέον ημερών στην περίπτωση ενός 27χρονου Βιετναμέζου που μολύνθηκε από τον πατέρα του, που είχε επιστρέψει από την Γουχάν, σύμφωνα με επιστολή που δημοσιεύεται επίσης στο NEJM.
Στη μελέτη που έγινε στην Κίνα, οι μισοί από τους 425 ασθενείς ήταν από 60 ετών και πάνω, ενώ κανένας δεν ήταν κάτω από 15 ετών.