«Ήρθα για να ξεκαθαρίσουμε, ήρθα για να λύσουμε το πρόβλημά μας», είπε ο 75χρονος, ελληνοαιγυπτιακής καταγωγής, που τον ήξεραν ως Άρη, πριν ανοίξει πυρ και σκοτώσει την ιδιοκτήτρια της ναυτιλιακής εταιρείας, τον γαμπρό της και έναν καπετάνιο και αυτοκτονήσει στη συνέχεια στο υπόγειο του κτηρίου στη Γλυφάδα.
Ο 75χρονος με το όνομα Ελ Μπουράι είχε αποχωρήσει από την εταιρεία και έτσι εμφανίστηκε το πρωί της Δευτέρας στη Γλυφάδα, μπήκε στην εταιρεία για να πάρει εκδίκηση. Αυτό αναφέρουν και οι αυτόπτες μάρτυρες, που μίλησαν στο Newsbomb.gr, για το μακελειό στη ναυτιλιακή εταιρεία.
Ο 75χρονος ήταν οπλισμένος με καραμπίνα και περίστροφο και φαίνεται να μπήκε στο κτήριο από το πάρκινγκ. Εισέβαλε στο κτήριο και κανείς δεν μπορούσε να τον ηρεμήσει. Μάλιστα, αυτόπτης μάρτυρας αναφέρει στο Newsbomb.gr ότι πυροβόλησε και σκότωσε έναν άνθρωπο, έναν εργαζόμενο της εταιρείας, ο οποίος προσπαθούσε να τον ηρεμήσει.
Ο ένοπλος δράστης πυροβόλησε και σκότωσε εκτός από έναν καπετάνιο που εργαζόταν στη ναυτιλιακή εταιρεία και την ιδιοκτήτρια της εταιρείας, καθώς και τον γαμπρό της. Στη συνέχεια και με τους αστυνομικούς της ΕΚΑΜ να έχουν μπει στο κτήριο για να τον αφοπλίσουν, βρέθηκε στο υπόγειο, έχοντας βάλει τέλος στη ζωή του. Δίπλα του είχε μια καραμπίνα, την οποία χρησιμοποίησε για να αυτοκτονήσει.
Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες από το μακελειό στη Γλυφάδα
Σοκαρισμένοι είναι οι εργαζόμενοι της ναυτιλιακής εταιρείας στη Γλυφάδα, οι οποίοι έζησαν τρομακτικές στιγμές όταν πρώην εργαζόμενος μπήκε μέσα στο κτήριο και πήγε με στόχο να πυροβολήσει τα αφεντικά.
«Ακούσαμε πυροβολισμούς δεν ξέραμε τι είναι. Εγώ είμαι στον πρώτο, αυτό έγινε στον δεύτερο. Πρόκειται για έναν παλιό υπάλληλο της εταιρείας, Αιγύπτιος στην καταγωγή, έχει απολυθεί εδώ και καιρό. Ήθελε να εκδικηθεί τα αφεντικά. Φώναζε σε όλους να φύγουν δεν ήθελε να χτυπήσει κάποιον άλλον από εμάς, μόνο τα αφεντικά και χτύπησε στοχευμένα αυτούς. Δύο αφεντικά και ένας υπάλληλος. Πήγε να του μιλήσει να τον ηρεμήσει και τον πυροβόλησε και αυτόν. Μπήκε μια καραμπίνα επαναληπτική. Τον είδα λίγο, είχα κλείσει την πόρτα γιατί φοβόμουνα.»
«Εγώ δεν έκανα τίποτα έμεινα στον όροφο μου κάτω από το γραφείο μου. Περίμενα να ηρεμήσουν τα πράγματα μας έβγαλαν οι άνδρες της Αστυνομίας. Τον είδα πολύ λίγο πριν κλείσουμε την πόρτα που ανέβαινε την σκάλα προς τα πάνω, τίποτα άλλο. Κρατούσε ένα σακ βουαγιάζ δεν μπήκε από την είσοδο έχοντας παρατεταμένο το όπλο του.»