Ευθύνες στη μητέρα του μικρού Παναγιωτάκη για τον θάνατο του 15 μηνών βρέφους τον Αύγουστο του 2024 καταλογίζει η Ειρήνη Μουρτζούκου στο απολογητικό υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια Αχαΐας την Κυριακή (14.7.25), η οποία οδηγήθηκε σήμερα στις φυλακές Κορυδαλλού. Παράλληλα, η Ειρήνη Μουρτζούκου βάζει στο «κάδρο» των ευθυνών και τη μητέρα της, Πόπη Αναγνωστοπούλου, την οποία κατηγορεί ότι την εξέδιδε από την ηλικία των 15 ετών.
Υπενθυμίζεται ότι η Ειρήνη Μουρτζούκου έχει ομολογήσει τη δολοφονία των δύο μωρών της το 2022 και το 2023, του βρέφους της φίλης της Κατερίνας το 2021 αλλά και της ίδιας της της αδελφής το 2014. Αυτό που δεν ομολόγησε είναι ο θάνατος του μικρού Παναγιωτάκη για τον οποίο επιρρίπτει ευθύνες στη μητέρα του.
Μάλιστα, στο απολογητικό της υπόμνημα η Ειρήνη Μουρτζούκου ισχυρίζεται ότι ο θάνατος του Παναγιωτάκη δεν ταιριάζει στο μοτίβο των δολοφονιών, καθώς τα άλλα θύματά της ήταν κοριτσάκια ηλικίας έως έξι μηνών.
«Η ανωτέρω Καλλιόπη… , όλους αυτούς τους μήνες προσπαθεί να με οδηγήσει στην ανάληψη της ευθύνης για τον θάνατο του παιδιού της, πλην μου είναι αδύνατον να “χρεωθώ” τον θάνατο της τελευταίας ελπίδας σωτηρίας της ζωής, της ψυχής, της ύπαρξής μου. Είναι χαρακτηριστικό πως, από την ημέρα θανάτου του Παναγιώτη (5/8/2024) έως και τον μήνα Ιούνιο του έτους 2025 με φιλοξενούσε, κρυφά, στην οικία της στην Αμαλιάδα, γεγονός ασφαλώς μη συμβατό με την, παρουσιαζόμενη δημοσίως, εικόνα της εξοργισμένης (δήθεν) μητέρας με τη “δολοφόνο” του παιδιού της», αναφέρεται χαρακτηριστικά στο υπόμνημα.
Η Ειρήνη Μουρτζούκου αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη για τον θάνατό του, υποστηρίζοντας: «Δεν θα του έκανα ποτέ κακό, δεν θα τον πείραζα ποτέ και για κανέναν λόγο… αναφέρω ευθαρσώς πως, για τον θάνατό του, δεν έχω την παραμικρή ευθύνη / συμμετοχή / συνεργεία».
Μάλιστα, η καθ’ ομολογίαν δολοφόνος προσπαθεί να διαφοροποιήσει την περίπτωση του Παναγιωτάκη από εκείνη των υπόλοιπων τεσσάρων μωρών, των οποίων τις δολοφονίες έχει παραδεχτεί:
«Τα μεν υπόλοιπα βρέφη ήταν βρέφη, ηλικίας έως έξι μηνών, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν μεγάλο παιδί, ηλικίας 15 μηνών, το δε τα υπόλοιπα βρέφη ήταν κορίτσια, ενώ ο Παναγιωτάκης ήταν αγόρι».
Και καταλήγει: «Είναι αναμφίβολο πως ο Παναγιωτάκης “δεν ταιριάζει στο μοτίβο των δολοφονιών”».
Επίσης, υποστηρίζει ότι μετά τον θάνατο του Παναγιωτάκη, η μητέρα του τη φιλοξενούσε κρυφά στο σπίτι της.
«Από την ημέρα θανάτου του Παναγιώτη (5/8/2024) έως και τον μήνα Ιούνιο του έτους 2025 με φιλοξενούσε, κρυφά, στην οικία της στην Αμαλιάδα, γεγονός ασφαλώς μη συμβατό με την, παρουσιαζόμενη δημοσίως, εικόνα της εξοργισμένης (δήθεν) μητέρας», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, η 25χρονη δηλώνει πρόθυμη να καταθέσει πλήρως για τις συνθήκες θανάτου του παιδιού, αρκεί να υπάρξει επίσημη κλήση και εγγύηση ασφάλειας.
«Δεν δύναμαι και δεν επιτρέπεται στο παρόν δικονομικό στάδιο […] να υπεισέλθω στις λεπτομέρειες του τρόπου, μεθόδου, αιτίας κλπ του θανάτου του, είμαι όμως στην διάθεση των Αρχών […] να αποκαλύψω τα πάντα», επισημαίνει.
Το τρίτο πρόσωπο
Μάλιστα, στο υπόμνημά της η κατηγορούμενη κάνει λόγο για τρίτο πρόσωπο, το οποίο δεν κατονομάζει, αλλά όπως λέει, παίζει «καταλυτικό ρόλο» στην υπόθεση:
«Καταλυτικό ρόλο έχει διαδραματίσει και άλλος-η άνθρωπος, το όνομα του οποίου θα αποκαλύψω μόνο στις αρμόδιες Εισαγγελικές / Ανακριτικές Αρχές […] αφού δέχομαι συνεχείς και έντονες απειλές για την ζωή μου και την σωματική μου ακεραιότητα».
Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι βρίσκεται στη διάθεση των αρχών για πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης, προκειμένου «να μην μείνει το παραμικρό σημείο της τραγικής αυτής ιστορίας στο σκοτάδι».
«Σε ηλικία 10 ετών βιάστηκα από στενό συγγενή της μητέρας μου»
Παράλληλα, στο απολογητικό της υπόμνημα η Ειρήνη Μουρτζούκου στρέφεται, σύμφωνα με πληροφορίες και κατά της μητέρας της ενώ υποστηρίζει ότι σε ηλικία μόλις 10 ετών βιάστηκε από στενό συγγενή της μητέρας της.
«Η μητέρα μου, όχι μόνο δεν εργαζόταν, αλλά, κυριολεκτικά, η καθημερινή εικόνα που είχα μεγαλώνοντας, ήταν καφές, τσιγάρα και υπολογιστής. Ουδέποτε ασχολήθηκε μαζί μου ή με τα αδέλφια μου, αντιθέτως γι’ αυτήν ήμασταν “βάρος” “που δεν της επιτρέπαμε να ζήσει τη ζωή της”», ισχυρίζεται στο απολογητικό της υπόμνημα.
«Συνεχώς αναζητούσα την αγάπη της μητέρας μου, την μητρική αγκαλιά, ένα απλό χάδι. Αντιθέτως το μόνο που λάμβανα από αυτήν σε καθημερινή βάση ήταν ξύλο, χειροδικία, τιμωρίες, ψυχική κακοποίηση. Και όχι μόνον όμως, αλλά και σωματική κακοποίηση. Σε ηλικία μόλις 10 ετών βιάστηκα από στενό συγγενή της μητέρας μου, η οποία δεν έκανε το παραμικρό για να το αποτρέψει ή να προσπαθήσει να μου συμπαρασταθεί ψυχολογικά», υποστηρίζει.
Παράλληλα, ισχυρίζεται ότι η μητέρα της προχωρούσε σε σεξουαλικές πράξεις με συντρόφους της μπροστά της ενώ την κατηγορεί ότι την εξέδιδε συστηματικά από ηλικία 15 ετών.
«Το μόνο που ενδιέφερε την μητέρα μου ήταν τα χρήματα και οι ερωτικοί της σύντροφοι. Μου επέβαλε να ζητιανεύω στις εκκλησίες, να της φέρνω χρήματα, με ανάγκασε να εκδίδομαι από την ηλικία των 15 ετών, τόσο με Έλληνες όσο και με αλλοδαπούς, ακόμη και σε συνθήκες ομαδικής ερωτικής πράξης, για να εισπράττει χρήματα», αναφέρει η κατηγορούμενη στο απολογητικό της υπόμνημα.