Χωρίς να εκφράσει μεταμέλεια για τις πράξεις του, ο 50χρονος δράστης της δολοφονικής επίθεσης στη ΔΟΥ Κοζάνης, που σημειώθηκε την Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020, επιχείρησε κατά την απολογία του στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Κοζάνης να αιτιολογήσει τις πράξεις του, επικαλούμενος τη «βία του Κράτους και του συστήματος» που, όπως ισχυρίστηκε, ο ίδιος και άλλοι ομοϊδεάτες του υπέστησαν από την περίοδο των Μνημονίων.
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι τα Μνημόνια επηρέασαν τον μεταβολισμό του, ενώ έκανε λόγο και για επιπτώσεις από τα χημικά που, όπως είπε, δέχτηκε κατά τη διάρκεια διαδήλωσης. Επίσης ανέφερε πως γνώρισε τη βία των αστυνομικών αρχών όταν, το 2017, είχε καταστρέψει ΑΤΜ τράπεζας στην Κοζάνη.
Αναφερόμενος στην επίθεση στη ΔΟΥ Κοζάνης, δήλωσε πως σκοπός του ήταν «να σκοτώσει όσους περισσότερους μπορούσε».
Παραδέχθηκε ακόμη ότι, σε κάποια στιγμή, ενώ επιτέθηκε σε μία υπάλληλο —αφού προηγουμένως είχε τραυματίσει σοβαρά δύο εργαζομένους, εκ των οποίων ο ένας υπέκυψε στα τραύματά του μετά από πολύμηνη νοσηλεία σε ΜΕΘ νοσοκομείου της Θεσσαλονίκης— σταμάτησε την επίθεση «βλέποντας το θάρρος της για να ζήσει».
Από την πλευρά της, η εισαγγελέας της έδρας χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο «αυτόκλητο τιμωρό» και απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι θα σταματούσε την επίθεση, επισημαίνοντας πως «ήταν αποφασισμένος, ήθελε να σκοτώσει, είχε οργανωμένη σκέψη και επίγνωση των πράξεων που τελούσε και μάλιστα με ψυχραιμία».
Η εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του, όπως και πρωτοδίκως, όταν ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση και σε επιπλέον 26 χρόνια φυλάκιση για απόπειρα ανθρωποκτονίας δύο εργαζομένων, καθώς και για οπλοκατοχή και οπλοχρησία.
ΠΗΓΗ: workenter.gr