Ηταν μόλις το 2019, όταν το έγκυρο «Bloomberg» αναρωτιόταν με αφορμή την αποχώρηση -πριν από έναν χρόνο- του πανίσχυρου billionaire Αριστοτέλη Μυστακίδη από την Glencore, τον παγκόσμιο κολοσσό των εξορύξεων, αν «τελειώνει η βασιλεία του “άρχοντα του χαλκού και του άνθρακα”». Πολλοί προεξόφλησαν τότε την αποκαθήλωση του εκ Θεσσαλονίκης, αλλά όχι ιδιαίτερα γνωστού στη χώρα μας κορυφαίου επιχειρηματία. Η απάντηση δεν άργησε να έρθει. Και ήταν εντελώς διαφορετική.
Υστερα από έναν προσωρινό κλυδωνισμό, που πάντως δεν τον έβγαλε ποτέ εκτός τροχιάς… πρωταθλητισμού, οι δύσπιστοι είδαν το περιουσιακό status του κ. Μυστακίδη να ανακάμπτει και να εκτοξεύεται από τα 2 δισ. δολάρια το 2020 στα 3,6 δισ. σήμερα, φέρνοντάς τον και στο Νο 905 της τρέχουσας λίστας των billionaires, αυτή την εβδομάδα, και 2ο ανάμεσα στους Ελληνες. Και να αναρωτιούνται πλέον αυτοί μήπως η βασιλεία του μόλις τώρα αρχίζει.
Πώς συνέβη αυτό; Το ιστορικό υψηλό για το net worth του κ. Mυστακίδη από την ώρα που εισήλθε στη σχετική λίστα με τα ισχυρότερα πορτοφόλια του πλανήτη το 2012 δεν είναι καθόλου τυχαίο. Βασίζεται στις σωστές επενδυτικές τοποθετήσεις και κινήσεις του, κυρίως σε μετοχές, με κορυφαία αυτή της Glencore, στην οποία κατέχει ποσοστό λίγο πάνω από το 3% – η χρηματιστηριακή αξία του πολυεθνικού κολοσσού με έδρα στο Μπάαρ της Ελβετίας (μεταξύ Ζυρίχης και Λουκέρνης) και των 150.000 υπαλλήλων ανά τον κόσμο βρίσκεται πάνω από τα 71 δισ. δολάρια. Ο μεθοδικός επιχειρηματίας πούλησε μετοχές της εταιρείας όταν αυτές βρίσκονταν σε υψηλό δεκαετίας, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, που εκτόξευσε τις τιμές των εμπορευμάτων και ως εκ τούτου την core δραστηριότητα της Glencore, που είναι ο άνθρακας και τα μέταλλα. Ανέστρεψε δηλαδή την παροιμιώδη φράση κάνοντας τον άνθρακα θησαυρό.
Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια άπλωσε και συνεχίζει να διευρύνει το επενδυτικό βεληνεκές του και σε σειρά άλλων κλάδων, όπως το real estate, ο τουρισμός, η ναυτιλία και οι τράπεζες. Μάλιστα, το τελευταίο χτύπημά του είναι εντός Ελλάδος: η απόκτηση του ελέγχου του πλειοψηφικού πακέτου (68%) της Aegean Baltic Bank (ABBank). Εδραιώνοντας την παρουσία του στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, μετά την είσοδό του στην Πειραιώς τον Ιούνιο του 2020, ως τρίτος μεγαλύτερος ξένος μέτοχος με 5,14%, συμμετοχή όμως την οποία μείωσε αργότερα σε κάτω από 3,0% και στη συνέχεια ακόμα χαμηλότερα.
Πιστεύει στην Ελλάδα
Και γιατί Ελλάδα; Καταρχάς, γιατί είναι ένας παγκόσμιος Ελληνας, δισεκατομμυριούχος, που ενδιαφέρεται όμως για την πατρίδα του. Το απέδειξε στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων όταν ανταποκρίθηκε στο προσκλητήριο απόγνωσης του κ. Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο προηγουμένως είχε συναντήσει, για στήριξη των εγχώριων τραπεζών, συμμετέχοντας στην ανακεφαλαιοποίηση της Εθνικής. Μπήκε με δυναμισμό, λόγω αντικειμένου, στη διεκδίκηση της ΛΑΡΚΟ, αλλά απέσυρε το ενδιαφέρον του, καθώς ο διαγωνισμός πώλησης της υπερχρεωμένης εταιρείας, απεικονίζοντας τις παθογένειες της λειτουργίας του ελληνικού κράτους, τελεσφόρησε 13 χρόνια μετά, ενώ η περιπέτεια συνεχίζεται ακόμα. Πρωτοστάτησε και για την εξαγορά ποσοστού των πρώην ΕΛ.ΠΕ. μέσω κοινοπραξίας των Glencore και Carlyle, απέναντι στη Vitol, όμως ο διαγωνισμός ναυάγησε. Πέρυσι κατέθεσε 2 εκατ. ευρώ στον ειδικό λογαριασμό της Ελληνικής Πολιτείας για τους πληγέντες της Θεσσαλίας.
Συγχρόνως, όμως, είναι επιχειρηματίας που πιστεύει στην Ελλάδα και τις προοπτικές της μετά την κρίση. Και ότι για έναν δυνητικό επενδυτή η συγκυρία που διανύει η χώρα είναι ιδανική. Ακόμη, ότι υπάρχει πολιτική σταθερότητα με μια φιλοεπενδυτική κυβέρνηση και η Ελλάδα είναι από τις λίγες χώρες στον πλανήτη με εμπειρία διαχείρισης σύγχρονων κρίσεων, εκσυγχρονίζεται μέσα από μεταρρυθμίσεις που στη συνέχεια ανοίγουν τον δρόμο για επενδυτικές ευκαιρίες (π.χ. η ολοκλήρωση του Κτηματολογίου), προχωρεί στην ψηφιακή επανάσταση, διαθέτει μορφωμένους και ανοιχτόμυαλους νέους.
Και όλα αυτά τα επιβεβαιώνει με πράξεις. Πέρα από τα καλά λόγια, επενδύει προσεκτικά, ενώ έχει επιλέξει να έχει για φορολογική του κατοικία την Ελλάδα. Θεωρείται γκουρού στη διαχείριση επενδύσεων στα βιομηχανικά μέταλλα παγκοσμίως και χαρακτηρίζεται επίσης «καμικάζι» στον τομέα του επανεπενδύοντας, συνήθως τάχιστα, τα κέρδη του σε διαδοχικές εξαγορές και στοχεύοντας σε μεγάλες, ακόμα και γιγαντιαίες αποδόσεις. Δηλαδή μάλλον του ταιριάζει ακόμα περισσότερο ο τίτλος του γκραν μετρ των επενδύσεων και των deals.
Δείτε περισσότερα ΕΔΩ