Πες μου τι σου έρχεται στο μυαλό όταν ακούς τη λέξη «απωθημένο». Κι έπειτα άφησε το μυαλό σου να σκαλίσει έρωτες και πάθη που πέρασαν απ’ τη ζωή σου κι έφυγαν αφήνοντας πίσω τους αυτό το «κάτι». Μη σκεφτείς, όμως, εκείνους τους έρωτες που σ’ άλλαξαν για ένα βράδυ, αλλά εστίασε σ’ εκείνους που άφησαν μέσα σου ένα ερωτηματικό. Ή, καλύτερα, ξέχασαν να πουν εκείνο το τελευταίο αντίο ή δεν έβαλαν ποτέ τη σφραγίδα τους.
Ήξερες ότι οι καρμικοί έρωτες είναι κι αυτοί που αφήνουν εκκρεμότητες σ’ αυτή τη ζωή; Ήξερες ότι τα απωθημένα σε γυρνάνε πάλι πίσω σαν ενέργεια, προκειμένου να ολοκληρώσεις αυτό που άφησες στη μέση; Δε μιλάμε για εμμονές. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό και θέλει ανάλυση. Και σίγουρα δεν είναι υπέρ σου.
Στοπ εδώ, λοιπόν, και rewind. Μ’ ένα φαντασμαγορικό τρόπο πηδάμε απ’ την πρώτη δημοτικού στο πρώτο έτος του πανεπιστημίου. Ή διάλεξε όποια στιγμή εσύ θέλεις. Δεν έχει σημασία. Θα συνειδητοποιήσεις, εκεί ανάμεσα στα χρόνια, ότι μία τουλάχιστον φορά έχεις συναντήσει εκείνο το πρόσωπο που για κάποιον καταραμένο λόγο δεν μπόρεσες να ‘σαι μαζί του. Για τους πιο επαναπαυμένους αυτό λέγεται bad timing. Για τους πιο ανήσυχους «απωθημένο». Κι είναι άσχημη λέξη.
Κρύβει μέσα της καταπιεσμένες επιθυμίες, βιώματα, συναισθήματα, τάσεις που έχουν μετατοπιστεί στο υποσυνείδητο κι εξακολουθούν, όμως, να επηρεάζουν. Κρύβει μέσα της πολλά «γιατί» και πάνω από όλα μπόλικα «αν». Σαν μία ταινία που σε μάγεψε, αλλά κάτι δε σε άφησε να δεις το τέλος.
Κι η κατάληξη είναι μία∙ κάποιος φεύγει και κάποιος μένει πίσω. Μόνο που κάπου, σ’ αυτό το περίεργο παιχνίδι, ένα κεφάλι γυρνάει πίσω και ρίχνει μία περίεργη ματιά. Ένα βλέμμα ανεκπλήρωτο. Όπου όση ψυχανάλυση κι αν κάνεις, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα βλέμματα κι αν έρθουν, τίποτα δεν μπορεί να το αντικαταστήσει.
Και κάπου εκεί, κάνει την εμφάνισή του αυτό το «γιατί, ρε γαμώτο;», που δεν αντέχεται. Δεν ξεπερνιέται, ούτε και κουκουλώνεται. Κι αν ο χρόνος όλα τα γιατρεύει, τι γίνεται όταν αυτά τα βλέμματα συναντώνται ξανά;
Με μαθηματική ακρίβεια, αν σου δοθεί η ευκαιρία να το ζήσεις, θα το ζήσεις. Ακόμα κι αν η φωνή της λογικής έχει διαφορετική άποψη. Γιατί αν είναι κοινό το αίσθημα, ακολουθείς απλά την καρδιά σου. Ή τέλος πάντων, δοκιμάζεις, προκειμένου να ξεκουμπιστεί αυτό από πάνω σου, για να βρεις επιτέλους την ηρεμία σου. Τι γίνεται, όμως, όταν δεν είναι αμοιβαίο ή το περιμένεις και δεν έρχεται;
Οι ανεκπλήρωτοι έρωτες κι οι μονόπλευρες εμμονές έχουν τη μεγαλύτερη ένταση. Τελεία και καύλα. Ναι, καλά διάβασες. Γιατί τα πράγματα αλλάζουν, μα αυτή παραμένει. Άλλωστε, το είπε κι ο Salvador Dalí στο έργο του “La persistencia de la memoria” –Η εμμονή της μνήμης–, δηλαδή η ικανότητα της μνήμης να συγκρατείται στον χρόνο, καθώς αυτός φθείρεται γύρω της.
Έχουν, όμως, και κάτι από απελπισία οι μονόπλευρες εμμονές. Μήπως ασχολείσαι με έναν άνθρωπο, που δεν υπάρχει στη ζωή σου, για να μην ασχοληθείς μαζί σου, για να αποφύγεις τον εαυτό σου; Πώς μπορείς να κολλάς με κάποιον που δεν ξέρεις; Πώς μπορείς να σκέφτεσαι για καιρό κάποιον που σου ‘χει αποκλείσει το να ‘στε μαζί; Με κάποιον που ξεκάθαρα δε σε θέλει; Κι αν πιστεύεις πως δικαιολογείσαι, γιατί βρήκες το τελειότερο πλάσμα του κόσμου, είναι απλά γιατί δεν το γνώρισες, γιατί δεν το έζησες. Απλά έτσι, ιδανικά, το έχτισες στο μυαλό σου. Απ’ την άλλη, αν είναι αμοιβαίο, τότε ζεις το απόλυτο απωθημένο -κι ίσως τον απόλυτο έρωτα, που απλά βρίσκεται στην αναμονή. Τον έρωτα που άργησε, αλλά άξιζε να τον περιμένεις.
Στην τελική γιατί λέγονται απωθημένα; Ίσως γιατί δεν είναι για να τα ζήσεις, αλλά να θυμάσαι ότι δεν τα έζησες. Άλλωστε, αυτοί οι έρωτες πρέπει να κρύβονται. Όχι για να μην τους ανακαλύψεις. Απλά για να μην τους δεις να σ’ αγνοούν.