Τα πρώτα δραματικά δευτερόλεπτα μετά τη σύγκρουση των αμαξοστοιχιών, όπου σημειώθηκαν δύο τεράστιες εκρήξεις και τα βαγόνια του Intercity 62 τυλίγονται στις φλόγες, περιγράφονται στο προσχέδιο του πορίσματος για τη διερεύνηση της τραγωδίας στα Τέμπη, που φέρνει στη δημοσιότητα σήμερα Τετάρτη (5.2.25) η εφημερίδα «Καθημερινή».
Στο προσχέδιο του πορίσματος που προέκυψε από τη διερεύνηση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών υπό τον Εθνικό Οργανισμό Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Ασφάλειας Μεταφορών (ΕΟΔΑΣΑΑΜ) σκιαγραφούνται τα περιστατικά που προηγήθηκαν της σύγκρουσης των δύο αμαξοστοιχιών, ο ίδιος ο μηχανισμός της σύγκρουσης, καθώς και τα αίτια των εκρήξεων που ακολούθησαν.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του πορίσματος, δεν υπάρχουν δεδομένα που να στηρίζουν την ύπαρξη δεξαμενής χωρητικότητας δεκάδων τόνων ή την ύπαρξη κρυφού βαγονιού στην εμπορική αμαξοστοιχία, αλλά φαίνεται πως μέχρι την ολοκλήρωση του τελικού πορίσματος θα τεκμηριωθεί η εκτίμηση για ύπαρξη ποσότητας 3,5-4 τόνων, πιθανότατα αρωματικών υδρογονανθράκων, στο τρίτο βαγόνι της εμπορικής, το οποίο και ανεφλέγη μετά τη σύγκρουση.
Η μικρή διαρροή ελαίων σιλικόνης που περιείχαν οι μετασχηματιστές στα δύο πρώτα βαγόνια του εμπορικού συρμού δεν είναι ικανή, σύμφωνα με πληροφορίες, για την πρόκληση της έκρηξης που σημειώθηκε. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι μετασχηματιστές δεν έχουν υποστεί παρά ελάχιστες ρωγμές.
Η ανασύνθεση της αλληλουχίας των γεγονότων βασίζεται στα γνωστά δεδομένα κίνησης των συρμών (κατεύθυνση, ταχύτητα, μάζα, ανάλυση του είδους των ζημιών των βαγονιών μετά το δυστύχημα), ενώ για τις εκρήξεις αξιοποιήθηκε, κατά κύριο λόγο, υλικό από τις κάμερες, που ωστόσο κρίνεται ικανό να οδηγήσει σε επιστημονικά ασφαλή συμπεράσματα για το είδος του φορτίου του εμπορικού τρένου που κινούνταν σε γραμμή καθόδου.
Σύμφωνα με το πόρισμα, κανένα από τα εμπλεκόμενα ερευνητικά κέντρα –τα Πανεπιστήμια της Πίζας και της Γάνδης ή το Σουηδικό Ινστιτούτο– δεν έχουν αποφανθεί οριστικά για το είδος του φορτίου που οδήγησε στην έκρηξη. Εχουν όμως τεκμηριώσει και τα τρία την πλέον κατάλληλη μεθοδολογία, από την οποία μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, εφόσον ληφθούν υπόψη ορθές παράμετροι (υγρασία, ταχύτητα ανέμου, θερμοκρασία, κ.ά.).
Πρόκειται για τη μέθοδο της «υπολογιστικής ρευστοδυναμικής» (Computational Fluid Dynamics – CFD), η οποία αναλύει τη φλόγα και καταλήγει στο είδος και την έκταση του εύφλεκτου υλικού που την έχει προκαλέσει. Ειδικότερα, το Πανεπιστήμιο της Πίζας έχει γνωμοδοτήσει θετικά για την καταλληλότητα χρήσης της μεθόδου ως προς την ανάλυση της έκρηξης στο δυστύχημα των Τεμπών.
Το Πανεπιστήμιο της Γάνδης έχει προς το παρόν επικυρώσει τον ορισμό σωστών παραμέτρων (λ.χ. υγρασία) για τη διενέργεια του ελέγχου με τη χρήση της μεθοδολογίας CFD. Ειδικά για τα έλαια σιλικόνης οι ερευνητές της Γάνδης έσπευσαν να τα αφαιρέσουν νωρίς από το κάδρο των ευθυνών, ακριβώς χάρη στο CFD.
Δείτε περισσότερα ΕΔΩ