Πολλές φορές οι άνθρωποι όταν έρχονται αντιμέτωποι με κάποια φυσική καταστροφή, μπροστά στο δέος που νιώθουν κάνουν λόγο για «καταστροφική μανία της φύσης». Κάποιες φορές η αναφορά αυτή είναι καταχρηστική. Κάποιες άλλες, πράγματι, η φύση δείχνει πόσο καταστροφική μπορεί να γίνει. Και τρομάζει.
Μια από αυτές τις ημέρες ήταν και η 26η Δεκεμβρίου του 2004. Μια ημέρα που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα ήταν μια γιορτινή ημέρα που οι άνθρωποι θα προσπαθούσαν να συνέλθουν από το γλέντι (και ενδεχομένως την… κραιπάλη) της προηγούμενης ημέρας.
Τότε, την επόμενη ημέρα των Χριστουγέννων του 2004, ολόκληρος ο πλανήτης παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα τα όσα συνέβαιναν στην Ινδονησία. Ένας καταστροφικός σεισμός συνοδεύτηκε από ένα φονικό τσουνάμι που στέρησε τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και σημάδεψε τους πάντες. Ακόμα και αυτούς που ήταν στην άλλη άκρη της Γης.
Ο φόβος και ο τρόμος αποτυπώθηκε στα μυαλά των ανθρώπων. Από εκείνη την ημέρα και έπειτα κάθε φορά που κάποιος λέει τη λέξη τσουνάμι, το πρώτο πράγμα που σκέφτεται ο συνομιλητής του, είναι η λέξη Σουμάτρα!
Ο τρίτος μεγαλύτερος σεισμός στην Ιστορία
Ήταν η επόμενη ημέρα των Χριστουγέννων. Μια ημέρα σαν σήμερα: 26 Δεκεμβρίου 2004. Κυριακή πρωί. Το κέφι και η χαρά περίσσευαν. Μια γιορτινή και ηλιόλουστη μέρα σε δημοφιλή τουριστικά θέρετρα στον ινδικό ωκεανό.
Τίποτα δεν μπορούσε να δώσει έστω και την παραμικρή υποψία για τον εφιάλτη που θα ξεκινούσε. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πως λίγη ώρα αργότερα όλοι αυτοί οι τροπικοί παράδεισοι θα μετατρέπονταν σε μια επίγεια κόλαση.
Το ρολόι έδειχνε 7:59 το πρωί. Εκείνη ήταν η στιγμή που ξεκίνησαν όλα. Ξαφνικά η γη άρχισε να τρέμει. Αν και μέχρι σήμερα οι σεισμολόγοι δεν έχουν καταλήξει σε ένα κοινό αποτέλεσμα σχετικά με το μέγεθος του σεισμού, εκτιμάται πως η δόνηση, που είχε σαν επίκεντρο την υποθαλάσσια περιοχή βόρεια του νησιού Σουμάτρα της Ινδονησίας, είχε μέγεθος 9,1 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.
Αυτόματα το νούμερο αυτό τον κατατάσσει ως τον τρίτο πιο δυνατό σεισμό που έχει καταγραφεί ποτέ στον πλανήτη.
Και όλα θα πήγαιναν καλά και οι επιπτώσεις αυτού του σεισμού (αναλογικά με το μέγεθός του βέβαια) θα ήταν ελάχιστες. Ο εφιάλτης, ωστόσο, δεν είχε ξεκινήσει ακόμα.
Η πόλη στα βόρεια της Σουμάτρα, Μπάντα Άσεχ ήταν η πλησιέστερη στο επίκεντρο του σεισμού και τα πρώτα κύματα από το τσουνάμι έφθασαν σε μόλις 15 λεπτά.
Οι επιστήμονες υπολόγισαν πως στο συγκεκριμένο νησί, τα παράλια του οποίου ισοπεδώθηκαν, το ύψος του τσουνάμι έφτασε ακόμα και τα 30 μέτρα.
Ένας μαύρος γίγαντας. Ένα απροσπέλαστο τοίχος. Το τσουνάμι χρειάστηκε μέχρι και επτά ώρες μετά τον σεισμό για να φτάσει σε κάθε μια από τις 15 χώρες που έπληξε αφήνοντας πίσω του ανυπολόγιστες ζημιές και σπέρνοντας τον θάνατο και τον όλεθρο.
Τα περισσότερα από τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά στο φονικό τσουνάμι. Κανείς δεν τους είχε ειδοποιήσει για την έλευσή του αφού δεν υπήρχαν τότε συστήματα προειδοποίησης τοποθετημένα στον Ινδικό Ωκεανό.
Αξίζει, όμως, να σημειωθεί πως αρκετές φυλές ιθαγενών σώθηκαν όταν είδαν τα νερά να υποχωρούν, επειδή από ιστορίες που είχαν μεταφερθεί σε αυτούς με το πέρασμα του χρόνου έκαναν λόγο για μεγάλα καταστροφικά κύματα που ακολουθούν το συγκεκριμένο φαινόμενο.
Δυο ώρες μετά τον σεισμό, το τσουνάμι χτύπησε και την Σρι Λάνκα με κύματα που έφταναν ακόμα και τα τρία μέτρα! Χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν και εκεί. Η Σρι Λάνκα είναι η χώρα που πλήρωσε το πιο βαρύ τίμημα, μετά την Ινδονησία.
Ταϊλάνδη, Ινδία, Μαλδίβες, Σομαλία, Υεμένη, Κένυα Τανζανία και Σεϋχέλλες κατέγραψαν και αυτές νεκρούς αλλά και μεγάλες καταστροφές.
Σύμφωνα με το αμερικανικό γεωλογικό ινστιτούτο, 227.898 άτομα πέθαναν. Με βάση τις ανθρώπινες απώλειες, αυτός είναι ένας από τους δέκα χειρότερους σεισμούς στην καταγεγραμμένη ιστορία, καθώς και το χειρότερο τσουνάμι στην ιστορία. Στην πραγματικότητα, πάντως, κανείς δεν ξέρει με ακρίβεια τον αριθμό των νεκρών. Κάποιοι ανεβάζουν αυτόν αριθμό ακόμα και στα 280.000 άτομα σε 14 χώρες.
Σοκ και δέος σε ολόκληρο τον πλανήτη
Η συνολική ενέργεια των κυμάτων του τσουνάμι ήταν ισοδύναμη με περίπου 5 μεγατόνους ΤΝΤ, που είναι περισσότερο από το διπλάσιο της συνολικής εκρηκτικής ενέργειας που χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου (συμπεριλαμβανομένων των δύο ατομικών βομβών).
Σε πολλά μέρη, τα κύματα έφτασαν μέχρι το 2 χιλιόμετρα στην ενδοχώρα. Το Τσουνάμι έφτασε μέχρι τη Νότια Αφρική (περίπου 8.500 χιλιόμετρα από το επίκεντρο), ακόμα και την Ανταρκτική και τη Νότια Αμερική.
Η ενέργεια που απελευθερώθηκε στην επιφάνεια της Γης από τον σεισμό του Ινδικού Ωκεανού είναι ισοδύναμη με πάνω από 1.500 φορές εκείνη της ατομικής βόμβας της Χιροσίμα!
Η μετατόπιση της μάζας και η μαζική απελευθέρωση ενέργειας άλλαξαν ελαφρώς την περιστροφή της Γης. Η ακριβής ποσότητα δεν είναι ακόμη γνωστή, αλλά τα θεωρητικά μοντέλα υποδηλώνουν ότι ο σεισμός μείωσε τη διάρκεια της ημέρας κατά 2,68 μικροδευτερόλεπτα!
Προκάλεσε επίσης ταλάντωση του άξονα της Γης έως και 2,5 εκατοστά. Η κίνηση κατά μήκος του ρήγματος ήταν 10 μέτρα οριζόντια και 4 με 5 μέτρα κάθετα. Πολλά νησιά κοντά στο επίκεντρο (όπως τα νησιά Ανταμάν και Νικομπάρ) μετακινήθηκαν ή/και βυθίστηκαν από μερικά εκατοστά μέχρι και λίγα μέτρα!
Ακόμα και σήμερα θεωρείται πως ένας μεγάλος αριθμός νεκρών οφείλεται στο γεγονός πως οι Αρχές έκαναν λόγο για πλημμυρίδα και καθησύχασαν τους πολίτες που ήταν κοντά στις ακτές. Αντίθετα, τα ζώα είχαν μια εντελώς άλλη συμπεριφορά.
Σύμφωνα με μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, οι ελέφαντες έτρεξαν για ψηλότερα εδάφη, τα φλαμίνγκο εγκατέλειψαν τις χαμηλές περιοχές και τα σκυλιά αρνήθηκαν να βγουν σε εξωτερικούς χώρους. Ήταν τέτοια η αντίδραση των ζώων που πολλοί επιστήμονες μελέτησαν για χρόνια το φαινόμενο επιχειρώντας να διαπιστώσουν αν θα μπορούσαν τα ζώα να παρέχουν φυσικά συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για τους ανθρώπους.
Το φονικό τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού, ωστόσο, είχε και ένα καλό (αν μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο σε μια τραγωδία βιβλικών διαστάσεων). Σε συνδυασμό με τον μεγάλο σεισμό και το τσουνάμι στην Ιαπωνία τον Μάρτιο του 2011, άνοιξε ξανά και με μεγάλη ένταση τη συζήτηση για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων.
Σχεδόν όλες οι χώρες που «βρέχονται» από κάποια θάλασσα εντατικοποίησαν τις ασκήσεις ετοιμότητας αλλά και τις ενημερώσεις προς τους πολίτες σχετικά με την επικινδυνότητα του φαινομένου.
Από την κουβέντα αυτή δεν θα μπορούσε να λείπει και η Μεσόγειος με πολλούς επιστήμονες να προειδοποιούν πως οι χώρες της Μεσογείου (ανάμεσα στις οποίες, φυσικά, είναι και η Ελλάδα) θα πρέπει να είναι έτοιμες προκειμένου να αντιμετωπίσουν ένα καταστροφικό τσουνάμι.
Πολλές και φοβερές οι ιστορίες που έγιναν γνωστές από εκείνη την ημέρα και θα μπορούσαν κάποια στιγμή να αποτελέσουν το σενάριο κάποιας κινηματογραφικής ταινίας. Όπως εκείνη του αστυνομικού Αμπρίπ Ασέπ ο οποίος εκείνη την ημέρα ήταν στην υπηρεσία του.
Ο αστυνομικός χάθηκε μέσα στην υδάτινη κόλαση που δημιούργησε το τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού. Το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ και έτσι οι συγγενείς του είχαν δηλώσει και επίσημα την εξαφάνιση του ανθρώπου τους ο οποίος λίγο καιρό αργότερα είχε θεωρηθεί και επίσημα νεκρός.
Μέσα από μια τρομερή αλληλουχία γεγονότων, ωστόσο, ο Αμπρίπ Ασέπ βρέθηκε ζωντανός 16 χρόνια μετά από εκείνη τη φρικτή τραγωδία. Ο Αμπρίπ είχε καταφέρει να σωθεί από το τσουνάμι αλλά τα όσα είδε και βίωσε εκείνη την ημέρα του δημιούργησαν τεράστια ψυχικά τραύματα.
Ο άνδρας μεταφέρθηκε σε ένα επαρχιακό ψυχιατρικό νοσοκομείο και παρέμεινε εκεί νοσηλευόμενος καθώς ουδέποτε κατάφερε να συνέλθει.
Εξίσου εντυπωσιακή είναι και η ιστορία της 10χρονης Τίλι Σμιθ η οποία με την επιμονή της εξαιτίας των όσων είχε διδαχθεί στο σχολείο της, υπολογίζεται πως έσωσε τουλάχιστον 100 ανθρώπους στο σημείο που παραθέριζε με την οικογένειά της, στην παραλία Μαϊκάχο του βόρειου Πουκέτ.
Όταν η μικρή είδε τη θάλασσα να «τραβιέται» προς τα μέσα, άρχισε να ουρλιάζει και να φωνάζει σε όλους πως έρχεται μεγάλο τσουνάμι. Λίγους μήνες νωρίτερα ο δάσκαλος στην τάξη της Τίλι, είχε δείξει στα παιδιά ένα βίντεο με ένα τσουνάμι του 1980 και η μικρή θυμήθηκε τα πάντα.
Όσοι άνθρωποι άκουσαν τις προτροπές της μικρής σώθηκαν, έστω και την τελευταία στιγμή. Κάποιοι, ωστόσο, δεν πίστεψαν τα λόγια και τις υστερικές φωνές ενός 10χρονου παιδιού και παρέμειναν στην παραλία.