Τις πιο σημαντικές συναντήσεις, εκείνες που τον επηρέασαν βαθιά, τον διαμόρφωσαν, τον καθόρισαν, λειτούργησαν ως φάροι στη μέχρι σήμερα ζωή του και οδήγησαν τα βήματά του από την Καβάλα, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, στα θεατρικά στέκια της Αθήνας, στα στούντιο των δημοφιλών τηλεοπτικών σειρών και αργότερα στη μεγάλη απόδρασή του στη φύση και το κυνήγι της αυτογνωσίας καταγράφει ο Θανάσης Ευθυμιάδης στο νέο του βιβλίο με τίτλο «Μικρές ιστορίες – Μεγάλα μαθήματα», που θα κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Key Books.
Σπουδαίες προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Δημήτρης Χορν, ο Στέλιος Καζαντζίδης, αλλά και φίλοι, μοναχοί και άγνωστοι που συνάντησε στα ανά τον κόσμο ταξίδια του, γεγονότα, επιτυχίες, απογοητεύσεις, αποφάσεις ζωής, επιλογές και πεποιθήσεις συναντά ο αναγνώστης στις σελίδες αυτού του βιβλίου, αποσπάσματα του οποίου προδημοσιεύει σήμερα το «ΘΕΜΑ». Σταθμούς της προσωπικής διαδρομής του άλλοτε ζεν πρεμιέ που, έχοντας χορτάσει τη χρυσή εποχή της ιδιωτικής τηλεόρασης, με τις σπατάλες, τις υπερβολές και τις κραιπάλες, ένιωσε την ανάγκη να στραφεί σε έναν εντελώς διαφορετικό, πιο λιτό και φυσικό τρόπο ζωής προκειμένου να πορευτεί μαζί με την όμορφη οικογένεια που δημιούργησε.
«Πέταξε τα σενάρια!»
Οπως ο ίδιος παραδέχεται, βέβαια, η τύχη έπαιξε τον δικό της καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας της ζωής του. Οπως τότε, το μακρινό 1995, που έπεσε στα χέρια του το σενάριο από τα πρώτα επεισόδια της εξαιρετικά επιτυχημένης, όπως αποδείχτηκε, σειράς «Ντόλτσε Βίτα», μέσα από την οποία ο ίδιος έγινε γνωστός στο πανελλήνιο. Και να φανταστεί κανείς ότι αρχικά δεν ήθελε να πάει καν στην οντισιόν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
«Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον» (κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ τη μοίρα του) έλεγαν οι πρόγονοί μας και είχαν απόλυτο δίκιο. Ειδικά όσο σκέφτομαι πόσο αρνητικός ήμουν μετά το πρώτο μου ραντεβού με τους σεναριογράφους του “Ντόλτσε Βίτα”. Ηταν τα πρώτα μου χρόνια στο επάγγελμα και ήθελα να παίζω κλασικούς δραματικούς ρόλους στο θέατρο και όχι μια κωμωδία στην τηλεόραση. Στο ραντεβού οι σεναριογράφοι μού είχαν πει πως θα γινόταν μια οντισιόν με πολλούς νέους ηθοποιούς για να επιλέξουν τον πρωταγωνιστή τους και μου έδωσαν τα τρία πρώτα επεισόδια για να τα διαβάσω και να καταλάβω περισσότερα πράγματα για τον ρόλο του Αντώνη.
Γύρισα στο σπίτι και η κοπέλα μου με περίμενε γεμάτη αγωνία. “Τι έγινε; Πώς πήγε το ραντεβού;” με ρώτησε. “Ασ’ το. Καλύτερα να το ξεχάσουμε” της απάντησα. “Μα γιατί;” συνέχισε να με ρωτάει. “Γιατί είναι για μια κωμωδία κι εγώ δεν θέλω να παίζω κωμωδία. Γιατί θέλουν να περάσω και από ακρόαση μαζί με δεκάδες άλλους υποψήφιους. Γιατί ήδη έχω κλείσει στο θέατρο για την ερχόμενη σεζόν σε ένα δραματικό έργο και έχω έναν πολύ απαιτητικό ρόλο στον οποίο θέλω να αφοσιωθώ”.
Παράτησα τις φωτοτυπίες με τα σενάρια στον καναπέ και πήγα για τρέξιμο στον λόφο Φιλοπάππου (ήταν δίπλα στο σπίτι μου) για να βγάλω από μέσα μου αυτό το ανούσιο ραντεβού. “Πέταξε τα σενάρια στα σκουπίδια, σε παρακαλώ!” της είπα καθώς έβγαινα από το σπίτι. Μετά από μια-δυο ώρες επέστρεψα και τη βρήκα στον καναπέ με τα σενάρια στα χέρια. Τα είχε διαβάσει και, σαν να είχε δει το μέλλον μου, μου είπε: “Αυτός ο ρόλος είναι για σένα. Εσύ θα είσαι ο Αντώνης Καλούδης”. Την άκουσα και την εμπιστεύτηκα, γιατί δεν ήταν μια τυχαία κοπέλα, αλλά μια από τις δυο-τρεις μεγάλες αγάπες της ζωής μου».
Η ιστορία αυτή δεν είχε τόσο αίσιο τέλος όσο φανταζόμαστε. Γιατί μπορεί να πήρε τον ρόλο που του άνοιξε πολλές πόρτες, του χάρισε καθολική αναγνωρισιμότητα, φήμη και χρήματα -από ένα επεισόδιο έβγαζε όσα έπαιρνε από το Εθνικό Θέατρο για μια ολόκληρη σεζόν, όπως ο ίδιος αποκαλύπτει-, εξαιτίας του όμως έχασε εκείνη την κοπέλα που τόσο αγαπούσε, βιώνοντας την ίδια περίοδο μια μεγάλη επιτυχία και μια τεράστια απογοήτευση.
Δείτε περισσότερα ΕΔΩ