Θλίψη στον καλλιτεχνικό κόσμο της Ελλάδας και όχι μόνο, σκόρπισε η είδηση της απώλειας του Χρήστου Κυριαζή.
Ο πασίγνωστος τραγουδιστής έφυγε τα ξημερώματα, μετά από μεγάλη μάχη που έδινε με το σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε.
Αν και πάλεψε αρκετά, δεν μπόρεσε να νικήσει τον καρκίνο και έτσι την Τετάρτη άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 68 ετών.
Η ζωή του
Ο Χρήστος Κυριαζής γεννήθηκε στον Πειραιά και μεγάλωσε στα Καμίνια, δουλεύοντας ως επιπλοποιός. Βλέπετε αυτή ήταν η δουλειά του πατέρα του λόγω οικογενειακής παράδοσης και αυτή ακολούθησε και αυτός.
Στην ηλικία των 12 ετών άρχισε η ενασχόλησή του με την μουσική, μέσω μίας χειροποίητης κιθάρας που είχε φτιάξει, ενώ πέντε λεπτά αργότερα ήταν μέλος ενός μικρού ροκ συγκροτήματος, ενώ στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλα όπως οι Πρόκες, Mirabilis Zalapa και What a pity, ενώ όπως είχε αποκαλύψει είχε συνεργαστεί και με τον Βλάσση Μπονάτσο.
«Πάντα δίπλα μου ήταν η κιθάρα. Και έγραφα. Και από τότε πάντα λέω μόνο τα δικά μου. Είχα δώσει και στη Minos πολλά τραγούδια μου. Στους Χαράλαμπο Γαργανουράκη, Κούτρα, Θέμη Ανδρεάδη, σε πολλούς. Λίγο μετά στον Μαργαρίτη. Να σου πω για τον Βλάση Μπονάτσο πως μας ανακάλυψε πολύ νωρίτερα: στο κλαμπ Hobby, Πλατεία Αμερικής, υπόγειο, βαράγαμε σαν τρελοί, είχε έρθει και με παρατηρούσε πώς έλεγα τους στίχους. Μου λέει μετά: Έρχεσαι μαζί μου; Έχω ένα συγκρότημα, τους Πελόμα Μποκιού. Έπαιζα μόνο δικά μου. Μας παίρνουν support οι Πελόμα στο Τσιν Τσιν, Ακαδημίας και Ζωοδόχου Πηγής. Το είχε ένας εφοπλιστής, ο Αθανασίου, τρομερός. Γίνεται χαμός. Έρχονται συγκροτήματα, τους έκανε εντύπωση ο στίχος. Ένα πρωί, είδα τα τανκς. Στο Τσιν Τσιν ήμαστε κατά το ήμισυ Πρόκες, λεγόμασταν Mirabilis Jalapa, ένα φυτό λατινικό. Γίνεται το πραξικόπημα. Καίγονται όλα. Ξεκινώ την ιστορία με τα έπιπλα και πάει καλά. Από τον πρώτο δίσκο που έκανα στη Λύρα ακούει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου το Βράδυ Σαββάτου και μου λέει το θέλω. Με πήρε πρώτα ο Αχιλλέας Θεοφίλου και μετά ο Βασίλης. Άρχισε να ακούγεται το όνομά μου. Μου λέει ο Αντώνης ο Τουρκογιώργης να κάνουμε και άλλο δίσκο. Κάναμε ενορχήστρωση από τηλεφώνου, άκου τα μπετά (μπάσο ντραμς), του έλεγα εγώ πιο αργά ή πιο γρήγορα και τα έφτιαχνε», είχε πει χαρακτηριστικά.
Το μεγάλο μπαμ στον καλλιτεχνικό χώρο, τον έκανε με τον δίσκο «Μου θυμίζεις τη μάνα μου» (1992) που έγινε «πλατινένιος», ξεπερνώντας τις 125.000 αντίτυπα!
«Έρχεται μια μέρα να πάρει έπιπλα ο Γιώργος Πολυχρονίου με τη Μάγκυ. Μου λέει: Έχεις τίποτε, δώσε. Τους αρέσουν και τα πηγαίνουν στη Sony, στη μόνη όπου δεν είχε πάει ο Αντώνης. Δεν ενδιαφέρθηκαν. Περνάνε δύο μέρες, χτυπάει το τηλέφωνο, ήταν ο παραγωγός Γιαρμενίτης: Δεν μου αρέσει, αλλά το άκουσε η γυναίκα μου και την ακούω σε πολλά. Θα τυπώσουμε 2.000. Και 500, του λέω. Αρχίσανε από την εταιρεία να μου κάνουνε δώρα. Δεν είχα πάρει χαμπάρι, με τα μαγαζιά και το τρέξιμο, ήμουν σε ξύλα μέσα, πέρασε κάνα πεντάμηνο να γίνει επιτυχία», είχε δηλώσει για την μεγάλη του επιτυχία.
Πηγή: gazzetta.gr