Λένε πως καταλαβαίνεις ότι μεγαλώνεις, από τις φορές που ανατρέχεις στο παρελθόν και σε αναμνήσεις παλιές. Μπορεί να είναι κι έτσι. Μπορεί, όμως, να είναι και η νοσταλγία που νιώθεις για κάτι πραγματικά όμορφο, αθώο, ανέμελο (ενίοτε και ριψοκίνδυνο) του τότε, που σήμερα λείπει. Κι αν έχεις παιδί, τότε οι διαφορές των δικών σου παιδικών χρόνων με των δικών του, είναι που σου φέρνουν μια μικρή μελαγχολία.
Ο κόσμος αλλάζει. Αυτά τα «μαραφέτια του διαβόλου» που έλεγε η γιαγιά μου κάθε τι καινούργιο τεχνολογικά που ερχόταν, έχουν γίνει πια αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των σημερινών παιδιών. Ο χρόνος που κυλάει και τρέχουν οι ενήλικες να τον προλάβουν, έχει συμπαρασύρει – αναγκαστικά σε κάποιες περιπτώσεις – και τα σημερινά παιδιά, που ακόμα και τα καλοκαίρια, την εποχή της ξεγνοιασιάς, ακολουθούν συγκεκριμένο πρόγραμμα και ωράριο.
Και πόσο παράξενο αυτό ακούγεται, όταν σε εμάς τα καλοκαίρια δεν υπήρχε χρόνος. Υπήρχε μόνο πρωί, μεσημέρι ανάπαυσης και βράδυ. Ούτε ώρα, μα ούτε και ημερομηνία. Η μόνη φορά που μας ενδιέφερε πόσο του μηνός έχουμε, ήταν μόνο για κάποιο πανηγύρι που περιμέναμε με ανυπομονησία.
Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, στον περιορισμό του αυθορμητισμού των παιδιών, φταίμε κι εμείς οι σημερινοί γονείς. Σε αντίθεση με τους δικούς μας, είμαστε περισσότερο φοβισμένοι, τηρούμε ευλαβικά τους κανόνες προστασίας τους και τρέμουμε στη θέα ενός ματωμένου γόνατου. Όταν εμείς κάποτε τη βγάζαμε στην καρότσα του αγροτικού, κάναμε ποδήλατο χωρίς φρένα (τώρα δε νοείται να μην έχει το παιδί κράνος) και τα πόδια μας ήταν γεμάτα χτυπήματα και μελανιές, ενώ όταν ματώναμε, βάζαμε λίγο σάλιο κι εντάξει η πληγή!
Πηγή: Newsbeast.gr