Ο κορονοϊός συνεχίζει να τρομοκρατεί όλη την υφήλιο. Ο ΠΟΥ άρχισε να τον χαρακτηρίσει πανδημία. Οι ΗΠΑ (όπως και η Βρετανία που μόλις χθες αποφάσισε να πάρει δραστικά μέτρα) άργησαν επίσης να αντιδράσουν. Ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν… πολύ χαλαρός στην αρχή. Και ίσως αυτή τη χαλαρότητα, να την πληρώσει η χώρα του. Αυτή που υπόσχεται να κάνει μεγάλη ξανά.
Η Ιταλία έχει μετατραπεί σε «σημείο μηδέν» της Ευρώπης σε ό,τι αφορά στον κορονοϊό. Έχει ξεπεράσει σε θανάτους ακόμη και την Κίνα, απ’ όπου ξεκίνησε η φονική πορεία του Covid-19. Ο ΠΟΥ «είδε» αχτίδα ελπίδας στη μείωση του αριθμού νέων κρουσμάτων αλλά ακόμη είναι «πολύ, πολύ νωρίς» για να μπορεί κανείς να πει ότι ο εφιάλτης της γειτονικής χώρας φτάνει στο τέλος του.
Συνολικά, η παγκόσμια εξάπλωση της επιδημίας Covid-19 επιταχύνεται πολύ και αναμένονται μεγάλες αυξήσεις στον αριθμό των κρουσμάτων και των θανάτων από τα σημερινά 334.981 κρούσματα και τους 14.510 θανάτους, προειδοποιεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Θα γίνουν οι ΗΠΑ νέα Ιταλία;
Ίσως όμως το μεγάλο πρόβλημα να μην είναι η Ιταλία. Κατά τον ΠΟΥ ίσως οι ΗΠΑ να γίνουν το επόμενο επίκεντρο της επιδημίας που προκαλεί ο κορονοϊός.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διαπίστωσε «πολύ μεγάλη επιτάχυνση» της μετάδοσης του κορονοϊού στις ΗΠΑ. Όταν η εκπρόσωπος του Οργανισμού ρωτήθηκε αν οι ΗΠΑ μπορούν να γίνουν το νέο επίκεντρο της επιδημίας, η απάντησή της «πάγωσε» τους πάντες: «Αυτή την στιγμή διαπιστώνουμε μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων στις ΗΠΑ. Άρα υπάρχουν οι προϋποθέσεις».
«Οι ΗΠΑ έχουν μία μεγάλη έκρηξη, μία έκρηξη που ενισχύεται σε ένταση», πρόσθεσε. Τις τελευταίες 24 ώρες, το 85% των νέων κρουσμάτων προέρχονταν από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Από αυτά, το 40% αφορά τις ΗΠΑ, είπε η Χάρις.
Σύμφωνα με τον τελευταίο, χρονικά, απολογισμό στις ΗΠΑ, σε μια μέρα (σ.σ. χθες) καταγράφηκαν 33.453 κρούσματα κορονοϊού, μια αύξηση 18.185 κρούσματων σε σχέση με την προηγούμενη καταμέτρηση, την ώρα που ο αριθμός των νεκρών αυξήθηκε κατά 199 και ανέρχεται πλέον σε 400.
Ανάμεσα στα κρούσματα είναι και τρία μέλη του Κογκρέσου, ενώ άλλοι 22 βρίσκονται σε καραντίνα. Οι Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Ραντ Πολ (Κεντάκι), ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάριο Ντίας-Μπαλάρτ, αλλά και ο Δημοκρατικός βουλευτής Μπεν Μακάνταμς (Γιούτα) έχουν διαγνωστεί θετικοί στην COVID-19.
«Βάλε τη χώρα σε καραντίνα!»
Μια από τις πολιτείες που έχουν πληγεί περισσότερο από τον κορονοϊό στις ΗΠΑ είναι η Νέα Υόρκη. Οι αρχές της μεγαλούπολης των ΗΠΑ έχουν ζητήσει από τον Ντόναλντ Τραμπ να κηρύξει καθολική καραντίνα σε όλη τη χώρα. Αλλά εκείνος φαίνεται να κάνει… άρνηση και επιμένει ότι κατάσταση θα επιστρέψει στην κανονικότητα «πολύ σύντομα».
Η μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ και οικονομική πρωτεύουσα της χώρας, με 8,6 εκατομμύρια κατοίκους, είχε καταγράψει ως χθες Δευτέρα περισσότερα από 12.000 επιβεβαιωμένα κρούσματα της covid-19, δηλαδή περίπου το ένα τρίτο των κρουσμάτων που έχουν εντοπιστεί στη χώρα και σχεδόν 100 θανάτους. Συνολικά στις ΗΠΑ από τον κορονοϊό έχουν πεθάνει 560 άνθρωποι.
«Αγνώριστη» η Νέα Υόρκη
Μπροστά σε αυτή την ολοένα και πιο δραματική κατάσταση, το άγχος των Νεοϋορκέζων αυξάνεται. Οι δρόμοι είναι σχεδόν άδειοι από την Κυριακή οπότε τέθηκαν σε εφαρμογή νέοι κανόνες που περιορίζουν τη δραστηριότητα των επιχειρήσεων που θεωρούνται απαραίτητες –σούπερ μάρκετ, φαρμακεία και παρόχους ίντερνετ— και αναγκάζουν τους πολίτες να παραμένουν στο σπίτι τους όσο το δυνατό περισσότερο.
«Πρέπει τα μέτρα περιορισμού που έχουν ληφθεί στη Νέα Υόρκη και την Καλιφόρνια να επεκταθούν παντού στις ΗΠΑ», υπογράμμισε ο δήμαρχος Μπιλ ντε Μπλάζιο. «Πρέπει να λάβουμε αυτά τα ακραία μέτρα».
Σχεδόν το ένα τρίτο των Αμερικάνων ζει υπό κάποιου είδους καραντίνα. Οι πολιτείες της Ουάσινγκτον, του Μίσιγκαν και του Νέου Μεξικού ζήτησαν, τη Δευτέρα από τους κατοίκους τους να παραμείνουν στα σπίτια τους και ο κυβερνήτης της Καλιφόρνιας αυστηροποίησε τους περιορισμούς.
«Δυστυχώς βλέπουμε ότι η Νέα Υόρκη πλησιάζει στην Ιταλία», εκτίμησε ο Τζερόμ Άνταμς υπεύθυνος δημόσιας υγείας των ΗΠΑ καταγγέλλοντας ότι οι πολίτες δεν εφαρμόζουν τις ομοσπονδιακές συστάσεις για περιορισμό των μετακινήσεων που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα και για 15 ημέρες.
Ο ντε Μπλάζιο όπως και ο κυβερνήτης της πολιτείας της Νέας Υόρκης Άντριου Κουόμο επανέλαβαν τις εκκλήσεις τους προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να ζητήσει από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις να παράξουν συσκευές αναπνευστικής υποστήριξης, καθώς οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν μεγάλες ελλείψεις.
Και ο Τραμπ διστάζει
Προς το παρόν ο Αμερικανός πρόεδρος διστάζει να επιβάλει δραστικά μέτρα ανησυχώντας για τις επιπτώσεις τους στην οικονομία, ακόμη κι αν ένας Αμερικανός στους τρεις ήδη ζει σε συνθήκες καραντίνας.
«Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε το φάρμακο να είναι χειρότερο από το ίδιο το πρόβλημα», έγραψε στο Twitter, ενώ η Γερουσία για μια ακόμη φορά δεν κατάφερε να συμφωνήσει σε ένα ευρύ σχέδιο ανάκαμψης της οικονομίας.
Αργότερα ο Τραμπ διαβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ «πολύ σύντομα» θα ανοίξουν στον κόσμο των επιχειρήσεων, «πολύ πιο σύντομα από τρεις ή τέσσερις μήνες, όπως υπονοούσαν κάποιοι. Πολύ πιο σύντομα».
Μόνο για τη Νέα Υόρκη ο δήμαρχος της πόλης έχει ζητήσει να σταλούν εκτάκτως «εκατοντάδες αναπνευστικές συσκευές και εκατοντάδες χιλιάδες μάσκες». «Αν δεν αρχίσουν να φτάνουν αυτή την εβδομάδα, θα καταλήξουμε στο σημείο οι άνθρωποι που θα μπορούσαν να έχουν σωθεί να μην μπορούν να σωθούν», προειδοποίησε ο ντε Μπλάζιο.
Η Νέα Υόρκη αναμένει επίσης τη βοήθεια και της Εθνοφρουράς και των Μηχανικών του αμερικανικού στρατού ώστε να στηθούν επιπλέον νοσοκομειακές κλίνες.
Το συνεδριακό κέντρο Javits στο Μανχάταν θα μετατραπεί σε νοσοκομείο με χωρητικότητα 1.000 κλινών, όπως και κάποια ξενοδοχεία. Ο Κουόμο που το επισκέφθηκε χθες δήλωσε ότι ελπίζει να είναι έτοιμο «σε μία εβδομάδα με 10 ημέρες».
Επίσης ο κυβερνήτης έχει υπογράψει διάταγμα με το οποίο ζητεί από τα νοσοκομεία της Νέας Υόρκης να αυξήσουν τη χωρητικότητά τους κατά 50% και να φτάσουν τις 75.000 κλίνες, καλώντας τα παράλληλα να έχουν στόχο το 100%.
Ένα πλοίο- νοσοκομείο, το USNS Comfort, χωρητικότητας 1.000 κλινών αναμένεται να αναχωρήσει για τη Νέα Υόρκη τις επόμενες δύο εβδομάδες, επεσήμανε ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Μαρκ Έσπερ.
Με πληροφορίες και από ΑΠΕ – ΜΠΕ