Τα δύο θλιβερά περιστατικά τις τελευταίες ημέρες–ο θάνατος ενός 17χρονου ποδηλάτη στη Σταυρούπολη και ο τραυματισμός ενός 16χρονου με πατίνι στην Καλαμαριά- δεν είναι τα πρώτα στη Θεσσαλονίκη, με αυτοκίνητα που κτυπούν δίτροχα. Μακάρι να είναι τα τελευταία, αλλά κάτι τέτοιο είναι περισσότερο ευχή και λιγότερο ελπίδα.
Δυστυχώς πολύ συχνά όσοι οδηγούν δίκυκλα –μηχανή, ποδήλατο, οτιδήποτε- πέφτουν θύματα τροχαίων στην άσφαλτο. Το ποιος φταίει κάθε φορά είναι, μεν, σοβαρό, αλλά δευτερεύον. Ευρύτερη σημασία έχει ότι τα δυσάρεστα που συμβαίνουν αποδεικνύουν ότι η Θεσσαλονίκη δεν είναι πόλη φιλική προς πάσης φύσεως μετακινήσεις με δίκυκλα. Ας το έχουν αυτό υπόψιν τους πρωτίστως όσοι επιλέγουν να μετακινηθούν πάνω στους δύο τροχούς.
Ό,τι αποτελεί απόλαυση σε άλλες πόλεις του κόσμου και της Ελλάδας, από το Άμστερνταμ, τη Βαρκελώνη και το Τελ Αβίβ, μέχρι το Βόλο και τη Ρόδο, στη Θεσσαλονίκη κρύβει σοβαρούς κινδύνους. Το ρίσκο υπάρχει στη ζωή, αλλά καλό είναι όποιος το παίρνει να το γνωρίζει. Ένα ρίσκο που μεγαλώνει επειδή η Θεσσαλονίκη δεν είναι επίπεδη πόλη, αλλά έχει ανηφόρες και κατηφόρες, που έτσι κι αλλιώς δυσχεραίνουν τους δύο τροχούς.
Στην πραγματικότητα η ποιότητα των μέσων μαζικής μεταφοράς, αλλά και η δυνατότητα ασφαλούς μετακίνησης πάνω σε δύο τροχούς συνιστά για κάθε πόλη μέτρο σύγχρονου πολιτισμού. Δυστυχώς η Θεσσαλονίκη ατύχησε και στα δύο αυτά πεδία, κάτι που φυσικά εγγράφεται στα αρνητικά της. Επειδή, όμως, στις μετακινήσεις με τα δίκυκλα το διακύβευμα είναι ανθρώπινες ζωές –πολύ περισσότερο η ζωή και η υγεία νέων παιδιών- το θέμα δεν μπορεί να καταγραφεί στις πολλές γραφικότητες, εμμονές και παραξενιές που υπογραμμίζουν ότι συχνά οι Θεσσαλονικείς φαντάζονται κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ ότι πραγματικά συμβαίνει και ισχύει στην πόλη.
Το βασικότερο –και αξεπέραστο- πρόβλημα είναι ότι για τις πάσης φύσεως μετακινήσεις είναι απαραίτητα τα εξής πράγματα: Τα μέσα μεταφοράς, οι υποδομές –για τις οδικές μεταφορές οι δρόμοι-, οι κανόνες και η κατάλληλη εκπαίδευση – κατ’ επέκταση και η απαιτούμενη παιδεία. Στη Θεσσαλονίκη οι υποδομές για την ασφαλή μετακίνηση με δίκυκλα δεν υπάρχουν. Τα μηχανάκια και οι μεγαλύτερες μηχανές κυκλοφορούν στους δρόμους, ενώ οι ποδηλατόδρομοι είναι σχετικά περιορισμένοι και ασυνεχείς. Όσο γι’ αυτούς που κινούνται σε δύο ρόδες συχνά είναι αυτοδίδακτοι. Αυτό σημαίνει ότι η παιδεία πέριξ του αντικειμένου είναι πεζοδρομιακή και της παρέας, κάτι που δεν αλλάζει ακόμη κι αν κάποιος μετά τα 18 αποκτήσει τυπικά ένα δίπλωμα. Αν σε αυτό προσθέσει κάποιος ότι στους ελληνικούς δρόμους –και στους δρόμους της Θεσσαλονίκης- ισχύει ο νόμος της ζούγκλας, δηλαδή ο νόμος του ισχυρότερου, αντιλαμβάνεται γιατί όσοι κυκλοφορούν στις δύο ρόδες μπορούν να χαρακτηριστούν ριψοκίνδυνοι. Το «δυνατό ζώο» στο δρόμο έχει τέσσερις ρόδες!
Τα τελευταία χρόνια η οριζόντια και εις βάθος επέκταση του επαγγέλματος του «ντελιβερά» ανέδειξε με θεαματικό τρόπο ζητήματα που στη Θεσσαλονίκη τουλάχιστον υπήρχαν σε μικρογραφία. Κατ’ αρχήν ότι πολλοί δικυκλιστές εφαρμόζουν δικούς τους κανόνες στην κυκλοφορία. Για παράδειγμα όταν τους βολεύει κυκλοφορούν και παρκάρουν σε πεζοδρόμια, μπαίνουν με άνεση κόντρα στον μονόδρομο, ενώ στις δευτερεύουσες διασταυρώσεις συχνά δεν υπολογίζουν τα φανάρια και απλώς κοιτούν δεξιά – αριστερά πριν προχωρήσουν. Το ίδιο κάνουν πολλές φορές και στις μεγάλες διασταυρώσεις, όταν η κίνηση είναι περιορισμένη. Επίσης, οι περισσότεροι δεν καταδέχονται να φορέσουν κράνος, ακόμη κι αν το έχουν, ενώ και τα οχήματα –βεσπάκια, μηχανάκια κ.λπ.- δίνουν την εντύπωση ότι είναι πλημμελώς συντηρημένα.
Τα λιγότερα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί στους δρόμους της Θεσσαλονίκης τα ποδήλατα. Πολλά ιδιόκτητα, ορισμένα νοικιασμένα. Η εταιρία που διαθέτει ποδήλατα προς ενοικίαση έχει εγγράψει σε τρία – τέσσερα χρόνια συνολικά 5.000 μέλη, ενώ καθημερινά τα ποδήλατά της χρησιμοποιούν περί τα 200 άτομα. Αρκετοί από τους ποδηλάτες –κυρίως όσοι δεν ποδηλατούν για άσκηση και ψυχαγωγία, αλλά μετακινούνται για δουλειές- θεωρούν την πόλη δικό τους βιλαέτι. Δρόμοι, πεζοδρόμια, ποδηλατόδρομοι, πλατείες, πάρκινγκ, πιλοτές, τα πάντα τους ανήκουν. Κυκλοφορούν με την άνεση του πεζού, ενώ δεν είναι. Οι περισσότεροι δε φορούν κράνος, ούτε έχουν φωτισμό για τη νύχτα. Απλώς κορνάρουν ή φωνάζουν σε όποιος και ότι θεωρούν ότι τους εμποδίζει. Μικροατυχήματα υπάρχουν –κυρίως παρασύρσεις-, αλλά δεν καταγράφονται, ίσως διότι δεν υπάρχει λόγος να καταγραφούν. Η αλήθεια είναι ότι ο αριθμός των ποδηλάτων που κυκλοφορούν στους δρόμους της Θεσσαλονίκης μοιάζει μειωμένος τα τελευταία ένα – δύο χρόνια. Σίγουρα δεν αυξάνεται. Ίσως ο κίνδυνος, ίσως η κούραση. Κάτι αποθαρρύνει τους Θεσσαλονικείς.
Τους τελευταίους μήνες μια άλλη μορφή δίκυκλου έκανε την εμφάνισή του στους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Κάποιοι παράγοντες του δήμου είδαν να κυκλοφορούν στο Τελ Αβίβ ηλεκτρικά πατίνια και αποφάσισαν να ενθαρρύνουν την εταιρία να τα φέρει. Και τα έφερε. Αν υπήρξε σχετική μελέτη δεν είναι γνωστό. Αλλά σε μια πόλη, στην οποία κυκλοφορούν πολλοί… ιδεοπώλες, δεν θα ήταν παράδοξο να μην υπάρχει. Κάποιοι αναρωτιούνται εάν η κυκλοφορία των ηλεκτρικών πατινιών υπόκειται σε συγκεκριμένους κανόνες, προβληματισμός που στο μυαλό ορισμένων ισχύει και για τα ποδήλατα. Πέραν, όμως, από τέτοιου τύπου… ενοχλητικές απορίες, το βέβαιον είναι ότι τα πατίνια κυκλοφορούν, πλέον, ανάμεσα μας. Επίσης, τα βλέπουμε «παρατημένα» σε πεζοδρόμια, κάτι που ως καινούρια εικόνα έχει το ενδιαφέρον της, καθώς ενδεχομένως να προβάλλει ένα κομμάτι από το… μέλλον. Τα χρησιμοποιούν περισσότερο τουρίστες και παιδιά στην εφηβεία, κάτι που συχνά επιβαρύνει το πρόβλημα. Οι μεν δεν γνωρίζουν τις διαδρομές, οι δε έχουν άγνοια κινδύνου. Θεός φυλάξει!
ΥΓ. Η Θεσσαλονίκη έχει μια μεγάλη και πανέμορφη Νέα Παραλία, στην οποία επί εννέα μήνες το χρόνο, όταν δεν κάνει πολύ κρύο, μαζεύεται πολύς κόσμος. Για τη βόλτα, το χάζι και την επαφή με τη θάλασσα. Θεωρητικά τα ποδήλατα και τα πατίνια –όχι μόνο τα ηλεκτρικά, αλλά και τα άλλα τύπου σκέιμπορντ που χρησιμοποιεί η πιτσιρικαρία- έχουν άπλετο πεδίο δράσης, μακριά από δρόμους και αυτοκίνητα. Με προσοχή, όμως, έναντι των αμέριμνων περιπατητών, οι οποίοι συχνά έχουν ακουστικά στα αφτιά τους. Ακούνε μουσική, αλλά τίποτε άλλο γύρω τριγύρω.
ΥΓ2. Πολλοί δικυκλιστές αισθάνονται κοινότητα. Και ως κοινότητα έχουν δυναμισμό. Γι’ αυτό –μεταξύ άλλων- ούτε ο δήμος θίγει το θέμα, ούτε οι υποψήφιοι να διαδεχθούν το Γιάννη Μπουτάρη το συζητούν. Είναι –ας πούμε- ένα δύσκολο θέμα.
Πηγή: voria.gr