Πριν από 35 χρόνια, στις 21 Απριλίου του 1989, η Nintendo κυκλοφόρησε στα καταστήματα της Ιαπωνίας μια γκρι φορητή κονσόλα: το θρυλικό Game Boy.
Αρχικά, κανείς εντός της φημισμένης εταιρείας δεν περίμενε πολλά από αυτό καθώς ήταν κοινό μυστικό ότι πολλά διευθύνοντα στελέχη διαφώνησαν εξαρχής με το συγκεκριμένο πρότζεκτ.
Αλλά μέσα σε δύο εβδομάδες, οι ιθύνοντες συνειδητοποίησαν ότι είχε εξαντληθεί το σύνολο της αρχικής παραγωγής των 300.000 τεμαχίων που βγήκαν στην αγορά: το Game Boy κατέστη κλασικό από την πρώτη εβδομάδα της κυκλοφορίας του.
Το Game Boy θα έφτανε στις ΗΠΑ στα τέλη του 1989 και σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο μέσα τα επόμενα δύο χρόνια – η Ελλάδα το προμηθεύτηκε στις αρχές του 1990.
Όπου κι αν πήγε, αποδείχθηκε εξίσου δημοφιλές. Τριάντα πέντε χρόνια και σχεδόν 120 εκατομμύρια πωλήσεις αργότερα, εξακολουθεί να είναι η τέταρτη σε πωλήσεις κονσόλα παιχνιδιών στην ιστορία.
«Όπως και το Walkman της Sony, έτσι και το Game Boy είναι ένα τεχνολογικό σύμβολο της εποχής του, το οποίο αναγνωρίζεται ακόμα και σήμερα από τη σιλουέτα του και μόνο», αναφέρει το εκτενές αφιέρωμα της βρετανικής Guardian.
Αναπτυγμένο από μια ομάδα με επικεφαλής τον Satoru Okada και τον Gunpei Yokoi στο Κιότο, το Game Boy είναι ίσως το κατεξοχήν παράδειγμα του αξιώματος του Yokoi «κάνε και κατάφερε περισσότερα με όσο το δυνατόν λιγότερα» που διατηρείται στη Nintendo μέχρι σήμερα.
Είναι τόσο απλά σχεδιασμένο – διαθέτει τέσσερα κουμπιά και ένα σταυρόσχημο pad – που ξέρετε ήδη πώς να το χρησιμοποιήσετε από το πρώτο δευτερόλεπτο που θα το πάρετε στα χέρια σας.
Η δε μπαταρία ήταν πραγματικά… Χαϊλάντερ και απέθαντη, καθώς άντεχε για μέρες ολόκληρες παιχνιδιού. Και το πιο σημαντικό για τα επιρρεπή σε ατυχήματα παιδιά της δεκαετίας του ’90 (και τους γονείς τους) ήταν το ότι ήταν κυριολεκτικά άφθαρτο (όπως θα δούμε και παρακάτω): θα μπορούσατε να το πετάξετε από μια γέφυρα και πιθανότατα θα εξακολουθούσε να λειτουργεί ακόμη και μετά την πτώση του.
Το Game Boy δεν ήταν η πρώτη φορητή κονσόλα, και δεν ήταν καν η καλύτερη της εποχής.
Ήταν ογκώδες και με ρετρό εμφάνιση ακόμα και για τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Η οθόνη του δεν είχε οπίσθιο φωτισμό, αλλά ήταν επίσης ευαίσθητη στην αντανάκλαση από την έντονη ηλιοφάνεια, οπότε έπρεπε να ψάχνετε για την ιδανική ποσότητα φωτός, σκύβοντας πάνω από την οθόνη.
Το Atari Lynx και το Sega Game Gear, εν τω μεταξύ, κυκλοφόρησαν λίγους μήνες μετά με πολύ ανώτερο υλικό για παιχνίδια καθώς και έγχρωμα γραφικά.
Αλλά ήταν το Game Boy που έγινε το απόλυτο μπεστ σέλερ και δημιούργησε μια σειρά από άμεσους και πνευματικούς διαδόχους, από το Game Boy Color και το Game Boy Advance μέχρι το Nintendo DS και ακόμη και το Switch –όλες τους κονσόλες που μπορείτε να κρατήσετε στα χέρια σας.
Ο λόγος της υπεροχής του Game Boy είναι ότι, σε αντίθεση με τους «αντιπάλους» του, διέθετε εξαιρετικά παιχνίδια των οποίων η ζωντάνια ξεπερνούσε τα όρια της μικροσκοπικής γκριζοπράσινης οθόνης του.
Το πιο αξιομνημόνευτο από αυτά είναι αναμφίβολα το Tetris.
«Το Tetris δεν είχε φτιαχτεί ειδικά για την μικροσκοπική κονσόλα της Nintendo – μπορούσατε να το παίξετε σε υπολογιστές από το 1984 και μετά – αλλά αποδεικνύεται ότι το Game Boy ήταν σαν να είχε φτιαχτεί για το Tetris», σημειώνει εμφατικά η Guardian.
Το παιχνίδι του Alexey Pajitnov βρήκε το τέλειο «σπίτι» σε αυτή τη μικρή κονσόλα. Στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, το Game Boy συνοδευόταν πάντα από το παιχνίδι – και γι’ αυτό, όταν σκέφτεστε τη μελωδία του Tetris, πιθανόν να σας έρχεται στο μυαλό η 8-bit έκδοση του Game Boy.
Η καινοτομία του Game Boy
Μπορούσατε επίσης να παίξετε Tetris εναντίον ενός φίλου, χάρη στο πιο πρωτοποριακό χαρακτηριστικό του Game Boy: μια θύρα στο πλάι του που σας επέτρεπε να συνδέσετε τις κονσόλες μεταξύ τους με ένα καλώδιο.
Αυτό ήταν που θα ενέπνεε τον Satoshi Tajiri να δημιουργήσει το πιο διαχρονικό παιχνίδι του Game Boy: το Pokémon, δηλαδή ένας κόσμος γεμάτο με μικρά, χαριτωμένα πλάσματα μέσα στον οποίο παιδιά και ενήλικες μπορούσαν να χαθούν, «πολεμώντας» μεταξύ τους για μερόνυχτα ολόκληρα.
Η επιτυχία του Pokémon αποδεικνύει, 35 χρόνια μετά, τη δύναμη και την οικειότητα του φορητού παιχνιδιού όπως το Game Boy.
Γι’ αυτό, άλλωστε, και υπάρχουν μέχρι σήμερα πολλοί άνθρωποι, σημερινοί 40αρηδες και 45αρηδες, που έχουν ακόμα τα Game Boys τους, κρυμμένα σε ένα συρτάρι ή σε ένα κουτί στη σοφίτα.
Η συναισθηματική τους αξία είναι τόσο έντονη που όσοι έπαιξαν έστω και μια φορά με Game Boy, δεν μπορούν να τα πετάξουν.
Και πολύ περισσότερο να το ξεχάσουν.
To απέθαντο Game Boy που άντεξε στον Πόλεμο του Κόλπου
Εδώ και μερικά 24ωρα, το Διαδίκτυο κατακλύζεται (με αφορμή τα 35 χρόνια του παιχνιδιού) με μια εξίσου θρυλική φωτογραφία: αυτή του Game Boy που άντεξε μέχρι και από την φωτιά και τις σφαίρες στον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, το 1991.
Όπως επιβεβαιώνει ο αρχικός ιδιοκτήτης του στον ιστότοπο The Verge, η φορητή κονσόλα δεν χτυπήθηκε πραγματικά από βόμβα, αλλά κάηκε.
Ακόμη και έτσι όμως, κάτι μας λέει αυτό για την ανθεκτικότητα της συσκευής.
Το Game Boy ανήκε αρχικά στον Stephan Scoggins, έναν αμερικανό στρατιώτη ο οποίος το πήρε μαζί του στη Μέση Ανατολή για να παίζει στα διαλείμματα της θητείας του.
Ο ίδιος τονίζει ότι «η συσκευή κάηκε σε μια πυρκαγιά ενώ βρισκόμουν στη Μέση Ανατολή ως στρατιωτικός γιατρός στην “Καταιγίδα της Ερήμου”».
Ο Αμερικανός έστειλε το μισοκατεστραμμένο παιχνίδι πίσω στις ΗΠΑ και είδε μερικούς μήνες μετά να του κάνει ειδική μνεία το ειδικό περιοδικό Nintendo Power.
Να τι έγραψαν οι συντάκτες του Nintendo Power τον Ιούλιο του 1991:
«Όταν παραλάβαμε το Game Boy του Stephan από τη Μέση Ανατολή, σκεφτήκαμε ότι ήταν χαμένο και ολότελα κατεστραμμένο. Το πίσω μέρος της συσκευής ήταν σε καλή κατάσταση, αλλά το μπροστινό μέρος είχε απανθρακωθεί και είχε φουσκάλες από τη θερμότητα της φωτιάς. Ως πείραμα, τοποθετήσαμε ένα Tetris Game Pak, συνδέσαμε ένα Battery Pak και ανοίξαμε τον διακόπτη τροφοδοσίας. Όταν ακούσαμε το χαρακτηριστικό “Ping!” δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε! Το Control Pad και τα κουμπιά A και B υπέστησαν τήξη, αλλά τα κουμπιά Start και Select λειτούργησαν άψογα. Το Game Boy αποδείχτηκε πολύ πιο σκληρό από ό,τι νομίζαμε!»